Στον πίνακα φαίνονται μόνο οι δύο πλευρές της Τράπεζας της Ελλάδος, όμως το κτίριο το οποίο στην πραγματικότητα καταλαμβάνει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο (που περικλείεται από την Πανεπιστημίου/Ελευθερίου Βενιζέλου, την Εδουάρδου Λω, την Ομήρου και τη Σταδίου) επιβάλλει τη μεγαλοπρέπεια και το κύρος του ακόμα και στις δύο διαστάσεις ενός πίνακα. Το έργο «Χωρίς Τίτλο (Τράπεζα της Ελλάδος)» (2014) είναι του ζωγράφου Στέλιου Πετρουλάκη και αποτελεί το φόντο μπροστά από το οποίο εργάζεται ο Παναγιώτης Παναγάκης, διευθυντής του Κέντρου Πολιτισμού, Ερευνας και Τεκμηρίωσης (ΚΕΠΟΕΤ) της Τράπεζας της Ελλάδος, και τελικά συνιστά μια συμπτωματική νότα inception σε ένα καθ’ όλα σοβαρό κέλυφος και περιβάλλον. Οπως δηλαδή και η δουλειά που γίνεται στο ΚΕΠΟΕΤ, το οποίο συμπληρώνει δέκα χρόνια λειτουργίας αυτόν τον μήνα και συνεχίζει να βάζει ως στόχο όχι απλώς την εύρυθμη λειτουργία αλλά την εξέλιξη των τεσσάρων πυλώνων που έχει υπό τη σκέπη του.

Από αριστερά προς τα δεξιά, «Βαυβώ, Πυθία, Βακχίς» (2022) της Βάνας Ξένου.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Το Μουσείο της σύγχρονης νομισματικής και οικονομικής ιστορίας (λειτουργεί στην οδό Αμερικής 3) και τις Συλλογές της Τράπεζας (έργα τέχνης και νομίσματα/μετάλλια), τη Βιβλιοθήκη με εξειδίκευση στην οικονομική επιστήμη (ανοιχτή στο κοινό αλλά όχι δανειστική, στον τρίτο όροφο του κεντρικού κτιρίου της Τράπεζας), το Ιστορικό Αρχείο που είναι και ένα από τα σπουδαιότερα τραπεζικά αρχεία της χώρας, και τις Εκδόσεις πολιτιστικού και ιστορικού περιεχομένου, οι περισσότερες από τις οποίες σχετίζονται με τις δραστηριότητες των υπόλοιπων τμημάτων. Ο Παναγιώτης Παναγάκης εποπτεύει τα πάντα και χαράσσει την πολιτική που σχετίζεται με το εκθεσιακό, αρχειακό και εκδοτικό πρόγραμμα σε συμφωνία με μια Γνωμοδοτική Επιτροπή του ΚΕΠΟΕΤ και με την έγκριση του διοικητή της Τράπεζας.

«Γραφέας» (2021) του Τάσου Μαντζαβίνου και »Δωμάτιο χωρίς θέα» (1992-1993) της Όπυς Ζούνη, στο εργαστήριο συντήρησης, προτού βρουν ακόμα τη θέση τους στο κτίριο της Τράπεζας.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

«Τι καταφέραμε αυτά τα δέκα χρόνια; Κατ’ αρχάς περιχαρακώσαμε το Κέντρο ώστε να είναι στελεχωμένο από τους καλύτερους, αυτή είναι μια επιτυχία μας. Θεωρώ επίσης ότι αναλάβαμε και φέραμε εις πέρας κάποιες πολύ αξιόλογες πρωτοβουλίες. Θα αναφέρω ενδεικτικά την έκθεση «Τόποι Αναφοράς – Από τη συλλογή της Τράπεζας της Ελλάδος» στο Μουσείο Μπενάκη το 2018, η οποία ήταν εξαιρετική κατά γενική ομολογία, ένα μεγάλο διεθνές συνέδριο οικονομικής ιστορίας για τα 90 χρόνια της Τράπεζας της Ελλάδος, στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία», με τη συμμετοχή διοικητών από πολλές κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης και εξαιρετικά σημαντικών οικονομολόγων. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε η βιογραφία του πρώην διοικητή και επιφανούς οικονομολόγου Κυριάκου Βαρβαρέσου, ενώ ετοιμάζονται οι βιογραφίες των πρώην διοικητών Ξενοφώντα Ζολώτα και Γεωργίου Μαντζαβίνου. Εχουμε επίσης ξεκινήσει κάποιες εκδοτικές σειρές, όπως τα «Τεκμήρια από το Ιστορικό Αρχείο», που είναι μεν ειδικού ενδιαφέροντος, αλλά πολύ υψηλού επιστημονικού επιπέδου. Για εμάς είναι πολύ σημαντικό το θετικό πρόσημο της τράπεζας. Υπάρχει το κλισέ που λέει ότι οι τραπεζίτες είναι ενίοτε «γκρίζοι». Δεν ισχύει: μέσα στους τραπεζικούς οργανισμούς υπάρχει ένα εξαιρετικά πλούσιο πολιτιστικό απόθεμα που εμείς στο ΚΕΠΟΕΤ θέλουμε να αναδείξουμε με κάθε τρόπο. Λειτουργούμε σαν φορέας εξωστρέφειας σε έναν οργανισμό εξαιρετικά δυναμικό και στιβαρό, που ταυτόχρονα διατηρεί ένα χαμηλό προφίλ» θα εξηγήσει.

