«Κάθε ενεργειακό έργο, είτε πρόκειται για αγωγούς, σταθμούς επαναεροποίησης LNG ή καλώδια διασύνδεσης, εμπεριέχει διακριτές γεωστρατηγικές διαστάσεις και καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις διακρατικές ισορροπίες στην περιοχή που αναπτύσσεται». Βασισμένη σε αυτή τη ρήση παλαιών διπλωματών η Αθήνα επιχειρεί να αναβαθμίσει το γεωπολιτικό αποτύπωμά της στην Ανατολική Μεσόγειο διά της συμμετοχής της σε μια σειρά από εγχειρήματα που αφορούν τόσο τον τομέα του φυσικού αερίου όσο και αυτόν της πράσινης ενέργειας.

Στην κατεύθυνση αυτή η ελληνική πρωτεύουσα αναδεικνύει κατά κύριο λόγο το αυξημένο αμερικανικό ενδιαφέρον για έρευνες στις πιθανές πλουτοπαραγωγικές πηγές στη λεκάνη δυτικά, νοτίως και ανατολικά της Κρήτης, εκπεφρασμένο πλέον εμπράκτως από την Exxon Mobil και τη Chevron, τις δύο μεγαλύτερες παγκοσμίως πετρελαϊκές εταιρείες.

Σε αντίστοιχο πλαίσιο συμπεριλαμβάνονται η ενίσχυση της εσωτερικής κατανάλωσης αλλά και η προοπτική δυναμικής έναρξης εξαγωγών αμερικανικού LNG από τον κάθετο διάδρομο προς την Κεντρική Ευρώπη, με την Αθήνα να εκφράζει την αισιοδοξία της ότι η διευρυμένη ενεργειακή συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα φέρει τις δύο πλευρές εγγύτερα και σε πολιτικό επίπεδο, λειτουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο υπέρ της θωράκισης των συμφερόντων της χώρας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Κόμβος LNG

«Η Ελλάδα είναι αυτοτελής αγορά κατανάλωσης LNG αλλά και δυνάμει πύλη εισόδου αμερικανικής ενέργειας προς την ηπειρωτική Ευρώπη» εξηγούν στο «Βήμα» πηγές από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, επισημαίνοντας μάλιστα ότι απώτερη προοπτική είναι η ενεργοποίηση του κάθετου διαδρόμου προς Βορρά, με τελικό σταθμό την Ουκρανία, ώστε η Αθήνα να συμβάλει δραστικά στη διαδικασία απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο.

Πράγματι, ήδη πριν από τη ρωσική εισβολή τον Φεβρουάριο του 2022 οι ποσότητες εισροών υγροποιημένου αερίου από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ελλάδα ήταν αυξημένες, φθάνοντας μάλιστα εν μέσω του πρώτου οκταμήνου του 2025 να καταλαμβάνουν μερίδιο κοντά στο 40% της συνολικής αγοράς, με τη χώρα να είναι η 15η σε κατανάλωση αμερικανικού LNG παγκοσμίως.

Βεβαίως, δεν ισχύει το ίδιο με τις εκροές από την Ελλάδα μέσω του κάθετου διαδρόμου προς την Ευρώπη, καθώς το κόστος του αμερικανικού σε σχέση, για παράδειγμα, με το ρωσικό αέριο είναι πολλαπλάσιο, σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνοντας ακόμα και σε ποσοστό άνω του 100%, με αποτέλεσμα όσες προσπάθειες έχουν γίνει προς πώληση σε χώρες της Ενωσης να πέφτουν στο κενό.

Οι προοπτικές ενεργοποίησης του κάθετου διαδρόμου μέσω του σταθμού επαναεροποίησης της Αλεξανδρούπολης (FSRU) θα βρεθούν στο επίκεντρο του συνεδρίου που διοργανώνουν από κοινού Αθήνα και Ουάσιγκτον (σε επίπεδο υπουργείων Ενέργειας) στην ελληνική πρωτεύουσα στις 5-7 Νοεμβρίου με τη συμμετοχή 20 κρατών της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και των Βαλκανίων, εξαιρουμένης της Τουρκίας.

Βασικό ζητούμενο είναι η μείωση της τιμής του αμερικανικού LNG έτσι ώστε ακόμα και πριν από την οριστική διακοπή της παροχής του ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη (στο τέλος του 2027) να διεκδικηθεί αξιόλογο μερίδιο αγοράς.

Το σύνθημα προς τους Αμερικανούς είναι «ρίξτε τις τιμές για να έχετε περισσότερους πελάτες». Για την υλοποίηση, βεβαίως, του εγχειρήματος θα απαιτηθεί ενίσχυση των υφιστάμενων υποδομών, αλλά και η συμπερίληψη πλωτών μέσων FSRU, τα οποία σύμφωνα με πληροφορίες είναι ήδη διαθέσιμα.

Στην Αθήνα εκτιμούν ότι εάν επιτευχθεί ο στόχος, και ένα μεγάλο ποσοστό φυσικού αερίου που καταναλώνει η Ευρώπη περνά από ελληνικό έδαφος, θα ενισχυθούν κατά κόρον τόσο η οικονομική όσο και, κυρίως, η γεωπολιτική θέση της χώρας, ενώ ταυτοχρόνως θα προωθηθούν έτι περαιτέρω οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις.

