Οι παραδοσιακές φορεσιές κάθε περιοχής είναι σημάδι πολιτισμού και ταυτόχρονα σύμβολο: οι κοινωνίες που την περιβάλλουν όπως είναι, ο τρόπος ζωής όπως προβάλλεται, η κοινότητα και ο πολιτισμός της, οι κώδικες και η σημασία τους.
Η έρευνά μας για τις παραδοσιακές φορεσιές και χορούς της περιοχής μάς έφερε στην πόρτα της Βούλας και της Μαρίας Μάνου, μελών του γυναικείου αγροτουριστικού συνεταιρισμού «Πελαγονία». Οι δυο τους, σε συνεργασία με άλλα μέλη του συνεταιρισμού, έραβαν όλα αυτά τα χρόνια τις φορεσιές της Φλώρινας με υπομονή και μεράκι. Επαιρναν το νήμα άβαφο και του έδιναν χρώμα και μορφή.
Μας αφηγούνται μια ιστορία, από εκείνες που θυμούνται με τις κυρίες και γελούν αλλά και νοσταλγούν: «Κάποτε μας παρήγγειλαν να φτιάξουμε ζωνάρια και ποδιές. Επρεπε να πάρουμε το νήμα άσπρο και να το βάψουμε. Τότε τις μπογιές τις αγοράζαμε από τον Μεκάση, που είχε το μαγαζάκι του δίπλα από το κτίριο του συλλόγου «Αριστοτέλης». Θυμάμαι πως έκανε τις εφημεριδούλες χωνάκια από μόνος του και μέσα εκεί μας έβαζε τις μπογιές. Πήραμε τις μπογιές και τα νήματα και πήγαμε σε ένα κτήμα που είχε πηγάδι. Βγάζαμε νερό με τον κουβά. Ανάψαμε καζάνι, αραιώσαμε την μπογιά, έγινε η βαφή. Ελα όμως που έπρεπε να αραιώσουμε κι άλλο τη βαφή και το πηγάδι στέρεψε και δεν είχε νερό! Φοβισμένες για το αποτέλεσμα βάψαμε τα νήματα μπορντό αντί για κόκκινο. Και περιμέναμε ανήσυχες τις αντιδράσεις. Το χρώμα τελικά είχε μεγάλη επιτυχία και άρεσε σε όλους!».
Οι παραδοσιακές φορεσιές της Φλώρινας διαφέρουν ανάλογα με το φύλο, την ηλικία και την κοινωνική τάξη, αλλά και με την εποχή του έτους. Ηταν o καθρέφτης της κοινωνικής θέσης και της οικονομικής κατάστασης του καθενός και εναλλάσσονταν, ανάλογα με την περίσταση, σε πιο επίσημη ή σε πιο λιτή και καθημερινή. Κάθε χωριό είχε και διαφορετική ενδυμασία. Οι περιοχές του κάμπου και οι ορεινές είχαν βασικές διαφορές, καθώς οι φορεσιές των ορεινών χωριών αποτελούνταν από μαλλί ενώ αυτές των πεδινών από λεπτότερα υφάσματα. Στις φορεσιές των ευκατάστατων οικογενειών παρατηρούνταν αντιθέσεις σε σύγκριση με εκείνες των κατωτέρων οικονομικά.
Η προσθήκη χρυσών λεπτομερειών και περισσότερων κεντημάτων αποτελούσε ένδειξη οικονομικής και κοινωνικής υπεροχής. Κάθε φορεσιά ξεχωριστά απαιτούσε μεγάλη προετοιμασία και λεπτομέρεια. Τα χρώματα που χρησιμοποιούσαν δεν ήταν τυχαία αλλά στοχευμένα, διότι φρόντιζαν να είναι όλα χρωματικώς σε αρμονία με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία και μέρη της φορεσιάς. Τα συνηθέστερα ήταν το βυσσινί, το σκούρο μπλε, το πράσινο και το κίτρινο.
