ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Robert Powell: Ο πιο διάσημος «Χριστός» που δεν κατάφερε ποτέ να αναστηθεί απ’ τον ρόλο του

Robert Powell: Ο πιο διάσημος «Χριστός» που δεν κατάφερε ποτέ να αναστηθεί απ’ τον ρόλο του 1
Youtube

Ο Robert Powell δεν έπαιξε απλώς τον Ιησού. Τον ενσάρκωσε. Και ύστερα, έζησε τη ζωή του στη σκιά Εκείνου που κάποτε «φόρεσε».

ΑΠΟ ΣΙΝΤΥ ΧΑΤΖΗ

Υπάρχουν πρόσωπα που ταυτίζονται με ρόλους σε τέτοιο βαθμό, που η ίδια η ταυτότητά τους υποχωρεί. Όχι εξαιτίας έλλειψης ταλέντου ή εύρους, αλλά επειδή ο ρόλος που ενσάρκωσαν δεν ήταν απλώς ρόλος — ήταν σύμβολο, αρχέτυπο, εικόνα. Ο Robert Powell δεν έπαιξε απλώς τον Ιησού. Τον ενσάρκωσε. Και ύστερα, έζησε τη ζωή του στη σκιά εκείνου που κάποτε «φόρεσε».

Γεννημένος στο Salford της Αγγλίας το 1944, ο Powell μεγάλωσε χωρίς να έχει κάποιο εμφανές κάλεσμα προς τα φώτα. Σπούδασε νομικά, φλέρταρε με την ιδέα μιας ζωής σε αίθουσες δικαστηρίων, αλλά τελικά παραδόθηκε στη σκηνή. Το θέατρο υπήρξε η πρώτη του αγάπη. Εκεί καλλιέργησε μια μεστή φωνή και μια κίνηση αυστηρή και λεπτοδουλεμένη. Στην αρχή, έπαιζε τους δεύτερους ρόλους – νεαρούς στρατιώτες, εύθραυστους ήρωες, Ρωμαίους εραστές.

Πριν από τον ρόλο του Ιησού, ο Powell είχε χτίσει μια επιτυχημένη καριέρα στο θέατρο και την τηλεόραση. Είχε εμφανιστεί σε σειρές όπως το "Doomwatch" και είχε πρωταγωνιστήσει σε ταινίες όπως το "Mahler" (1974) του Ken Russell, όπου υποδύθηκε τον συνθέτη Gustav Mahler. Η ερμηνεία του αυτή του χάρισε ευρεία αναγνώριση και τον καθιέρωσε ως έναν από τους κορυφαίους ηθοποιούς της γενιάς του. Και μετά, το 1977, ήρθε το τηλεφώνημα.

Ο Franco Zeffirelli, ήδη διάσημος για τις μεταφορές του Σαίξπηρ και την οπερατική του αισθητική, τον κάλεσε να παίξει τον Ιησού στην τηλεοπτική υπερπαραγωγή Ιησού από τη Ναζαρέτ (Jesus of Nazareth). Ο ρόλος του Ιησού απαιτούσε μια βαθιά εσωτερική προετοιμασία. Ο Powell αφιέρωσε χρόνο στη μελέτη των Ευαγγελίων και των ιστορικών πηγών για να κατανοήσει τον χαρακτήρα που θα υποδυόταν. Σε συνεντεύξεις του, έχει αναφέρει ότι προσπάθησε να αποδώσει τον Ιησού ως έναν χαρακτήρα με βαθιά πνευματικότητα και εσωτερική δύναμη, αποφεύγοντας τις υπερβολές και τις στερεοτυπικές απεικονίσεις.

