Γιορτάσαμε τον «Δεκαπενταύγουστο» πριν λίγες ημέρες, γιορτή που, κατακαλόκαιρο, επαναφέρει, ιδίως στην Ελλάδα, το ιερό στη ζωή της χώρας μας.
Σοβαρά ζητήματα παραμένουν άλυτα στις δημοκρατικές μας κοινωνίες για τις σχέσεις θρησκείας και κράτους. Ζητήματα που αναδύονται διαρκώς, όπως πρόσφατα στη χώρα μας για το συμβατό της εικόνας του Χριστού στις αίθουσες των δικαστηρίων. Αλλά και όλη η συζήτηση για τις μεταναστευτικές ροές στην Ευρώπη από χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής έχει στη βάση της την ανησυχία για τη διατήρηση της χριστιανικής ταυτότητας της ηπείρου.
Στη φιλελεύθερη δημοκρατία, στο πολίτευμα δηλαδή της χώρας μας, πόσο το ιερό εξακολουθεί να διέπει τον δημόσιο βίο; Πόσο η διχοτόμηση ιερού και πολιτικής μπορεί να προχωρήσει, πόσο ο «Δεκαπενταύγουστος» – με ό,τι συμβολίζει – είναι υπόθεση αποκλειστικά του ιδιωτικού μας βίου;
Η ερμηνεία του κόσμου
Η κλασική φιλελεύθερη δημοκρατία δεν έχει τη δική της ερμηνεία του κόσμου. Σ’ αυτήν πρέπει να συνυπάρξουν χριστιανοί και άθεοι, μουσουλμάνοι και κομμουνιστές, αγνωστικιστές ή αδιάφοροι. Δεν έχουν όλοι την ίδια αντίληψη για τη δημιουργία του κόσμου, την επέμβαση του θείου στην υλική πραγματικότητα. Στη σκέψη του χριστιανού, το Big Bang και ο δαρβινισμός πρέπει να συμβιβαστούν με ό,τι αναφέρει για τη δημιουργία της γης και της ζωής η Βίβλος. Κι έτσι, η πραγματικότητα, ο κόσμος ολόκληρος, στον οποίο ζουν ένας χριστιανός και ένας άθεος, δεν είναι ο ίδιος. Η φιλελεύθερη δημοκρατία τούς επιτρέπει όμως να συμβιώνουν και να συνεργάζονται.
Για πολλούς συμπατριώτες μας, η Παναγία είναι δίπλα τους, προστάτις και αρωγός στις δύσκολες ώρες της ζωής τους, τόσο ζωντανή όσο και οι άνθρωποι που τους περιβάλλουν. Για τους πιστούς, η Θεία Κοινωνία είναι σώμα και αίμα του Σωτήρα τους, όχι επικίνδυνη πρακτική σε περίοδο Πανδημίας. Στην ερμηνεία του κόσμου όπου ζουν, το ιερό είναι το βασικό εργαλείο για την κατανόησή του, το μέσο για την απόδοση νοήματος στη ζωή τους.
Και δεν είναι λίγοι.
Από τα 8,2 δισεκατομμύρια ανθρώπους που ζουν σήμερα στον πλανήτη μας (population.un.org, worldmeters.info), έγκυρα στοιχεία (Pew Research Center) δείχνουν ότι ταυτίζεται με συγκεκριμένη θρησκευτική ομάδα το 75% από αυτούς – πιστεύουν δηλαδή στην ύπαρξη Θεού – και ότι το 55% πιστεύει σε μια μονοθεϊστική θρησκεία, είναι δηλαδή χριστιανοί, μουσουλμάνοι ή εβραίοι.
Στην Ευρώπη, στο σύνολο, το 65% με 70% των ατόμων ταυτίζονται ως χριστιανοί και στις Ηνωμένες Πολιτείες το 62% με 74% (Pew Research Center, gordonconwell.edu). Ολοι αυτοί πιστεύουν σε έναν Χριστό που κατήλθε στη γη από τους ουρανούς, έκανε θαύματα, σταυρώθηκε και αναστήθηκε, και θεωρούν τον κόσμο δημιούργημα θεϊκής βούλησης, στον οποίο υπάρχει ζωή μετά θάνατον.
Η εκκοσμίκευση της ηθικής
Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες, όμως, δεν αρκεί η πλειοψηφία του λαού να πιστεύει σε κάτι για να στηριχθεί ο νομοθέτης σ’ αυτό, ώστε να επιβάλει περιορισμούς και σε όσους δεν συμμερίζονται την ίδια πίστη. Πρέπει η βάση της νομοθέτησης να είναι ένα πειστικό επιχείρημα για όλους.
