«Ηταν larger than life». Μια φράση που ακούγεται συχνά στο ντοκιµαντέρ της Βάλερυ Κοντάκου µε τίτλο «Η βασίλισσα της Νέας Υόρκης» («Queen of the Deuce»), αλλά ακόµα και αυτή η στερεοτυπική δήλωση πληθωρικότητας αδυνατεί να εκφράσει την τεκτονική δύναµη µιας γυναίκας η οποία προέβλεψε τις εξελίξεις, γλίτωσε τον θάνατο και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, διέσχισε τους ωκεανούς από την Ελλάδα στην Αµερική και πίσω ως τη Χάιφα για να πάρει πίσω τη ζωή της, για να γίνει τελικά µορφή της Times Square. Μια µεγάλη επιχειρηµατίας-ιδιοκτήτρια πολλών σινεµά ταινιών πορνό στην 8η Λεωφόρο, αλλά και του ελληνικού εστιατορίου Mykonos, µε τοιχογραφίες του βραβευµένου µε Οσκαρ Βασίλη Φωτόπουλου και πελάτες την αφρόκρεµα της αµερικανικής µεγαλούπολης. Η ιστορία της Τσέλι Γουίλσον, µιας θρυλικής προσωπικότητας για τους Ελληνες της Νέας Υόρκης και συγκεκριµένα του Μανχάταν, είναι απροσδόκητη, ανατρεπτική, εκκεντρική και διόλου πολιτικά ορθή. Και όπως όλα τα αντίστοιχα εθιστικά αφηγήµατα «from rugs to riches» που έβγαζε σωρηδόν η Αµερική του περασµένου αιώνα, έχει ένα δράµα στον πυρήνα του, εν προκειµένω ένα τραύµα βαθύ και ανεπούλωτο. Η σαρωτικά δυναµική Τσέλι (1908-1994) ήταν η µόνη από την οικογένειά της στη Θεσσαλονίκη που επέζησε του Ολοκαυτώµατος. Ισως αυτό εξηγεί εν µέρει γιατί έζησε τελικά τη ζωή της δίχως να νοιάζεται για τις συνέπειες των επιλογών της, όπως για τον ομοερωτικό σεξουαλικό της προσανατολισμό, αποφασισμένη να αδράξει κάθε ευκαιρία όταν αυτή άρχιζε να διαφαίνεται μπροστά της. Να πούµε βέβαια ότι οι ταινίες του αµερικανικού, αθώου τελικά «πορνό» της δεκαετίας του ’60 που πρόβαλλε όταν ξεκινούσε τις επιχειρήσεις της, σήµερα πιθανότατα θα έβρισκαν θέση στη βραδινή, ακόµα και στην απογευµατινή ζώνη της mainstream τηλεόρασης.

Η Μαρκίζα του κινηματογράφου Adonis με εξειδίκευση στο γκέι πορνό, τη δεκαετία του 70. Η Τσέλι Γουίλσον έμενε σε ένα διαμέρισμα στον επάνω όροφο.

Το όνομά της ήταν Τσέλι

Η ταινία της Κοντάκου, μια ελληνοκαναδική συμπαραγωγή (Εxile Fims και Storyline Entertainment αντίστοιχα), έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο DOC NYC της Νέας Υόρκης, ένα από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ ντοκιμαντέρ της Αμερικής, τον Νοέμβριο που μας πέρασε και συγκαταλέγεται στις ταινίες του προσεχούς 25ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Η ελληνοαμερικανίδα σκηνοθέτρια η οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη είχε γνωρίσει την Τσέλι – όποιος/α την ήξερε την αποκαλούσε πλέον με το μικρό της όνομα. Είχε μάλιστα εργαστεί part time τις Κυριακές στο ταμείο ενός από τους κινηματογράφους της για ένα φεγγάρι, τις ημέρες δηλαδή που προβάλλονταν σε αυτόν ελληνικές ταινίες με τους δημοφιλείς πρωταγωνιστές της εποχής. Γιατί η Τσέλι είχε ξεκινήσει την ενασχόλησή της με τα σινεμά προβάλλοντας τις δημοφιλείς ταινίες από την Ελλάδα στο κοινό των αποδήμων της Νέας Υόρκης, ωστόσο γρήγορα αντιλήφθηκε ότι οι business δεν θα εξελίσσονταν ιδιαίτερα σε αυτόν τον τομέα. Ο θείος της Κοντάκου, ο παραγωγός ελληνικών ταινιών Ηλίας Περγαντής, ήταν εκείνος που σύστησε στη Γουίλσον τη μητέρα της Κοντάκου καθώς έστελνε στην Τσέλι ταινίες για όλη την οικογένεια από την Ελλάδα. «Ηταν πολύ δυναμικός άνθρωπος, μπορούσε να προσαρμοστεί στα πάντα, ήταν ευχάριστη και τσαχπίνα, ετοιμόλογη, είχε φοβερό χιούμορ και σε έκανε να αισθάνεσαι πολύ ιδιαίτερη» θα την περιγράψει η Κοντάκου.