Η συμμαθήτριά μας Χριστιάννα Κωνσταντινίδου συμπληρώνει το ρεπορτάζ με τη δική της διήγηση: «Μια μέρα, καθώς η γιαγιά μου έψαχνε στο παλιό ξύλινο σεντούκι, ανέσυρε τη φορεσιά της προγιαγιάς μου της Χριστίνας. Οταν την έβγαλε, το φως που έπεφτε πάνω της την έκανε να λάμπει, σαν να είχε απορροφήσει όλες τις ιστορίες και τις αναμνήσεις του παρελθόντος. Αυτή η φορεσιά υπήρξε η αφορμή για τη γιαγιά μου να μου διηγηθεί την ιστορία του γάμου της προγιαγιάς μου, της Χριστίνας, με τον προπάππο μου, τον λεβέντη τον Παντελή. Ο Παντελής ήταν ένα όμορφο παλικάρι, που προερχόταν από την οικογένεια Γκιτσκάλη με 3 παιδιά, όλα αγόρια. Ηταν κοινοτάρχης του παλαιού Δήμου Περάσματος επί Κατοχής και ήταν και γεωργοκτηνοτρόφος με πολλά ζώα και στρέμματα. Αντίθετα, η Χριστίνα προερχόταν από μια πολύ φτωχή οικογένεια καταγόμενη από το χωριό Ατραπός Φλώρινας. Ομως αυτό δεν αποτέλεσε εμπόδιο στην αγάπη τους».
Και συνεχίζει: «Αυτή την παραδοσιακή στολή που φόρεσε η προγιαγιά μου στον γάμο της τη φοράω τώρα εγώ η δισεγγονή της που της μοιάζω και πάρα πολύ!».

Η μαθήτρια Χριστιάννα Κωνσταντινίδου με την παραδοσιακή φορεσιά της προγιαγιάς της.
Οι παραδοσιακοί τοπικοί χοροί
Η Φλώρινα έχει διδάξει στα παιδιά της να χορεύουν, και μάλιστα να χορεύουν πολύ! Ο χορός για τους Φλωρινιώτες είναι τρόπος ζωής, είναι τρόπος έκφρασης, διασκέδασης, εκτόνωσης, αλλά και διατήρησης της παράδοσης. Μερικοί από τους χορούς αυτούς είναι ο Λεβέντικος, ο Συρτός ή Πουστσένο, ο Χασάπικος ή Ζάραμο, η Συμπεθέρα, η Ομορφούλα ή Αλωνιώτικος, ο Γερόντικος ή Στάρτσκο στα τέσσερα, ο Λέοτο ή Γραπτσάρτσε, ο Ακριτικός ή Μπουφιώτικος, τα Αρραβωνιάσματα, ο Μπεράτικος, ο Συρτός κ.ά. Η κυρία Πανδώρα Βακάλη αφηγείται: «Η χαρά μας ήταν τα πανηγύρια.

Η κυρία Πανδώρα Βακάλη του γυναικείου αγροτουριστικού συνεταιρισμού «Πελαγονία».
Στον Ατραπό ακόμη και σήμερα φορούν τις βελούδινες φορεσιές ως επίσημο ένδυμα. Στα πανηγύρια ξεκινούσαν οι πιο μεγάλοι σε ηλικία με έναν αργό χορό. Με έναν συρτό ή έναν χασάπικο. Οι άνδρες πρώτα. Τα παιδιά ήταν πιο πίσω. Με αυτόν τον τρόπο μάθαιναν από μικρά όλους τους χορούς. Θυμάμαι τον παππού μου μπροστά με μια πετσέτα υφαντή. Οι παντρεμένες γυναίκες, αν ήθελαν να χορέψουν, έμπαιναν δίπλα από τον σύζυγο.
Μετά οι μεγάλοι σταματούσαν και έμπαιναν οι νέοι στον χορό. Πρώτα τα αγόρια. Τα κορίτσια παραπίσω. Οι πιο τολμηροί, αν ήθελαν μια κοπέλα, της έπιαναν το χέρι στον χορό και το έσφιγγαν τόσο δυνατά, σαν να περνούσε ρεύμα! Ετσι δήλωναν τον έρωτά τους».