Ακόμη και όσοι απέχουν από τον κόσμο της μόδας και της ομορφιάς γνωρίζουν τον Αχιλλέα Χαρίτο ως τον έλληνα μακιγιέρ που έχει συνεργαστεί με τις πιο διάσημες εγχώριες και διεθνείς προσωπικότητες, από τη Ζωή Λάσκαρη, τη Μελίνα Μερκούρη και την Αγνή Μπάλτσα, μέχρι τη Ναόμι Κάμπελ και την Κλόντια Σίφερ. Και τις αγάπησε όλες. «Αν δεν τις αγαπάς, δεν μπορείς να δουλέψεις καλά» θα μας πει. Επίσης, δεν έχει κανένα απωθημένο. Είναι ευχαριστημένος με την πορεία και τις συνεργασίες του και δεν μπορεί να σκεφτεί κάποια ή κάποιον διάσημο που θα ήθελε διακαώς να βάψει και δεν τα κατάφερε. Αλλωστε, δεν ζει στο παρελθόν, ούτε το μυθοποιεί. Κοιτάζει το μέλλον. Τον συναρπάζουν οι αλλαγές που έχουν επιφέρει στη μόδα και στο μακιγιάζ η σαρωτική επικράτηση των κοινωνικών δικτύων και η απόλυτη ελευθερία που χαρακτηρίζει τη γενιά μας. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, κατορθώνει να μας δώσει μερικά tips για το πώς θα μπορούσαμε να έχουμε ένα σύγχρονο, κομψό και όμορφο look με απλές κινήσεις, τονίζοντας όμως ότι η τάση της εποχής είναι το «anything goes» και πως σημασία έχει να είμαστε ο εαυτός μας. Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να είμαστε εντελώς «εκτός μόδας».

Κύριε Χαρίτο, ποιες είναι οι τάσεις του μακιγιάζ για την εφετινή άνοιξη;

«Κάνω μια μικρή εισαγωγή λέγοντας ότι οι τάσεις προκύπτουν από τις μεγάλες εταιρείες, οι οποίες κατευθύνουν τη μόδα καταπώς προστάζει το κέρδος. Καθορίζονται από τα μεγάλα fashion shows και κάθε εταιρεία τις προσαρμόζει σε σχέση με τους στόχους, το βεληνεκές και το ηλικιακό target group της. Οι τάσεις, όμως, τα τελευταία πέντε χρόνια είναι περίπου στάσιμες. Είναι κάτι το αξιοσημείωτο που έχει συμβεί, καθώς η μόδα απελευθέρωσε τα κλισέ και τον τρόπο που δούλευε τα προηγούμενα χρόνια, ο οποίος όριζε ότι οι γυναίκες έπρεπε να είναι επιθυμητές, όμορφες, νέες και υγιείς. Αυτό άλλαξε ριζικά και πλέον ο τρόπος που λανσάρουν τις τάσεις είναι ότι πρέπει να είστε ο εαυτός σας και να είστε ελεύθερες. Και αυτό που είστε να το επιβάλλετε και στο περιβάλλον σας. Αυτό είναι μια μεγάλη τομή. Εγινε, φυσικά, για εμπορικούς λόγους, όμως βοήθησε και τους ανθρώπους. Τους έβγαλε από τα κλισέ τους. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει μια κατεύθυνση. Το κόκκινο χρώμα στα χείλη παραμένει στη μόδα. Επιστρέφει πολύ το λιπ γκλος μετά από μια αρκετά μακρά περίοδο που ήθελε τα χείλη να είναι πιο ματ. Οι υφές πλέον είναι πιο μαλακές και γυαλιστερές. Τάση είναι τα φυσικά φρύδια, αλλά όχι τα βαριά έντονα όπως ήταν πριν από πέντε χρόνια. Επίσης, το μπλε χρώμα στα μάτια παραμένει και μάλιστα από τις έντονες αποχρώσεις μέχρι το απαλό μπλε. Οι πορτοκαλί και οι κίτρινες σκιές έχουν την τιμητική τους. Το κοντούρινγκ επιτέλους δεν είναι πια στη μόδα. Αυτά είναι μια κατεύθυνση, αλλά ο καθένας κάνει ό,τι θέλει».

Δηλαδή δεν πρέπει να ακολουθούμε βασικούς κανόνες;

«Οι κανόνες του μακιγιάζ ισχύουν πάντοτε και είναι σωστοί. Είναι όμως μια βασική κατεύθυνση ώστε κάποιος που θέλει να βαφτεί και δεν είναι έμπειρος, να διευκολυνθεί. Είναι κάποιοι κανόνες προστασίας, ας πούμε, αλλά στην πραγματικότητα, και στην εποχή τη δική μας, με την απελευθέρωση του στυλ, και έχοντας ως μότο «πάνω από όλα να είσαι ο εαυτός σου», όλα είναι νομιμοποιημένα. Το βλέπω στους δρόμους της Αθήνας, αλλά και αλλού πιο έντονα, να βάφονται με περίεργα αϊλάινερ, τελίτσες στα μάτια, χρώματα στα μαλλιά, στα χείλη. Πλέον δεν μας κάνει καμία εντύπωση αν δούμε για παράδειγμα μια κοπέλα με κόκκινη σκιά στα μάτια. Παλιά λέγαμε όλοι εμείς οι επαγγελματίες ότι τα κοκκινωπά χρώματα στα μάτια κάνουν το δέρμα να φαίνεται λίγο σαν ερεθισμένο και είναι αλήθεια αυτό. Μπορεί όμως να είναι πολύ όμορφο το αποτέλεσμα».

