Η Πρωτοχρονιά στον ελληνικό Βορρά θα έχει εφέτος βιεννέζικη φινέτσα. «Sissy», αυτός είναι ο τίτλος των τριών εορταστικών συναυλιών που θα δώσει η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης υπό τον μαέστρο Μιχάλη Οικονόμου, στις 1, 2 και 3 Ιανουαρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Η αναφορά στην αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας (τη Σίσσυ του τίτλου) προφανής. Στο επίκεντρο του προγράμματος βρίσκεται εξάλλου η εμπνευσμένη από τη ζωή της οπερέτα «Sissy» (1932) του Φριτς Κράισλερ. Δίπλα στα αποσπάσματα από το έργο θα ακουστούν δημοφιλή ορχηστρικά μέρη, άριες και ντουέτα του Γιόχαν Στράους του νεότερου, του Φραντς Λέχαρ αλλά και του δικού μας Σπυρίδωνος Σαμάρα, με σολίστες τη σοπράνο Καταρίνα Ρούκγκαμπερ και τον τενόρο Πίτερ Λόνταλ.
Στα μουσικά μέρη θα παρεμβάλλονται μικρές πρόζες από την ηθοποιό Ελενα Μεγγρέλη, «γέφυρες» που θα μας μεταφέρουν στα σαλόνια της λαοφιλούς Σίσσυ αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές της αντισυμβατικής προσωπικότητάς της. Πρόκειται για πρόγραμμα πρωτότυπο, με ιδιαίτερη δομή, το οποίο, όπως επισημαίνει και ο Μιχάλης Οικονόμου, «είναι κεφάτο, είναι εύληπτο, είναι εορταστικό, την ίδια όμως στιγμή είναι και ένα πρόγραμμα εξαιρετικά δύσκολο για τους μουσικούς της ορχήστρας».
Τελικά η οπερέτα είναι πιο απαιτητικό είδος από όσο πιθανόν νομίζουν όσοι τη θεωρούν υποδεέστερη από την όπερα;
«Σίγουρα! Εχει τις ίδιες απαιτήσεις με μια όπερα, ενίοτε και μεγαλύτερες. Εργα όπως αυτά που θα ακουστούν στη συναυλία μας μπορεί σε μια πρώτη ανάγνωση να φανούν απλά γιατί έχουν μελωδίες που αμέσως περνάνε στο κοινό, αλλά στην πραγματικότητα όλοι αυτοί οι συνθέτες έχουν γράψει με τέτοια τρομακτική τελειότητα και αρτιότητα, απαιτούν τέτοια δεξιοτεχνία, που τίποτε δεν είναι εύκολο. Οπως συμβαίνει και με τον Μότσαρτ: Ακούς κάτι πολύ γοητευτικό και φαινομενικά απλό, αλλά στην πραγματικότητα είναι ό,τι πιο δύσκολο μπορεί να παίξει ένας μουσικός· μια πρόκληση για να αποδείξει τις δυνατότητές του. Ετσι, σαν πρόκληση αντιμετωπίζουμε και εμείς το πρόγραμμα που παρουσιάζουμε».
Ποιο είναι τελικά το ζητούμενο; Πώς πρέπει να ακούγονται αυτές οι συνθέσεις ώστε να αναδεικνύονται και να επικοινωνούν με το σύγχρονο κοινό;
«Πρέπει να λάμπουν σαν ακριβά διαμάντια. Είναι όμως τόσο λεπτεπίλεπτες, τόσο πυκνές σε ρυθμούς και μελωδίες… Ολα γίνονται πολύ γρήγορα και αυτό απαιτεί από τους μουσικούς μεγάλες τεχνικές δεξιότητες, ειδικά στους έγχορδους. Για παράδειγμα στην εισαγωγή από τη “Νυχτερίδα”, με την οποία θα ανοίξουμε το πρόγραμμά μας, αυτό που καλούνται να κάνουν οι μουσικοί δεν διαφέρει από εκείνο που κάνουν όποτε ερμηνεύουν ένα δύσκολο κοντσέρτο. Και δεν αρκεί να ξεπεράσουν τις τεχνικές δυσκολίες και να αποδώσουν με ακρίβεια και ταχύτητα τα τέμπι της παρτιτούρας, δεν αρκεί να παίξουν τις νότες, πρέπει να τις κάνουν να ακούγονται εύκολες, και να αναδείξουν την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του έργου».
Η ιδέα για τις πρόζες; Ποιος ο ρόλος τους;
«Η ιδέα ήταν του διευθυντή της ΚΟΘ, του Σίμου Παπάνα, και μου άρεσε πολύ. Ετσι, με την πρόζα δένουν με πολύ όμορφο τρόπο τα μουσικά κομμάτια. Είναι εξαιρετικά και τα κείμενα που έχει γράψει η Ανθή Σαββάκη, ακούγονται ευχάριστα και μεταφέρουν ωραίες πληροφορίες».