Ετσι, για τις αμβλώσεις και την ευθανασία, για τις οικογενειακές σχέσεις και τον γάμο, ακόμη και για την αιμομιξία, η συζήτηση για τις κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις δεν διεξάγεται με αναγωγή σε ιερά κείμενα, αλλά με ωφελιμιστικά επιχειρήματα, του είδους γενετικές ανωμαλίες, αδυναμία ορισμού ορίων, πόνος σε διαμορφωμένου ανθρώπινο ον, δημογραφικές προτεραιότητες.
Ενώ συγχρόνως, όπου το ιερό παραμένει τόσο ισχυρό στον δημόσιο βίο και στις λειτουργίες του κράτους, ώστε να κινδυνεύει να δημιουργήσει ανισότητες και καταπίεση στη μεταχείριση των ατόμων (όπως λ.χ. η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, η ορκωμοσία στην ανάληψη καθηκόντων ή στις μαρτυρίες, η κατήχηση στην εκπαίδευση), το αποβάλλουμε ή το εξισορροπούμε, απωθώντας την επικυριαρχία του.
Μέχρι ποιου σημείου;
Στις ΗΠΑ, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι η θρησκευτική ελευθερία δεν μπορεί να φτάσει μέχρι του σημείου που να δίνει το δικαίωμα να απαιτήσεις το κράτος να φανεί εχθρικό στις θρησκείες. Οτι δεν μπορεί να διεκδικείς την κατεδάφιση ενός σταυρού που στέκεται επί εκατό χρόνια για να τιμά τους ήρωες ενός πολέμου. Και ότι είναι άλλο το ζήτημα αν, σήμερα, θα μπορούσε να ανεγερθεί το ίδιο μνημείο (American Legion v. American Humanist Association, 2019).
Τα σύμβολα αμύνονται. Η ταυτότητά μας ως προσώπων είναι η μνήμη μας. Kαι η εθνική ταυτότητα ενός λαού είναι η ιστορική του μνήμη. Σε αυτήν αναπόφευκτα σμιλεύεται και το ιερό. Οπως στην Ελλάδα, όπου είναι αδιανόητο σήμερα να φύγει ο σταυρός από τη σημαία, ακόμη και αν απλός νόμος, όχι το Σύνταγμα, διέπει τη χάραξή του σ’ αυτήν.
Ο γάμος στην Κανά
Ο Ιησούς με τη μητέρα του παρευρίσκονται σε έναν γάμο στην Κανά της Γαλιλαίας. Το κρασί τελειώνει, και η μητέρα του Ιησού το αντιλαμβάνεται. Ενημερώνει τον γιο της. «Δεν ήρθε ακόμη η ώρα μου» της απαντά. «Κάντε αυτό που θα σας πει» λέει η μητέρα του στους υπηρέτες. Και το νερό γίνεται κρασί (Ιωάν. 2:1-11).
Το επεισόδιο αυτό αρκεί από μόνο του για να εξηγήσει τη λατρεία στην Παναγία που τρέφουμε οι ευρωπαϊκοί λαοί του Νότου. Η φροντίδα της για τον άνθρωπο, η θέλησή της να βοηθήσει, ξεπερνούν τους φυσικούς νόμους, ακόμη και το θείο σχέδιο («Δεν ήρθε ακόμη η ώρα μου»). Και κάμπτει, προστάτις και αρωγός στην αντίληψη των πιστών της, κάθε αντίσταση, ακόμη και του θεανθρώπου γιου της.
Στις σκοτεινές ώρες της κρίσης που περάσαμε πριν από δέκα χρόνια, η πολιτική ενός υπουργού φίλης χώρας – που έγινε σύμβολο σκληρότητας για πολλούς Ελληνες – ήταν ανεξήγητη σε έναν λαό που δεν τον εμπνέει η τιμωρία χάριν παραδειγματισμού, αλλά η συγχώρηση εμπρός στον ανθρώπινο πόνο.
Στην Ελλάδα, όσο και αν προσπαθούμε να βάλουμε σε παρένθεση το ιερό στον δημόσιο βίο μας, αυτό επιβιώνει ως ακατάλυτη αντίληψη ηθικής, που αναδύεται ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές ή μη πεποιθήσεις των ηγετών μας.
Συμπονούμε και συγχωρούμε, δείχνουμε επιείκεια και κατανόηση, ίσως περισσότερο από ό,τι πρέπει. Οπως έδειχνε, όπως δείχνει σε εμάς η μητέρα μας, με την οποία ενδόμυχα ταυτίζουμε τη μορφή της Παναγίας.