Αυτό, εσάς ως επαγγελματία, σας απελευθερώνει;

Ναι. Φυσικά, εμείς, όταν κάνουμε το μακιγιάζ σε μια γυναίκα, εννοείται πως το ζητούμενο είναι να είναι και όμορφη, αλλά μου αρέσει αυτή η ελευθερία. Το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι ο πλανήτης δεν είναι αποκλεισμένος πια. Η επικοινωνία με τα κοινωνικά δίκτυα και το Διαδίκτυο είναι τόσο εύκολη που ξέρεις πολύ καλά τι γίνεται παντού, το μαθαίνεις αμέσως. Εψαχνα τις προάλλες τις τάσεις της μόδας για μια δουλειά. Στο παρελθόν πάντοτε κοίταζα τους έγκυρους τίτλους. Εφέτος ήταν η πρώτη φορά που είχαν αναρτήσει τις τάσεις της μόδας από 20 influencers. Μία ήταν από την Κίνα, άλλη από την Ινδονησία, τον Καναδά, την Ιταλία… Πλέον, είναι πολύ πιο «απλωμένο» το πράγμα και το κριτήριο των τάσεων ήταν ότι αυτά τα κορίτσια, παρατηρώντας και σχολιάζοντας τι είχε γίνει στις εβδομάδες μόδας, τα εφάρμοζαν στον εαυτό τους. Εβγαζαν φωτογραφίες τον εαυτό τους. Ολα αυτά βέβαια είναι πολύ ενδιαφέροντα και δυναμικά, όμως όλοι αυτοί οι άνθρωποι μειονεκτούν σε ένα σημείο: δεν έχουν τον χρόνο να αποκτήσουν πείρα. Γίνονται όλα τόσο γρήγορα που δεν προλαβαίνουν».

Αν είχατε να διαλέξετε μια εποχή, ποια θα σας ταίριαζε περισσότερο;

«Είμαι πολύ ευχαριστημένος από την πορεία μου και σε σχέση με τα μυαλά που είχα στην κάθε εποχή. Το μυαλό και τη σκέψη που έχω τώρα δεν τα αλλάζω με αυτά που είχα πριν από δέκα χρόνια. Η εποχή των 90s, ας πούμε, με τα top models που ακούγεται και ήταν μυθική, ταυτόχρονα είχε και μεγάλη ταλαιπωρία. Η πίεση για τα shows και τις φωτογραφίσεις ήταν αφόρητη. Βέβαια χαίρομαι που ήμουν μέρος όλου αυτού. Εκπαιδεύτηκα, έμαθα, ανέβασα κι εγώ τον δικό μου πήχη, αλλά αν με ρωτάτε αν θα ήθελα να το ξαναζήσω, θα έλεγα όχι».

Αρα, οι φωνές που ζητούσαν μια πιο ανθρώπινη μόδα δεν ήταν υπερβολικές. Οντως οι συνθήκες ήταν δύσκολες.

«Μπορώ να θυμηθώ κάποιες στιγμές με χαρά ή με νοσταλγία, αλλά το ότι έπρεπε να βάψω για μια επίδειξη την Κλόντια Σίφερ μέσα σε 20 λεπτά – μην πω 15, δεν είμαι σίγουρος -, με άψογο τρόπο, με πάρα πολλά φλας γύρω μου να απαθανατίζουν τη στιγμή, δεν είναι κάτι που θέλω να ξαναζήσω. Ηταν πολύ μεγάλη πίεση. Τρομερό το άγχος, με ένα κορίτσι που το ήξερα ελάχιστα. Σκεφτείτε ότι όταν ανάβει ένα φλας, προσωρινά δεν βλέπεις τη γραμμή που κάνεις και πρέπει να διακόψεις. Είναι πολύ δύσκολη συνθήκη για να δουλέψεις. Να βάψω πάλι την Κλόντια Σίφερ το θέλω φυσικά, αλλά με ωραίο φως, ησυχία και να έχω μία ώρα μπροστά μου».

