Δύο διαφορετικά πρόσωπα σε ό,τι αφορά την Τουρκία παρουσιάζει η Ευρώπη. Την ώρα που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με την έκθεσή του ζητούσε να παραμείνει «παγωμένη» η ενταξιακή πορεία της γειτονικής χώρας, η Γερμανία μισάνοιγε την προοπτική πώλησης Eurofighter σε αυτή.
Ο νέος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε ότι θα πρέπει να αποφασίσει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για το αν θα παραδώσει μαχητικά αεροσκάφη στην Τουρκία, αν και όπως είναι γνωστό το Βερολίνο ήταν ανάχωμα σε αυτή την προοπτική, την ώρα που άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ακόμα και το Παρίσι, έχουν υποκύψει στην πίεση του Λονδίνου για την πώληση των Eurofighter στον μόνο, είναι η αλήθεια, ενδιαφερόμενο πελάτη.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις, ωστόσο η γνώμη του δεν είναι αμελητέα, ειδικά όταν στην έκθεσή του επισημαίνει τη «συνεχή επιδείνωση των δημοκρατικών προτύπων» στο εσωτερικό της.
Ειδικότερα, η έκθεση που συντάχθηκε από τον ισπανό ευρωβουλευτή των Σοσιαλιστών Νάτσο Σάντσες Αμόρ και εγκρίθηκε την Τετάρτη με 367 ψήφους υπέρ, 74 κατά και 188 αποχές, επισημαίνει ότι οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ έχουν «βαλτώσει από το 2018» λόγω της επιδείνωσης του κράτους δικαίου και υπό τις παρούσες συνθήκες η διαδικασία προσχώρησης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν μπορεί να επανεκκινήσει.
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάνει λόγο για «δεινή κατάσταση» και για «δημοκρατική οπισθοδρόμηση» στην Τουρκία κατά τον τελευταίο χρόνο. Εκφράζει, επίσης, τη βαθιά του λύπη για το γεγονός ότι, παρά την προσπάθεια δικαστικής μεταρρύθμισης, «η κατάσταση ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας στην Τουρκία παραμένει άθλια», καθώς εντοπίζεται συστηματική κυβερνητική παρέμβαση και «πολιτική εργαλειοποίηση του δικαστικού συστήματος».
Η καταδίκη του casus belli
Παράλληλα, στην έκθεση περιλαμβάνεται τροπολογία στην οποία καταδικάζεται σαφέστατα «η διατήρηση της επίσημης απειλής πολέμου (casus belli) κατά της Ελλάδας» σε περίπτωση που η χώρα μας ασκήσει το νόμιμο και αναφαίρετο δικαίωμά της να προχωρήσει στην επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.
«Ενα δικαίωμα νόμιμο και αναφαίρετο, σύμφωνα με το άρθρο 3 της Σύμβασης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που έχει ψηφιστεί και κυρωθεί από 168 χώρες και αποτελεί πλέον εθιμικό δίκαιο» όπως τονίζει η έκθεση.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκφράζει ακόμη την έντονη ανησυχία του για την πρόσφατη σύλληψη και απομάκρυνση από το αξίωμά του του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου για κατηγορίες που φέρονται να σχετίζονται με διαφθορά και τρομοκρατία, αλλά και για την απαγόρευση των διαδηλώσεων υποστήριξης στο πρόσωπό του. «Το ΕΚ εκφράζει τον αποτροπιασμό του για την απόφαση προσωρινής απαγόρευσης όλων των διαδηλώσεων στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες επαρχίες σε όλη τη χώρα και την καταστολή ειρηνικών διαδηλώσεων» αναφέρεται συγκεκριμένα.
Το σώμα των αντιπροσώπων των κρατών-μελών της ΕΕ θεωρεί ότι πρόκειται για μια «πολιτικά υποκινούμενη κίνηση που αποσκοπεί στην αποτροπή ενός νόμιμου αντιπάλου από το να θέσει υποψηφιότητα στις επερχόμενες εκλογές και ότι με αυτές τις ενέργειες οι σημερινές τουρκικές αρχές ωθούν περαιτέρω τη χώρα προς ένα πλήρως αυταρχικό μοντέλο».