«Χωρίς τίτλο» (2010), έργο του Μάκη Θεοφυλακτόπουλου.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Ο Παναγιώτης Παναγάκης εργάζεται στην Τράπεζα της Ελλάδος από το 1997 και από όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του για να στήσει το ΚΕΠΟΕΤ το 2013 αντιλήφθηκε αμέσως ότι χρειάζεται επιστημονικούς υπεύθυνους σε τρεις τομείς. Τον καθηγητή Ανδρέα Κακριδή στην Οικονομική Ιστορία, την ιστορικό τέχνης Χάρι Κανελλοπούλου στη Νεοελληνική Τέχνη (ζωγραφική και γλυπτική) και την Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου στη Νομισματολογία. Το κάδρο συμπληρώνει και ο Σπύρος Φράγκος ως σύμβουλος Τύπου και Επικοινωνίας, ο οποίος μεταφέρει εκτός Τράπεζας τα νέα για την εξωστρέφειά της.

«Κασταλία Πηγή Ι» (2022), του Κωστή Βελώνη.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Η εμπλουτισμός της συλλογής και η επανεκκίνηση των αγορών

Στο γραφείο του Παναγιώτη Παναγάκη ο πίνακας του Πετρουλάκη «αντικρίζει» και συνομιλεί με το ζωγραφικό γλυπτό του Κωστή Βελώνη (συγκεκριμένα την «Κασταλία Πηγή Ι»), ενώ παραδίπλα ένας πίνακας του Μιχάλη Οικονόμου («Δρόμος της παλιάς Μασσαλίας», 1920-25) συμπληρώνει τη «συζήτηση». Τα έργα προέρχονται όλα από τη συλλογή έργων τέχνης της Τράπεζας και λένε πολλά για τον χαρακτήρα της. Αρχής γενομένης από το πρόσφατο γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα της χώρας έχει επανεκκινήσει τις αγορές έργων τέχνης για την αναζωογόνηση της συλλογής της. Το έργο του Βελώνη αποτελεί ένα από τα τελευταία αποκτήματά της, μαζί με έργα καλλιτεχνών όπως οι Νίκος Κεσσανλής, Γιώργος Λαζόγκας, Ηλίας Παπαηλιάκης, Ζάφος Ξαγοράρης, Νίνα Παπακωνσταντίνου, Νίκος Παπαδόπουλος, Αντώνης Ντόνεφ, Ρένα Παπασπύρου, Ειρήνη Ευσταθίου, Δημήτρης Αληθεινός κ.ά., τα οποία έχουν βρει τον χώρο έκθεσής τους στον μεγάλο διάδρομο του δευτέρου ορόφου, σε γραφεία της διοίκησης ή στην είσοδο του κτιρίου της Τράπεζας που βρίσκεται επί της οδού Αμερικής, όπου επίσης διαθέτει εγκαταστάσεις.