© Courtesy of Exile Films

Εικόνες από το animation που περιλαμβάνεται στην ταινία: η Τσέλι με τις λεσβίες φίλες της και με τους συμπαίκτες της στο πόκερ.
© Courtesy of Exile Films

Το αναδεικνύει και το υλικό της ταινίας, οι φωτογραφίες της γυναίκας με το σίγουρο βλέμμα, η αποφασιστικότητα του οποίου τρυπάει το χαρτί και την οθόνη αντίστοιχα, όπως και τα οικογενειακά φιλμάκια στα οποία η Τσέλι, με το γρέζι στη φωνή και πάντα με ένα τσιγάρο στο χέρι στο οχυρωμένο διαμέρισμά της με τσάντες πεταμένες εδώ κι εκεί να ξεχειλίζουν από χαρτονομίσματα πάνω από το θρυλικό σινεμά Adonis της 8ης Λεωφόρου όπου προβαλλόταν γκέι πορνό, είναι πάντα στο επίκεντρο, ακόμα και όταν βρίσκεται στην περιφέρεια του κάδρου. Η Κοντάκου παραθέτει και πολύ αρχειακό υλικό στην ταινία της, εικόνες της Νέας Υόρκης της δεκαετίας του ’70, όταν η πόλη ήταν παραδομένη στην ανομία αλλά και την ελευθερία, όπως και επίκαιρα από την εποχή του πολέμου. Η δε αφήγηση εμπλουτίζεται ευρηματικά με το animation της Καναδοϊνδής Αμπιλάσα Ντιβάν.


Η Τσέλι Γουίλσον στον γάμο της πρώτης κόρης της, Πολέτ, στα τέλη της δεκαετίας του 1950.
© Courtesy of the Wilson Family

Το πιστοποιούν βέβαια και όσες και όσοι μιλούν για αυτήν στην ταινία, μεταξύ των οποίων δύο από τα παιδιά της, οι κόρες της Πολέτ και Μπόντι, από τους δύο γάμους της – ο πρώτος με τον εβραίο Θεσσαλονικιό Μωυσή Μπουρλά, ο δεύτερος με τον επίσης εβραίο βρετανικής καταγωγής Ρεξ Γουίλσον -, ο άνδρας και γείτονάς της που της έκανε θελήματα, τα εγγόνια της. Την ταινία συνυπογράφει η Δέσποινα Παυλάκη, ενώ η έρευνα για την ανεύρεση προσώπων και οι συνεντεύξεις έγιναν μαζί με τον συγγραφέα Χρήστο Αστερίου, ο οποίος είναι συν-σεναριογράφος, καθώς πρωτάκουσε για την περίπτωση της Τσέλι όσο βρισκόταν στη Νέα Υόρκη ως υπότροφος του Fullbright.

Η καλή φίλη της Τσέλι, Μάχη, στο διαμέρισμα της 8ης Λεωφόρου.
© Courtesy of the Wilson Family

Η Κοντάκου, ιδρύτρια της ανεξάρτητης εταιρείας παραγωγής Εxile Films, είναι έμπειρη σκηνοθέτρια ντοκιμαντέρ, με φιλμογραφία που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την ταινία «Μάνα» (2015) – η οποία έγινε viral μετά την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι – βοηθώντας μάλιστα τις πρωταγωνίστριες να ανοικοδομήσουν το Λύρειο Παιδικό Ιδρυμα. Μετά από τέσσερις ταινίες μεγάλου μήκους είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να αφηγηθεί και την ιστορία της Τσέλι. «Νομίζω ότι ο κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι έτοιμος για να κάνει κάτι. Τη θαύμαζα πολύ στην εφηβεία μου γιατί έβλεπα μια γυναίκα που ήταν τόσο ανεξάρτητη, δραστήρια, δυναμική και καπάτσα, ένα πρότυπο για μια κοπέλα σε αυτή την ηλικία. Κάποια στιγμή, όμως, όταν μεγαλώνεις λίγο, αρχίζεις και αντιλαμβάνεσαι ότι δεν είναι όλα αυτά τόσο εντάξει. Δεν καταλάβαινα τότε ότι το soft porn ήταν τόσο διαφορετικό γιατί δεν παρακολουθούσα κιόλας τι κυκλοφορούσε γενικότερα. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκα: «Ηταν τόσο σπουδαία τελικά; Δεν εκμεταλλευόταν τις γυναίκες;». Κάποιες φορές πρέπει να φτάσεις σε μια ωριμότητα για να δεις τα πράγματα με μια ανοιχτή ματιά ώστε να αισθάνεσαι εντάξει με αυτά που κάνεις. Νομίζω ότι έπρεπε να φτάσω σε αυτή την ηλικία για να αισθανθώ άνετα να πω την ιστορία της» θα εξηγήσει η Κοντάκου.