Ο Τραμπ και η Τουρκία

Εμπειρος διπλωμάτης επισημαίνει στο «Βήμα» ότι η αμερικανική παρουσία στα ενεργειακά εγχειρήματα επί ελληνικής επικράτειας «θα λειτουργήσει ως σκέπη των συμφερόντων της Αθήνας στην ευρύτερη περιοχή», ενώ κυβερνητικό στέλεχος υπενθυμίζει ότι η Ουάσιγκτον δίνει τα τελευταία χρόνια ειδικό βάρος στην Αλεξανδρούπολη και ως διαμετακομιστικό κόμβο, επίσης με τελικό προορισμό την Ουκρανία. «Δεν θα χρησιμοποιούσα τον όρο “σκέπη”» λέει στο «Βήμα» ανώτερη διπλωματική πηγή, προσθέτοντας όμως ότι «το αμερικανικό ενδιαφέρον είναι πραγματικό. Η ενέργεια είναι ο μοχλός, αλλά η σχέση μας με το Ισραήλ είναι η εγγύηση τόσο για την εμβέλειά μας στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις».

Στο σκεπτικό αυτό πρέπει να προστεθούν και τα λεγόμενα της ορκισθείσας, πλέον, πρέσβειρας Κίμπερλι Γκίλφοϊλ κατά την ακρόασή της το περασμένο καλοκαίρι στην αρμόδια επιτροπή, όπου και ανέδειξε τόσο τη σημασία του σχήματος 3+1 (Ελλάδα –  Κύπρος – Ισραήλ υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών) όσο και τη στήριξη της αμερικανικής διοίκησης στα ενεργειακά έργα της Ανατολικής Μεσογείου.

Επιπλέον, η συζήτηση περί μεγέθυνσης της προσόδου αμερικανικών εταιρειών παγκόσμιου βεληνεκούς, ειδικά σε ευρωπαϊκό έδαφος, εκτιμάται ότι μπορεί να λειτουργήσει ως μαγνήτης ενδιαφέροντος του αμερικανού προέδρου για όσα συμβαίνουν στην ευρύτερη περιοχή, με τον Λευκό Οίκο πάντως να κρατά ακόμη κλειστά τα χαρτιά του για τα τεκταινόμενα της Ανατολικής Μεσογείου.

Ο άξονας Ελλάδας – Τουρκίας παραδοσιακά προσλαμβάνεται από την Ουάσιγκτον ως μια δεύτερη, αλλά ισχυρή γραμμή άμυνας τόσο έναντι της ρωσικής επιθετικότητας όσο και σε σχέση με την ταραγμένη Μέση Ανατολή, με τον Ντόναλντ Τραμπ να επικεντρώνεται πάντως όχι στις γεωπολιτικές αλλά, κυρίως, στις επιχειρηματικές (business) διαστάσεις που υποκρύπτονται στις διμερείς σχέσεις.

Σε αυτό το πλαίσιο, υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές στέκονται και στην αντίστιξη όσων συμβαίνουν στους τομείς της ενέργειας Ελλάδας – Τουρκίας, και δη σε αυτούς του φυσικού αερίου, επισημαίνοντας ότι την ώρα που η Αθήνα επιχειρεί να επεκτείνει τη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες ο Τραμπ απαιτεί από την Αγκυρα να απεξαρτηθεί από το ρωσικό αέριο, ως προϋπόθεση μάλιστα για την άρση των αμερικανικών κυρώσεων έναντι της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, μεταξύ των οποίων και τα F-35.

«Δεν υπάρχει περίπτωση στο ορατό μέλλον οι Τούρκοι να αποκοπούν από το ρωσικό αέριο, θα δημιουργηθεί τεράστια αναστάτωση στην οικονομία τους» λένε στο «Βήμα» οι ίδιες πηγές, ενώ και οι πρώτες επίσημες αντιδράσεις από κυβερνητικά στελέχη στην Τουρκία υποδεικνύουν ότι η ενεργειακή απεξάρτηση από τη Μόσχα είναι σχεδόν ανέφικτη.

Chevron και καλώδια

Η παρουσία της Chevron στα τεμάχια «Κρήτη-1» και «Κρήτη-2» ερμηνεύθηκε κατά ριπάς από την ελληνική κυβέρνηση ως επιβεβαίωση, έστω έμμεση, των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε περιοχή μέρος της οποίας αμφισβητείται από το τουρκολιβυκό μνημόνιο.

Ακόμα και αν στην ελληνική πρωτεύουσα αντιλαμβάνονται ότι οι ιδιωτικές εταιρείες δεν αναγνωρίζουν κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα, είναι βέβαιοι ότι η Τουρκία θα διστάσει να αντιδράσει επί του πεδίου στρεφόμενη έναντι μιας αμερικανικής εταιρείας, όπως για παράδειγμα έκανε στην κυπριακή ΑΟΖ με τη γαλλική Total και την ιταλική ENI. Αρα η Αθήνα πιστεύει ότι διά της συνέργειας με τη Chevron ενισχύει συνολικότερα τη γεωπολιτική θέση της στην Ανατολική Μεσόγειο.

Το παραπάνω βεβαίως δεν ισχύει στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας –  Κύπρου, με την Αγκυρα να έχει επιβάλει, τουλάχιστον προσώρας, τη δική της λογική, στη βάση της οποίας «κανένα ενεργειακό εγχείρημα δεν θα γίνει στην περιοχή χωρίς την άδεια ή τη συμμετοχή της Τουρκίας».

Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, την επόμενη περίοδο η Αθήνα θα επικεντρωθεί και στην ηλεκτρική διασύνδεση με την Αίγυπτο, ένα έργο μέρος του οποίου διέρχεται από την ελληνοαιγυπτιακή ΑΟΖ, προκειμένου να αποδείξει ότι είναι σε θέση να δρα, άρα και να προβάλλει τη σημαία της, χωρίς απαραιτήτως την αμερικανική υποστήριξη.