Η επιλογή του Powell ήταν ανατρεπτική. Δεν ήταν σταρ, δεν είχε το status ενός De Niro ή ενός Olivier. Αλλά είχε κάτι άλλο: μάτια σαν πληγωμένες θάλασσες, βλέμμα που μπορούσε να υποδηλώσει αγάπη, αγωνία και θεϊκή αποστασιοποίηση — ταυτόχρονα. Η ερμηνεία του ήταν καθηλωτική. Δεν υπήρχε υπερβολή, δεν υπήρχε θεατρινισμός αλλά δωρικότητα, ταπεινότητα και μια υπαρξιακή βαρύτητα που ξεπερνούσε την υποκριτική.

Ο ίδιος ο ηθοποιός είχε δηλώσει μετά τα γυρίσματα των εννέα μηνών: «Οι αντιλήψεις για τον Χριστιανισμό, πάντα με στενοχωρούσαν. Το μήνυμά του είναι τόσο απλό, αλλά τα διάφορα δόγματα το έκαναν πολύπλοκο. Και αυτό με έκανε να μη θέλω να ασχοληθώ με το θέμα "Χριστός". Πριν ξεκινήσω την ταινία, δεν είχα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη θρησκεία και δεν είχα καμία απολύτως άποψη για το πρόσωπο του Χριστού. Τώρα, πιστεύω στον Χριστό, ακόμα κι αν δεν πηγαίνω απαραίτητα σε κάποια εκκλησία. Πριν πάρω τον συγκεκριμένο ρόλο, οι γνώσεις μου για τον Ιησού ήταν πολύ περιορισμένες. Ό,τι θυμόμουν από το σχολείο και κάποιες θρησκευτικές ιστορίες. Έτσι άρχισα να μελετώ τη Βίβλο με πολλή προσοχή, κομμάτι – κομμάτι, κάτι που δεν είχα κάνει ποτέ μέχρι τότε».

Όπως είχε συμπληρώσει: «Για τη σκηνή της σταύρωσης, για 12 ημέρες δεν έτρωγα σχεδόν τίποτα για να δείχνω εξαντλημένος. Το ξύλο που κουβαλούσα ήταν πραγματικά ασήκωτο, επειδή ο Franco ήθελε να αποτυπωθεί επάνω μου το πραγματικό αίσθημα του πόνου. Και έτσι έγινε. Την πρώτη φορά που γυρίσαμε τη σκηνή, γλίστρησα και αν κάποιος δεν έπιανε τα σχοινιά και συγκρατούσε το ξύλο, θα είχα σπάσει τη μέση μου».

Μετά την πρεμιέρα, ο κόσμος τον έβλεπε στο δρόμο και γονάτιζε. Κυριολεκτικά. Σε πολλές χώρες, οι θεατές θεώρησαν πως είδαν το πρόσωπο του Ιησού – όχι απλώς μια ερμηνεία του. Ο Powell έγινε, χωρίς να το επιδιώξει, το ανθρώπινο πρόσωπο του Θεανθρώπου στη λαϊκή φαντασία. Η φήμη του εκτοξεύθηκε, αλλά ταυτόχρονα φυλακίστηκε. Όταν προσπαθούσε να πάρει άλλους ρόλους, οι σκηνοθέτες δίσταζαν. Πώς να δεις τον “Ιησού” να παίζει έναν κατάσκοπο; Πώς να τον πιστέψεις ως μοιραίο εραστή; Ο ίδιος παραδέχτηκε σε συνεντεύξεις πως ένιωσε αποκομμένος από τον εαυτό του – σαν να του είχε αφαιρεθεί η δυνατότητα να είναι άνθρωπος, γιατί όλοι ήθελαν να είναι Θεός.