Η Τσέλι (δεξιά) με τη Σίρλεϊ Μακ Λέι στο Mykonos το 1975. Το εστιατόριο λειτούργησε την περίοδο 1968-76.
© Courtesy of the Wilson Family

Η ιστορία της Τσέλι, λοιπόν, σεφαραδίτισσας εβραίας από τη Θεσσαλονίκη με καταγωγή από την Ισπανία, ξεκινά το 1908, όταν γεννιέται ως Ραχήλ Σερέρο και δείχνει από νωρίς ότι δεν είναι μια συνηθισμένη γυναίκα της εποχής της. Θες επειδή φορούσε παντελόνια, θες επειδή δεν είχε το αναμενόμενο μητρικό φίλτρο για να παίξει τον ρόλο της μαμάς όταν απέκτησε τα δύο παιδιά της με τον Μπουρλά και χώρισε νιώθοντας ότι δεν είναι αυτή η ζωή που θέλει να ζήσει, θες επειδή είχε αρχίσει να δραστηριοποιείται με επιχειρήσεις στην Αθήνα, θες επειδή ήταν από τις λίγες που αντιλήφθηκε έγκαιρα τον επερχόμενο κίνδυνο, μόλις οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Πολωνία το 1939. Ηταν η χρονιά που έφυγε για την Αμερική αφήνοντας πίσω στην Αθήνα την τετράχρονη κόρη της, Πολέτ, την οποία εμπιστεύθηκε σε μια γυναίκα με την εντολή να μην τη δώσει σε συγγενείς της αν έρχονταν να τη ζητήσουν. Ηταν μια καλά μελετημένη αν και ενστικτώδης κίνηση, καθώς τελικά όλοι τους αφανίστηκαν στο Αουσβιτς. Η Τσέλι ξεκίνησε μια νέα ζωή στις ΗΠΑ και η προσαρμοστικότητά της αποδείχθηκε το μεγάλο ατού της. Από ιδιοκτήτρια καντίνας μέσα σε ένα λούνα παρκ πέρασε στην προβολή επίκαιρων από την Ελλάδα στην ελληνική κοινότητα και τελικά στην ενοικίαση ενός κινηματογράφου στην 8η Λεωφόρο.

Με συνεργάτες της στη διάρκεια γυρίσματος.
© Courtesy of the Wilson Family

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, στην οποία περιλαμβάνεται ως σημαντικό κεφάλαιο και η συμμετοχή της στην Επιτροπή Βοήθειας προς την καταρρακωμένη Ελλάδα. Η Τσέλι που κατάφερνε να μετακινεί βουνά «είχε οδηγήσει ένα πλοίο με προορισμό την Ελλάδα στη Χάιφα του Ισραήλ για να πάρει τον γιο της από τον πρώτο της γάμο – τον μετέπειτα παραγωγό ταινιών Ντάνι Μπουρλά, ο οποίος είχε πάει στον πατέρα του μετά το διαζύγιο των γονιών του σύμφωνα με τα ήθη της εποχής – μαζί της στην Αμερική. Ο γιος της, ο οποίος είχε δουλέψει και με τον Νίκο Κούνδουρο, ήταν εκείνος που τη σύστησε στον Βασίλη Φωτόπουλο που ανέλαβε τα «murals» του εστιατορίου Mykonos. Η ίδια είχε εκτελέσει χρέη executive producer στην ταινία του Κούνδουρου «Το ποτάμι» του 1960, όμως όταν έπαιξε την ταινία σε κινηματογράφο της έκοψε το τέλος γιατί δεν της άρεσε» θα περιγράψει η Κοντάκου. H Tσέλι επέστρεψε και για την κόρη της και δημιούργησε στην Αμερική μια διευρυμένη, αντισυμβατική οικογένεια με τα τέσσερα, συνολικά, παιδιά της και αργότερα με τις τρεις φίλες της, με τις οποίες μοιράζονταν την ομοερωτικότητά τους. Η Τσέλι ήταν γκέι ή έστω bisexual και λέγεται ότι είχε ερωτευτεί τη Ρένα Βλαχοπούλου όταν την είχε συναντήσει σε ένα από τα ταξίδια της στην Ελλάδα. Εφυγε από τη ζωή στα 86 της χρόνια, έχοντας αφήσει λεπτομερείς οδηγίες για την κηδεία της, γιατί ακόμα και από τον άλλο κόσμο έπρεπε να έχει τον έλεγχο.

 

INFO

Η ταινία συµµετέχει στο διαγωνιστικό τµήµα του 25ου Φεστιβάλ Ντοκιµαντέρ Θεσσαλονίκης (προβάλλεται στις 10-11 Μαρτίου) και θα τη δούµε και στην Αθήνα (κινηµατογράφος Αστορ, 31/3 & 7/4).