Μαζί με τον Στράους και τον Κράισλερ θα ερμηνεύσετε και ένα ντουέτο από την οπερέτα του Σαμάρα «Η Κρητικοπούλα». Αυτό πώς προέκυψε;
«Είναι γνωστή η αγάπη της αυτοκράτειρας Ελισάβετ για τη χώρα μας καθώς και η σχέση της με τον έλληνα συγγραφέα και ποιητή Κωνσταντίνο Χρηστομάνο, ο οποίος υπήρξε δάσκαλός της. Σκεφτήκαμε λοιπόν να εντάξουμε στο πρόγραμμα και κάτι ελληνικό. Το ντουέτο από την “Κρητικοπούλα” ταίριαζε εξαιρετικά δίπλα στα άλλα κομμάτια. Η αλήθεια είναι πως παιδεύτηκα αρκετά για να φτιάξω το πρόγραμμα, για να διαλέξω τα αποσπάσματα από μία “δεξαμενή” με εκατοντάδες έργα και για να τα βάλω στη σωστή σειρά μαζί με την Ανθή Σαββάκη – γιατί έπρεπε να βγαίνει κάποιο νόημα και για την Ανθή ώστε να δέσει τις πρόζες της. Νομίζω όμως ότι προέκυψε κάτι κομψό και ιδιαίτερο. Κάτι πραγματικά ψυχαγωγικό. Ανυπομονώ για τις αντιδράσεις του κοινού».
Γιατί τρεις εορταστικές συναυλίες και όχι μία, τη μέρα της Πρωτοχρονιάς, όπως γίνεται συνήθως;
«Γιατί αυτού του είδους οι συναυλίες γίνονται πάντα sold out και μένει πολύ κόσμος έξω. Αυτό δεν είναι ευχάριστο, εμείς θέλουμε να έρθουν και να μας ακούσουν όσο γίνεται περισσότεροι».
Η δική σας εμπειρία με την οπερέτα;
«Εχω κάνει πολλή οπερέτα στη μέχρι σήμερα καριέρα μου. Μου αρέσει περισσότερο από την όπερα και δεν ξέρω πόσοι μαέστροι θα το έλεγαν αυτό. Βρίσκω πως έχει ασύγκριτη χάρη. Οχι ότι η συμφωνική μουσική και η όπερα δεν έχουν χάρη, αλλά την οπερέτα, δεν ξέρω πώς να το εκφράσω, τη βρίσκω την πιο “ακριβή” θεατρική μουσική που έχει γραφτεί ποτέ. Ας πούμε η “Νυχτερίδα” είναι για εμένα η πιο ωραία θεατρική μουσική στην ιστορία!
Η οπερέτα έχει υπέροχες μελωδίες, έχει τον συνδυασμό της μουσικής με την πρόζα, με το θέατρο, αλλά και το μπαλέτο. Ολα αυτά δημιουργούν ένα φαντασμαγορικό σύμπαν που με γοητεύει. Η ενορχήστρωση προσθέτει επιπλέον ενδιαφέρον: Οι οπερέτες δεν είναι συνήθως έργα μιας ήπιας ενορχήστρωσης όπως είναι οι όπερες του Μότσαρτ. Θέλουν μεγάλες ορχήστρες, έχουν πολλά πνευστά που πρέπει να ακουστούν αλλά πρέπει την ίδια στιγμή το συνολικό αποτέλεσμα να ακούγεται μαγικό και ανάλαφρο.
Οι σημαντικοί συνθέτες της οπερέτας καταφέρνουν να κάνουν αιθέρια μουσική με μεγάλες ορχήστρες, και αυτό κατά τη γνώμη μου κάνει τις συνθέσεις τους μοναδικές και μεγάλη πρόκληση για εμάς τους μουσικούς που καλούμαστε να τις αποδώσουμε. Μοιάζουν με μία περίτεχνη δαντέλα που την έχει υφάνει βάζοντας όλη την τέχνη της η πιο έμπειρη γιαγιά».
Μετά τη συναυλία της ΚΟΘ; Τι άλλο ετοιμάζετε για τους επόμενους μήνες;
«Εχουμε ένα πολύ όμορφο πρόγραμμα με τη Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ. Θα δώσουμε οκτώ συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μέχρι τον Μάιο, πρόκειται για ρεκόρ εμφανίσεων της ορχήστρας μας στον συγκεκριμένο χώρο. Με το τέλος της άνοιξης, τον Μάιο, έρχεται η Δεύτερη Συμφωνία του Μάλερ που νομίζω πως θα είναι μία από τις πολύ δυνατές στιγμές των τελευταίων ετών για την ορχήστρα μας και για τη Χορωδία της ΕΡΤ.
Επίσης στις 21 Ιουνίου θα παρουσιάσουμε την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν, πάλι στο Μέγαρο, δεν έχουμε κάνει ακόμα την επίσημη ανακοίνωση. Γενικά είμαι πολύ χαρούμενος από την πορεία της ορχήστρας! Εύχομαι να συνεχίσουμε έτσι, και μέσα στο 2026 να πάμε ακόμα καλύτερα!».