Παρ’ όλα αυτά, συνέχισε. Μετά τον εμβληματικό ρόλο του ως Ιησούς, ο Robert Powell συνέχισε την καριέρα του σε διάφορους ρόλους, που όμως δύσκολα μπορούσαν να ξεπεράσουν την προβολή που του χάρισε η ερμηνεία του Χριστού. Εντούτοις, έκανε αρκετές αξιοσημείωτες εμφανίσεις και συνέχισε να αναπτύσσει τη φήμη του ως ηθοποιός με ποικιλία χαρακτήρων:

Μετά τον ρόλο του Ιησού, ο Powell συμμετείχε σε αρκετές τηλεοπτικές σειρές και ταινίες, όπου υπήρξε ιδιαίτερα γνωστός για την ερμηνεία του σε ρόλους που περιλάμβαναν στοιχεία μυστηρίου και έρευνας. Ένας από τους πιο αξιοσημείωτους ρόλους του ήταν στον χαρακτήρα του Richard Hannay στη σειρά The 39 Steps (1978), βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του John Buchan. Αυτή η σειρά ανήκει στο είδος του αστυνομικού θρίλερ και αναδείκνυε τις ικανότητες του Powell στο να υποδύεται τον έξυπνο και γεμάτο ένταση χαρακτήρα του επιθεωρητή.

Εκτός από το τηλεοπτικό έργο, ο Powell επίσης είχε ρόλους σε ταινίες δράσης και περιπέτειας, όπου συχνά υποδυόταν χαρακτήρες που αντιμετώπιζαν δύσκολες καταστάσεις, από στρατιωτικούς έως κατασκόπους. Συγκεκριμένα, εμφανίστηκε στην ταινία The Haunting of M (1979), έναν ψυχολογικό θρίλερ που μετέφερε τον Powell σε πιο σκοτεινούς και απειλητικούς ρόλους, μακριά από το θεϊκό πρόσωπο του Ιησού.

Ο Powell συνέχισε τη θεατρική του καριέρα, συμμετέχοντας σε αρκετές παραστάσεις κι αν και το θεατρικό του έργο δεν είχε τη δημοσιότητα των τηλεοπτικών του ρόλων, η ικανότητά του να αποδώσει βαθείς και πολυδιάστατους χαρακτήρες ήταν πάντα αναγνωρίσιμη και πολύτιμη. Εμφανίστηκε επίσης σε κωμικές σειρές, προσφέροντας στους θεατές μια άλλη διάσταση του ταλέντου του. Ωστόσο, δεν είναι αυτός ο τομέας που τον έκανε πιο γνωστό. Αργότερα, επέστρεψε στις τηλεοπτικές σειρές, όπως το Holby City (2001-2007), όπου υποδύθηκε τον χαρακτήρα του καθηγητή καρδιολογίας.

Δεν έπαψε ποτέ να εργάζεται, αλλά δεν ξέφυγε ποτέ πραγματικά από τον ρόλο που τον καθόρισε. Δεν τον αποκήρυξε – αντιθέτως, έδειξε σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Αλλά αναγνώρισε και το βάρος: «Μετά από εκείνον τον ρόλο, τίποτα δεν ήταν ίδιο», είχε πει κάποτε.

Η προσωπική του ζωή στάθηκε πιο σταθερή. Παντρεύτηκε τη χορεύτρια Barbara Lord (γνωστή από τις Pan’s People) και απέκτησαν δύο παιδιά. Σε αντίθεση με την κινηματογραφική του ζωή, η οικογένειά του έγινε καταφύγιο, τόπος πραγματικής ταυτότητας. Δε συμμετείχε σε σκάνδαλα, δεν αναζητούσε τα φώτα της δημοσιότητας.

Ο Powell είναι σήμερα 80 ετών (θα κλείσει τα 81 την 1η Ιουνίου). Παραμένει αναλλοίωτος μέσα στο συλλογικό μας ασυνείδητο, ένας αιώνιος Μεσσίας του BBC, ένας Χριστός που δε γερνάει, δεν αλλάζει, δε σπάει. Είναι ένας άνθρωπος που έζησε το παράδοξο: υποδύθηκε τον Χριστό με τόση αφοσίωση, ώστε ο κόσμος να ξεχάσει πως ήταν ηθοποιός. Μια ζωή αφιερωμένη σε έναν ρόλο που δεν ήταν ρόλος, αλλά εικόνισμα.

ΑΠΟΡΡΗΤΟ