Χρειάστηκε να ανοίξει ξανά ο κύκλος του αίματος «διά λόγους τιμής», αυτή τη φορά στα Βορίζια της Κρήτης, για να αναδειχθεί στη δημόσια σφαίρα το ζήτημα της οπλοκατοχής. Αν και στην ελληνική και ευρωπαϊκή κουλτούρα η οπλοκατοχή δεν αποτελεί μια γενικευμένη πρακτική, επενδεδυμένη με ιστορικά και πολιτικά φορτία όπως στις ΗΠΑ, ωστόσο θέτει κρίσιμα ερωτήματα για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις συνθήκες της κοινής μας συμβίωσης. Ας δούμε, λοιπόν, πώς αποτυπώνονται οι κοινωνικές αντιλήψεις σε μια σειρά ερωτήματα που επιχειρούν να χαρτογραφήσουν αυτό το πεδίο.

Ξεκινώντας από το επί της αρχής ερώτημα «υπέρ ή κατά της οπλοκατοχής», προκύπτει ότι μια σαφής κοινωνική πλειοψηφία την αντιμετωπίζει αρνητικά: το 78% τάσσεται κατά και μόλις το 13% υπέρ – αν και επίσης περίπου 1 στους 10 απαντά αυθόρμητα ότι «εξαρτάται από την περίσταση». Καταρχήν, λοιπόν, φαίνεται ότι δεν υπάρχει έδαφος κοινωνικής αποδοχής για την κατοχή όπλων από πολίτες. Προκύπτουν όμως ήδη ορισμένες διαφοροποιήσεις.

Αναδεικνύεται μια έμφυλη διάσταση, καθώς οι άνδρες τάσσονται περισσότερο υπέρ απ’ ό,τι οι γυναίκες (19% έναντι μόλις 6%). Εύλογα, θα πει κανείς, καθώς οι άνδρες είναι πιο εξοικειωμένοι με την κατοχή και χρήση όπλου, είτε αυτό οφείλεται στο συμβολικό φορτίο της οπλοχρησίας, είτε στους στερεοτυπικούς κοινωνικούς ρόλους που επιφυλάσσονται σε κάθε φύλο, είτε ακόμη στην εμπειρία της στράτευσης.

Διαφαίνεται ακόμη μια μεγαλύτερη αποδοχή της οπλοκατοχής στις νεότερες γενιές (και δη στην gen Z με 28%, έναντι μόλις 7% στους boomers). Ενδεχομένως χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση για να δούμε εάν αποτελεί ένδειξη μεγαλύτερης εξοικείωσης των νεότερων με τη βία ή και μιας εντονότερης αίσθησης ανασφάλειας.

Η αποδοχή της οπλοκατοχής έχει επίσης πολιτικό πρόσημο. Ενισχύεται όταν κινούμαστε δεξιότερα στο φάσμα της πολιτικής αυτοτοποθέτησης, για να φτάσει στο 29% στους δεξιούς – αλλά και στο 24% σε όσους εκφράζουν θετική γνώμη για την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, στην ατζέντα του οποίου (αν και σε διαφορετικό πολιτισμικό πλαίσιο) η οπλοκατοχή κατέχει εξέχουσα θέση.

Αν αυτή είναι η μεγάλη εικόνα, ας επιχειρήσουμε να τη δούμε τώρα από κάποιες επιμέρους σκοπιές, όπου διακρίνονται ενδιαφέρουσες αποχρώσεις. Πρόκειται για επιχειρήματα που εκφέρονται στο πλαίσιο της συζήτησης για το θέμα της οπλοκατοχής. Θα τα ονομάζαμε αντίστοιχα: το Επιχείρημα της Αυτοπροστασίας, της Βίας και της Παράδοσης.

Το Επιχείρημα της Αυτοπροστασίας συνδέει την οπλοκατοχή με την αυτοπροστασία σε ατομικό επίπεδο, πέρα δηλαδή από την προστασία που εγγυώνται οι δημόσιοι θεσμοί οι οποίοι διαθέτουν αυτό που ο Μαξ Βέμπερ αποκαλούσε μονοπώλιο της νομιμοποιημένης άσκησης βίας (στρατός, αστυνομία κ.λπ.). Στη διατύπωση «Καλό είναι να έχεις ένα όπλο για να μπορείς να προστατεύεις τον εαυτό σου και την οικογένειά σου» εμφανίζεται ένα ποσοστό συμφωνίας 26% έναντι 64% που διαφωνούν. Οταν, δηλαδή, η κατοχή και ενδεχόμενη χρήση όπλου συνδέεται με τη δυνατότητα προστασίας των οικείων μας, αποκτώντας και συναισθηματικό φορτίο, τότε διευρύνεται το έδαφος αποδοχής της.