Πώς ήταν να δουλεύετε με αυτές τις γυναίκες;

«Ολες αυτές είναι άψογοι επαγγελματίες. Μη δίνετε σημασία σε όλη την παραφιλολογία γύρω από το όνομά τους. Οταν ήταν να βάψω τη Ναόμι Κάμπελ, μου είχαν πει να προσέχω, ότι ήταν δύσκολος χαρακτήρας και ότι μπορεί να μου μιλούσε άσχημα. Μπαίνω στον χώρο που θα την έβαφα κι εκείνη καθόταν σε μια πολυθρόνα τρώγοντας τηγανητές πατάτες. Ηταν γύρω της άνθρωποι που της μιλούσαν και τους μιλούσε κι εκείνη. Υπήρχε μια δραστηριότητα. Της συστήνομαι και τη ρωτάω πού θα δουλέψουμε. Μου λέει: «Εδώ πώς είναι το φως;». «Μια χαρά» της λέω. Κάθομαι δίπλα της σε μια καρέκλα, ανοίγω τα πράγματα και με το που την άγγιξα έμεινε ακίνητη. Οταν λέμε ακίνητη, ακίνητη. Της μιλούσαν, δεν απαντούσε. Περνούσε κόσμος γύρω, δεν συμμετείχε σε τίποτα. Μόλις τελείωσα, της δίνω τον καθρέφτη, εγκρίνει και μου λέει: «Θέλω μια χάρη. Ο,τι μου έβαλες στο πρόσωπο, θα τα βάλουμε σε ένα δισκάκι και θα είσαι εκεί κοντά μου, όταν χρειαστεί να μου κάνεις ρετούς». Με το που μάζεψα τα πράγματά μου, άρχισε πάλι τις δραστηριότητες, τις συζητήσεις κ.ά. Είναι επαγγελματίας και ήξερε ότι έπρεπε να μείνει εντελώς ακίνητη για το μακιγιάζ διότι αυτό συνέφερε εκείνη. Να μη χάνει τον χρόνο της, και να μην έχω καμία δικαιολογία για λάθος αποτέλεσμα».

Τις Ελληνίδες πώς τις βλέπετε;

«Είναι μια πολύ ξεχωριστή κατηγορία στην Ευρώπη. Κατ’ αρχάς, έχουν ταμπεραμέντο. Τους αρέσουν τα χρώματα, η μόδα, να είναι όμορφες, ζωηρές, χαρούμενες. Αυτό δεν το έχουν άλλοι λαοί όσο εμείς. Ισως οι Ιταλοί. Είναι από τις πιο περιποιημένες γυναίκες της Ευρώπης και ακόμη και όταν το παρακάνουν, είναι τόσο χαριτωμένο το αποτέλεσμα και το υποστηρίζουν τόσο πολύ που εμένα μου αρέσει. Δεν μπαίνεις σε διαδικασία να το κριτικάρεις και να πεις «εδώ έχεις κάνει λάθος και αν έβαζες αυτό το κραγιόν θα ήταν πιο σοφιστικέ, πιο σικ». Μα γιατί να είναι σικ αν δεν θέλει; Οταν φύγουμε από τη σοβαροφάνεια όλα είναι μια χαρά. Το κλειδί είναι να βρούμε την προσωπικότητά μας και να προσαρμοστούμε σε αυτό. Πολλές φορές μού ζητούν να τις βάψω σαν κάποια που έχουν δει στο Instagram. Υπάρχει μια παραπλάνηση με τα χιλιάδες φίλτρα και το Photoshop. Εκεί πρέπει να εξηγήσω ότι αυτό που βλέπουν γίνεται μόνο με ειδικό φωτισμό και ότι η πραγματικότητα δεν έχει καμία σχέση».

Είπαμε λοιπόν για τις τάσεις. Μπορείτε να μας δώσετε έναν απλό οδηγό για το μακιγιάζ μας;

«Τι να κάνει λοιπόν μια γυναίκα, μέσα σε 10 λεπτά το πρωί. Να απλώσει μια χρωματιστή κρέμα στο πρόσωπό της, για να προστατεύσει την επιδερμίδα της από σκόνη, καυσαέριο και ηλιακή ακτινοβολία. Πλέον είναι απαραίτητο και όλες οι κρέμες έχουν μέσα και δείκτη προστασίας. Πρέπει να είναι από 30 και πάνω. Μετά, με ένα προϊόν, μολύβι, τζελ χρωματιστό ή βουρτσάκι να διορθώσει τα φρύδια της. Να είναι καλοσχηματισμένα, όμορφα και πυκνά, αν γίνεται. Με μια μαύρη μάσκαρα να βάψει τις βλεφαρίδες της για να ανοίξει το μάτι. Ισως και ένα κολλύριο να βοηθούσε σε αυτό. Στη συνέχεια, με ένα μπρόνζερ να δώσει στην επιδερμίδα της μια πιο υγιή-ηλιοκαμένη όψη, το οποίο θα χρησιμοποιήσει και σαν σκιά. Τελειώνουμε με ένα ωραίο λιπ γκλος. Ολη αυτή η ιδέα προσαρμόζεται πολύ εύκολα για βράδυ, αν κάνει ένα πολύ ωραίο κόκκινο ή ροζ στόμα και προσθέσει ένα ρουζ σε ροζ απόχρωση στα μάγουλα. Αν θέλει κάτι πιο έντονο, μπορεί να κάνει πολύ όμορφα smokey μάτια σε λαμπερή απόχρωση – το καφέ με το πορτοκαλί είναι μια ωραία ιδέα».