Η επίσκεψη Ερντογάν στα Κατεχόμενα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στην έκθεση υπάρχει τροπολογία που περιλαμβάνει καταδίκη της πρόσφατης επίσκεψης του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στα Κατεχόμενα: «Το ΕΚ καταδικάζει την πρόσφατη παράνομη επίσκεψη του προέδρου Ερντογάν στις κατεχόμενες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς επίσης και τις προκλητικές δηλώσεις, που θέτουν σε κίνδυνο τις προσπάθειες του ΟΗΕ, της ΕΕ και της διεθνούς κοινότητας καθώς και άλλων μερών που εμπλέκονται στην προσπάθεια επανέναρξης ουσιαστικών συνομιλιών εντός του συμφωνημένου πλαισίου» είναι η ακριβής αναφορά.
Επιπλέον, εκφράζεται η βαθιά ανησυχία σχετικά με όλες τις μονομερείς ενέργειες οι οποίες αποσκοπούν στη μόνιμη διαίρεση της Κύπρου και στρέφονται κατά της επανένωσης.
Σύμφωνα μάλιστα με κυπριακά μέσα, η τουρκική διπλωματία κινητοποιήθηκε έντονα τα τελευταία 24ωρα πριν από την ψήφιση της έκθεσης προκειμένου να αποτρέψει την υιοθέτηση των συγκεκριμένων τροπολογιών.
Πιο συγκεκριμένα, ο τούρκος πρεσβευτής στις Βρυξέλλες συναντήθηκε με τον εισηγητή της έκθεσης Νάτσο Σάντσες Αμόρ και του ζήτησε να αποσυρθούν οι συγκεκριμένες τροπολογίες, λαμβάνοντας όμως αρνητική απάντηση και το μήνυμα ότι μια τέτοια απαίτηση δεν μπορεί να ικανοποιηθεί.
Η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας
Ετσι κι αλλιώς, η διαδικασία που αφορά την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ έχει εδώ και αρκετά χρόνια ατονήσει. Μπορεί η Αγκυρα να υπέγραψε την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Τελωνειακή Ενωση ήδη από το 1995, ενώ έχει αναγνωριστεί ως υποψήφια προς ένταξη χώρα από το 1999, ωστόσο από τους 35 τομείς πολιτικής ή αλλιώς «κεφάλαια», στα οποία διαιρείται το σύνολο της νομοθεσίας της ΕΕ και τα οποία, σύμφωνα με τη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, πρέπει να καλύψει ένα κράτος για να γίνει μέλος της Ενωσης, έχουν τεθεί προς διαπραγμάτευση τα 16, ενώ συμφωνία έχει υπάρξει μόνο ως προς το ένα. Αλλωστε και ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει κάνει εδώ και χρόνια στροφή στο ζήτημα, απομακρυνόμενος όλο και περισσότερο από την ΕΕ, ενώ δεν δείχνει διατεθειμένος να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις και να προσπαθήσει να εκπληρώσει τα προαπαιτούμενα για την ένταξη. Επιπλέον, η Τουρκία φαίνεται πως γεωπολιτικά επενδύει σε έναν διαφορετικό ρόλο, εκείνον της περιφερειακής δύναμης, ο οποίος δεν συνάδει με την ένταξή της στην Ενωση των 27 ευρωπαϊκών κρατών-μελών.
Επιπλέον, ζητήματα όπως η εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού εκ μέρους της Τουρκίας έχουν μεγαλώσει ακόμα περισσότερο το χάσμα μεταξύ της ίδιας και της ΕΕ τα προηγούμενα χρόνια. Πριν από μόλις έξι χρόνια άλλωστε, το 2019, ο κ. Ερντογάν, απευθυνόμενος προς την Ενωση, δήλωνε: «Μη μας απειλείτε, έχουμε 4 εκατομμύρια πρόσφυγες» απαντώντας τότε στα περιοριστικά μέτρα που επέβαλε το Συμβούλιο των ευρωπαίων ΥΠΕΞ στη χώρα του λόγω μη εγκεκριμένων γεωτρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα ο τούρκος πρόεδρος έχει κάνει στροφή και επιδιώκει να αποκτήσει ξανά στενές σχέσεις με την ΕΕ, συμμετέχοντας στην αμυντική θωράκιση της Ευρώπης. Με τις ΗΠΑ να πιέζουν την Ευρώπη για αύξηση των αμυντικών δαπανών και με απροσδιόριστο τον ρόλο τους στο ΝΑΤΟ, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχουν μεταβάλει και εκείνες την οπτική με την οποία αντιμετωπίζουν την Αγκυρα.