Στους αντίποδες βρίσκεται το Επιχείρημα της Βίας, που θεωρεί ότι η διάδοση της κατοχής/χρήσης όπλων θα επιτείνει τη βία και την εγκληματικότητα αντί να την περιορίσει. Με την άποψη ότι «Η οπλοκατοχή φέρνει περισσότερους φόνους και κάνει τις κοινωνίες πιο βίαιες» διαπιστώνεται ένας πολύ ισχυρός βαθμός συμφωνίας, της τάξης του 82%, ενώ μόλις 1 στους 10 φαίνεται να διαφωνεί.

Παρόμοια εικόνα διαμορφώνεται και σε ό,τι αφορά το Επιχείρημα της Παράδοσης, σύμφωνα με το οποίο η οπλοκατοχή αποτελεί μέρος της (τοπικής) παράδοσής μας και πρέπει να γίνεται σεβαστή ως πολιτισμικά νομιμοποιημένη πρακτική. Ωστόσο, η συντριπτική πλειονότητα δεν συντάσσεται με αυτή την άποψη. Και πάλι οι 8 στους 10 (81%) διαφωνούν, ενώ μόνο 1 στους 10 συμφωνεί.

Και στις τρεις αυτές παραμέτρους, η έμφυλη διάσταση είναι παρούσα. Οι άνδρες συμφωνούν περισσότερο απ’ ό,τι οι γυναίκες τόσο με το Επιχείρημα της Αυτοπροστασίας όσο και με το Επιχείρημα της Παράδοσης (32% έναντι 19% και 16% έναντι 6% αντίστοιχα). Αντίστροφα, οι γυναίκες ενστερνίζονται πιο ένθερμα το Επιχείρημα της Βίας, ότι δηλαδή η οπλοκατοχή επιτείνει τη βία και την εγκληματικότητα (86% έναντι 78%).

Το πολιτικό πρόσημο είναι επίσης εμφανές. Οταν κινούμαστε δεξιότερα στο πολιτικό φάσμα, αλλά και σε όσους εκφράζονται θετικά για τον Ντ. Τραμπ, οι ερωτώμενοι τείνουν να είναι περισσότερο ανοιχτοί σε επιχειρήματα υπέρ της οπλοκατοχής. Για παράδειγμα, με το Επιχείρημα της Αυτοπροστασίας συμφωνούν κατά 45% οι δεξιοί (έναντι μόνο 12% στους αριστερούς) και κατά 39% όσοι αξιολογούν θετικά τον Ντ. Τραμπ (έναντι 17% σε όσους τον αξιολογούν αρνητικά).

Στη γενεακή διάσταση, οι μεγαλύτερες γενιές μοιάζει να είναι περισσότερο επιφυλακτικές από τις μικρότερες: οι boomers κατά 91% συμφωνούν ότι η οπλοκατοχή φέρνει περισσότερη βία (έναντι 62% στην gen Z), ενώ αντίστροφα η gen Z συμφωνεί κατά 40% με την άποψη ότι το όπλο μπορεί να είναι μέσο αυτοπροστασίας (έναντι 28% στους millennials και 21% σε gen X και boomers).

Τέλος, από τη σκοπιά της γεωγραφίας, ενώ η περιοχή Κρήτης/νησιών Αιγαίου, που βρέθηκε στο επίκεντρο της επικαιρότητας με αφορμή τα Βορίζια, δεν παρουσιάζει άνω του μέσου όρου ποσοστά αποδοχής της οπλοκατοχής όταν μιλάμε επί της αρχής, στις επιμέρους διαστάσεις εμφανίζει σχετικά μεγαλύτερη αποδοχή του Επιχειρήματος της Αυτοπροστασίας (33%) και της Παράδοσης (20%).

Συνοψίζοντας, φαίνεται ότι η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία τάσσεται σαφώς εναντίον της πρακτικής της οπλοκατοχής, θεωρώντας ότι φέρνει περισσότερη βία παρά προστασία. Ταυτόχρονα, όμως, διακρίνεται ένα μοτίβο σχετικά μεγαλύτερης αποδοχής της στους άνδρες, στις νεότερες γενιές και σε δεξιόστροφα ακροατήρια. Εδώ, λοιπόν, υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να ασκήσει την παιδαγωγική της λειτουργία, στο πεδίο της κουλτούρας και των αντιλήψεων, μια δημοκρατική Πολιτεία που ενδιαφέρεται να εκτοπίσει τη βία από το πλαίσιο της κοινής μας συμβίωσης.

Διαβάστε ολόκληρη την έρευνα

Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός αναλυτής, επικεφαλής πολιτικής και κοινωνικής έρευνας Metron Analysis.