Ο διάδρομος που οδηγεί σε γραφεία διοίκησης στον δεύτερο όροφο. Στα αριστερά το έργο «Τοπίο σε ώχρα» (2008) του Γιάννη Αδαμάκου.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Αφορμή για τον εμπλουτισμό στάθηκε η περίφημη προαναφερθείσα έκθεση στο Μπενάκη σε επιμέλεια Χάριτος Κανελλοπούλου, η οποία είναι επιστημονική υπεύθυνη-επιμελήτρια της Συλλογής έργων τέχνης. Η συνοδευτική έκδοση, η οποία όπως και η έκθεση χρειάστηκε μία εκ νέου μελέτη και κατανόηση της συλλογής, οδήγησε το Κέντρο Πολιτισμού σε σκέψεις για το πώς μπορούσε να ενεργοποιηθεί ξανά το πλαίσιο αγορών.

«Επεισόδια στην ύλη» (1980-81), της Ρένας Παπασπύρου.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Τα «κριτήρια» τα επιβάλλει με τον τρόπο του ο χαρακτήρας της συλλογής που περιλαμβάνει έργα ελλήνων καλλιτεχνών από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα. Οπως θα εξηγήσει η Χάρις Κανελλοπούλου: «Με πορεία σχεδόν εκατό ετών, και χάρη στην ιστορικότητα που έχουν αποκτήσει πολλά έργα τέχνης της, η Συλλογή μπορεί να θεωρηθεί σημαντική. Οι επιλογές που έχουν γίνει αντικατοπτρίζουν ως έναν βαθμό τη διαδρομή της νεοελληνικής τέχνης. Χαρακτηριστικό της Συλλογής είναι η προτίμηση προς τη ζωγραφική και τη χαρακτική, στον άξονα της παραστατικότητας, ξεκινώντας από έργα που ανήκουν στην καλλιτεχνική δημιουργία του 19ου αιώνα και φτάνοντας σε αυτά του 20ού, με ιδιαίτερη έμφαση στο πρώτο μισό του. Τα τελευταία δύο χρόνια, στόχο μας αποτελεί να εντάξουμε πιο συστηματικά στη Συλλογή και έργα καλλιτεχνών επόμενων περιόδων, όπως εκείνων που εκκίνησαν τη σημαντική δημιουργική πορεία τους κατά τις δεκαετίες του 1960, 1970 και 1980, αλλά και άλλων, νεότερων. Ζητούμενο είναι να ενισχυθεί εντός της Συλλογής η συνέχεια στην αφήγηση όψεων της νεοελληνικής τέχνης, διατηρώντας τη σύνδεση και τον σεβασμό προς τον ήδη υπάρχοντα χαρακτήρα της. Ως εκ τούτου, το ενδιαφέρον μας παραμένει στα μέσα της ζωγραφικής, της χαρακτικής ή και της γλυπτικής, καθώς προχωράμε όμως προς τη σύγχρονη καλλιτεχνική έκφραση, υποδεχόμαστε στη Συλλογή και νεότερες εκφάνσεις της εικαστικής γλώσσας».

Αγάλματα και πλήθος (2012) του Ζάφου Ξαγοράρη.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Ο ρόλος της Συλλογής είναι χρηστικός, καθώς αυθεντικά έργα, για την ακρίβεια 731 τον αριθμό, όπως θα μαρτυρήσει εκείνη τη στιγμή το ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής των έργων τέχνης (TMS Collection), αναρτώνται ενός του κτιρίου της Τράπεζας σε γραφεία και χώρους που χρησιμοποιούνται από τη διοίκηση, τους συμβούλους της, τους διευθυντές και υποδιευθυντές, ενώ οι υπόλοιπες ανάγκες καλύπτονται από αντίγραφα. Τα «διαμάντια» της συλλογής, έργα των Κωνσταντίνου Βολανάκη, Νικολάου Γύζη, Κωνσταντίνου Παρθένη, Οδυσσέα Φωκά, Σπύρου Βασιλείου ή τα γλυπτά του Μιχάλη Τόμπρου και του Γιαννούλη Χαλεπά βρίσκονται στον λεγόμενο «ξενώνα» του τετάρτου ορόφου, στον χώρο όπου ο διοικητής υποδέχεται επίσημους προσκεκλημένους.

