Για µία ακόµα χρονιά οι κεντρικοί δρόµοι στο άλσος στο Πεδίον του Αρεως έχουν καταληφθεί από τα καταστήµατα του πασχαλινού παζαριού. Που χρόνο µε τον χρόνο επεκτείνεται. Καινούργια περίπτερα και νέα παιχνίδια παίρνουν θέση δίπλα στα παλαιότερα. Η ασχήµια (παράγκες, µουσαµάδες, πλαστικές σακούλες γεµάτες εµπορεύµατα ή σκουπίδια) επεκτείνεται, κρύβει πίσω της την οµορφιά των δέντρων. Τα µάρµαρα των δρόµων σπάνε και τρυπιούνται για να καρφωθούν οι βίδες που στηρίζουν τα κιόσκια. Μάρµαρα πληρωµένα από εµάς. Κάποια στιγµή (πολύ σύντοµα, φοβάµαι) θα χρειαστεί να τα αντικαταστήσουν µε νέα µάρµαρα. Μαντέψτε ποιοι θα τα πληρώσουν. Εµείς βέβαια. Που όλα αυτά τα χρόνια πληρώνουµε και ξαναπληρώνουµε αναπλάσεις και παρεµβάσεις και επιδιορθώσεις και νέες παρεµβάσεις και νέες επιδιορθώσεις και νέες αναπλάσεις, σε έναν χώρο ο οποίος δεν πρόκειται ποτέ να γίνει αυτό που θα έπρεπε να είναι: ένα φροντισµένο και ευπρόσωπο πάρκο για τους Αθηναίους. Ο λόγος είναι πως στην πραγµατικότητα κανένας από τους αρµοδίους δεν ενδιαφέρεται πραγµατικά για την αναβάθµισή του. Αν ενδιαφερόταν δεν θα το παραχωρούσε σε παζάρια που µόνο το υποβαθµίζουν. Δεν θα το είχε τόσο αφρόντιστο και βρώµικο. Δεν θα το γέµιζε ακαλαίσθητες πινακίδες. Δεν θα άφηνε τις υδάτινες ροές του σε αυτά τα χάλια, δεν θα παρόπλιζε το µεγάλο σιντριβάνι της κεντρικής πλατείας που δεν λειτουργεί ποτέ, δεν, δεν, δεν… Εχει µαλλιάσει η γλώσσα των περιοίκων να διαµαρτύρονται. Εχω κι εγώ, που µένω στη γειτονιά, βαρεθεί να γράφω ξανά και ξανά. Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα. Το πάρκο κάθε χρόνο είναι σε χειρότερη κατάσταση. Το ίδιο και το δασάκι πίσω από τα Δικαστήρια, το ίδιο και ο λόφος Φινοπούλου. Απερίγραπτη η εικόνα τους, απερίγραπτη η αδιαφορία και η κοροϊδία της Πολιτείας, κι ας προσπαθεί να την κρύψει πίσω από παζάρια, από γιορτές, φεστιβάλ και εικαστικά δρώµενα. Η ασχήµια δεν κρύβεται. Και όποιος θεωρεί πως υπερβάλλω, ας κάνει έστω ένα πέρασµα από τη βανδαλισµένη, πανβρώµικη, παρακµιακή πλατεία Πρωτοµαγιάς που συνοψίζει στα λίγα τετραγωγικά µέτρα της όλη την εγκατάλειψη και εξαθλίωση του κέντρου της Αθήνας. Γιατί, δεν ξέρω αν το µάθατε, αλλά κόντρα σε δηµοσιεύµατα που βλέπουν σε αυτό το χάλι την αναγέννηση νέων γειτονιών µε µοδάτα µαγαζιά για brunch και για καφεδάκι, µε εναλλακτικά εµπορικά και µε στέκια όπου τα νέα παιδιά απολαµβάνουν «την οµορφότερη πόλη του κόσµου», στην πραγµατικότητα γειτονιές όπως τα Εξάρχεια, η Νεάπολη, του Γκύζη και η Κυψέλη µυρίζουν ούρα, είναι πνιγµένες στα γκραφίτι και γερνούν µε τον πιο θλιβερό τρόπο. Ετσι γερνάει και µαραίνεται και το Πεδίον του Αρεως. Με φτηνή µουσική στη διαπασών από τα ηχεία του πασχαλινού παζαριού, µε τα σκυλιά να αφοδεύουν πάνω στο γκαζόν (όπου σε λίγη ώρα κάποιοι θα καθίσουν για να φάνε τους λουκουµάδες που προµηθεύτηκαν από το διπλανό κιόσκι) και µε τους περαστικούς να αναρωτιούνται αν τα εσώρουχα που µόλις αγόρασαν προς δέκα ευρώ τα πέντε έχουν γερά λάστιχα ή αν µετά το πρώτο πλύσιµο θα είναι κατάλληλα µόνο για σφουγγαρόπανα.