Υπάρχει µια οµάδα στο Facebook που ονοµάζεται «View from my window». Τα µέλη της ανεβάζουν καθηµερινά φωτογραφίες µε τη θέα που έχει ένα παράθυρο του σπιτιού τους, είτε αυτό βρίσκεται στην κουζίνα, είτε στο σαλόνι, είτε στην κρεβατοκάµαρά τους. Εγινα κι εγώ µέλος. Οχι για να ανεβάσω την (κάθε άλλο παρά) µεγαλειώδη θέα που έχει το δικό µου σπίτι στα µπαλκόνια των απέναντι µε τις σκουριασµένες µεταλλικές ντουλάπες, τις τεθλιµµένες γιούκες και τις γεµάτες κουτσουλιές από τα περιστέρια τέντες. Εγινα µέλος για να χαζεύω τις όµορφες φωτογραφίες που ανεβάζουν οι άλλοι, εικόνες από µικρούς παραδείσους από τους οποίους εγώ περνώ µόνο κατά τη διάρκεια των ταξιδιών µου, για να απορήσω κάθε φορά «για δες πού ζουν οι άνθρωποι!». Ετσι και τώρα µένω ξανά και ξανά µε το στόµα ανοιχτό θαυµάζοντας µέσα από διάφορα παράθυρα την οµορφιά των χιονισµένων νορβηγικών φιόρδ και των δασών του Καναδά. Τις κοκκινοπορτοκαλί και µοβ αποχρώσεις των σκωτσέζικων Ηighlands όταν ανθίζουν τα ρείκια. Τους πολύχρωµους ουρανούς της Ισλανδίας τα βράδια που τους επισκέπτεται το Βόρειο Σέλας. Τη θέα στην κατάφωτη πόλη από τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης, του Σικάγο, του Βανκούβερ, του Μαΐάµι και της Σιγκαπούρης. Τους τροπικούς κήπους των διώροφων ξύλινων κατοικιών στη Μπανγκόκ και στο Μπαλί. Τον συννεφιασµένο ορίζοντα (λίγο πριν από την καταιγίδα) πάνω από τα καταπράσινα βουνά της Νέας Ζηλανδίας. Τις κεραµιδένιες στέγες των παµπάλαιων ιστορικών κέντρων στις πόλεις της Ιταλίας, τις λευκές παραλίες της Κορνουάλης, τις παγωµένες λίµνες της Φινλανδίας, τα ξύλινα σπίτια µε τις καµινάδες που καπνίζουν στο Ζακοπάνε της Πολωνίας. Λέω τελικά να την κόψω την καθηµερινή συνήθεια του «View from my window» και να διαγραφώ από µέλος, αλλιώς µε βλέπω σύντοµα να πέφτω στα ψυχοφάρµακα. Κάθε νέα φωτογραφία λειτουργεί ως υπενθύµιση του κακάσχηµου αστικού περιβάλλοντος στο οποίο κινούµαστε εµείς. Ζηλεύω αφόρητα όλους όσοι ανεβάζουν µε υπερηφάνεια τη θέα που απολαµβάνουν καθηµερινά χωρίς να χρειαστεί να ταξιδέψουν, παραµένοντας στα σπίτια τους, ντυµένοι µε τις πιζάµες τους και ξαπλωµένοι στους καναπέδες τους. Εκείνων που ζουν σε κοινωνίες οι οποίες σέβονται τον άνθρωπο. Εβγαλα µια φωτογραφία, έτσι, για να το κάνω: Από τον δικό µου καναπέ φαίνεται τροµακτικά κοντά, στα τρία µέτρα, ένας ξεφλουδισµένος τοίχος, και πάνω του, αναρριχώµενοι, σωλήνες και καλώδια για τις αποχετεύσεις, για το γκάζι, για τις τηλεοράσεις, για το Internet των απέναντι. Eνας τοίχος που ούτε ανθίζει, ούτε πρασινίζει, ούτε τίποτε, αντίθετα παραµένει το ίδιο καταθλιπτικός όλες τις εποχές. Μοναδικές αλλαγές κάτι «Είµαστε εδώ, είµαστε πολλές, βγάλτε το σκασµό ξεφτίλες σεξιστές» και «Ανυπακοή και απειθαρχία, ούτε ένα ευρώ για την πλουτοκρατία» που γράφουν κατά διαστήµατα πάνω του µε σπρέι κάτι περαστικά παιδιά, από εκείνα που µε κάθε ευκαιρία επιβάλλουν ακόµα περισσότερη ασχήµια ως συστατικό της επανάστασής τους. Μπαίνω στον πειρασµό να ανεβάσω τη φωτογραφία του απέναντι τοίχου για να δω τι σχόλια θα µου γράψουν. Φοβάµαι όµως πως τότε θα µε αποκλείσουν από την οµάδα, θεωρώντας πως την ειρωνεύοµαι ή τη σαµποτάρω, µετατρέποντας, µε τη δική µου εικόνα, το ποιητικό «View from my window» σε «View from my window to Hell».