«Παλίμψηστο ολόκαυστο (1992), του Γιώργου Λαζόγκα.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Το πρόγραμμα εκθέσεων με το βλέμμα στην 100ή επέτειο

Ωστόσο, η συλλογή έργων τέχνης της Τράπεζας της Ελλάδος δεν παύει να έχει δημόσιο χαρακτήρα και χρειάζεται να συναντήσει και το ευρύτερο κοινό της για να μοιραστεί ορισμένα από τα περίπου 3.000 έργα της. Για τον σκοπό αυτόν το ΚΕΠΟΕΤ συνεργάζεται με μουσεία, ιδιωτικά και δημόσια, όπως και με άλλους πολιτιστικούς φορείς και διοργανώνονται εκθέσεις, όπως για παράδειγμα η προαναφερθείσα στο Μουσείο Μπενάκη με αφορμή τα ενενήντα χρόνια λειτουργίας της Τράπεζας ή η τιτλοφορούμενη «Σημείο Συνάντησης. Αρχαιολογία και τέχνη σε συνομιλία στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας» σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων της πόλης το 2019, όπου εν προκειμένω η «τέχνη» δεν ήταν σύγχρονη όπως συνήθως είθισται, αλλά αναπαραστατική ζωγραφική με δείγματα του ακαδημαϊκού ρεαλισμού της σχολής του Μονάχου, για παράδειγμα.

«Η Πρωτοχρονιά του 2018 στην Αθήνα» (2019), του Ηλία Παπαηλιάκη.
©Ανδρέας Σιμόπουλος

Μάλιστα το ΚΕΠΟΕΤ ετοιμάζει μια έκθεση στο Ιδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη τον Οκτώβριο που μας έρχεται, με τίτλο «Παράλληλη θέαση. Εργα από τη συλλογή της Τράπεζας της Ελλάδος», σε επιμέλεια Χάριτος Κανελλοπούλου (και συντονισμό Τάκη Μαυρωτά εκ μέρους του Ιδρύματος επί της Βασιλίσσης Σοφίας). «Θα παρουσιαστούν ιστορικά έργα που βρίσκονται στον πυρήνα της Συλλογής σε παράλληλη θέαση με νεότερα έργα. Πολλά από τα τελευταία αποτελούν καινούργια αποκτήματα, ενώ στο σύνολο θα παρουσιαστούν περίπου 80 έργα της Συλλογής. Σκοπός της έκθεσης είναι να δημιουργηθούν «κύκλοι θέασης» μέσα στον χώρο, στους οποίους τα έργα θα βρεθούν σε δημιουργικό διάλογο χάρη στις θεματικές τους ή στα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά τους. Παράλληλα, μέσα από αυτή την παρουσίαση της Συλλογής, ευελπιστούμε να αναδείξουμε τόσο τον ιστορικό χαρακτήρα της όσο και τον βηματισμό της στη σύγχρονη εποχή μέσα από τον εμπλουτισμό της» θα εξηγήσει η κυρία Κανελλοπούλου.

«Προσωπογραφία του Διοικητού Εμμ. Τσουδερού» (1931), φιλοτεχνημένη από τον Σπύρο Βικάτο στον ξενώνα του τέταρτου ορόφου.
©Ανδρέας Σιμόπουλο

Με το βλέμμα στη μεγάλη επέτειο των εκατό χρόνων από τη λειτουργία της Τράπεζας το 2028, οι άνθρωποι του ΚΕΠΟΕΤ δουλεύουν για να φέρουν εις πέρας πολλές εκδηλώσεις. Στα άμεσα σχέδια, μέσα στο 2024 δηλαδή, περιλαμβάνεται μια έκθεση στο Μουσείο της Τράπεζας με θέμα τον Οικονομικό Αλφαβητισμό, καθώς «η Τράπεζα δίνει μεγάλο βάρος σε αυτή τη δραστηριότητα», όπως θα πει ο Παναγιώτης Παναγάκης. Μέσα στο 2025 θα διοργανωθεί μια έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη σε συνεργασία με το Ιδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου με τίτλο «Πρωτόλεια», που θα περιλαμβάνει πρώιμα έργα δώδεκα γνωστών καλλιτεχνών τα οποία θα φέρουν στοιχεία καθοριστικά για το ιδίωμά τους. «Με ενδιαφέρει να αφήσω πίσω μου μια κουλτούρα συνεργειών. Είναι σημαντικό να δημιουργείται ώσμωση και αυτό είναι κάτι που θα δουλεύω μέχρι να φύγω. Δεν έχω σκοπό να αλλάξω ρότα, θα συνεχίσουμε σε αυτό το μοτίβο, γιατί θεωρώ ότι ταιριάζει στο προφίλ και στον ρυθμό της τράπεζας».