Παρασκευή απόγευμα και μόλις έχει επιστρέψει σπίτι. Αυτό το διάστημα μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα σε γυρίσματα, πρόβες και φωτογραφίσεις. Η κούρασή της δεν μπορεί όμως να κρύψει τη χαρά της για όλα όσα ετοιμάζει για την εφετινή τηλεοπτική χρονιά. Λίγο πριν από την πρεμιέρα του πολυαναμενόμενου «Maestro» (Πέμπτη 13 Οκτωβρίου στις 22.30) η Μαρία Καβογιάννη μιλάει στο «Βήμα».

Σήμερα κάνει πρεμιέρα στο Megaτο «Maestro». Αδημονείτε για την πρεμιέρα;

«Αδημονώ και εγώ όπως και το κοινό. Εχω μεγάλη αγωνία να το δω, γιατί είναι μια σειρά που έχει ανεβάσει πάρα πολύ τον πήχη. Εχει τα εχέγγυα, την εικόνα, την αισθητική, την πλοκή, τους ήρωες μιας ταινίας. Είναι πάρα πολύ ιδιαίτερο όλο αυτό που δημιούργησε ο Χριστόφορος».

Τα τελευταία χρόνια η μυθοπλασία έχει ανέβει ποιοτικά. Θεωρείτε ότι αυτό οφείλεται και στις ξένες παραγωγές;

«Φυσικά. Είναι σίγουρο ότι μας έχουν επηρεάσει, και αυτό είναι πάρα πολύ παρήγορο. Γιατί προσπαθούν, παρόλο που δεν έχουμε τα οικονομικά μέσα των άλλων χωρών, και κάνουν πολύ ωραία πράγματα και εδώ στην Ελλάδα».

Οταν ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης σάς έκανε την πρόταση είπατε το ναι χωρίς δεύτερη σκέψη;

«Δέχθηκα πριν ακόμα μου το πει (σ.σ.: γελάει). Δεν μπορώ να σας περιγράψω τη χαρά μου όταν μου έκανε την πρόταση. Η συνεργασία με τον Χριστόφορο είναι ένα ταξίδι χαράς, συγκίνησης. Είναι ευλογία να δουλεύεις μαζί του. Είναι έρωτας, είναι αγάπη, είναι ό,τι ονειρεύεται ένας ηθοποιός».

Γνωριστήκατε στα γυρίσματα του «Ντόλτσε Βίτα». Κοιτώντας πίσω στον χρόνο περιμένατε να εξελιχθεί έτσι η σχέση σας;

«Πάντα πίστευα στον Χριστόφορο. Εβλεπα ότι από μικρός είχε αυτό το ταλέντο. Ηταν φοβερά εργατικό παιδί. Είχε μια αισθητική πολύ υψηλή. Το ένιωθα. Είναι μέσα στην καρδιά μου από τότε. Βέβαια να σας πω ότι έχουμε συναντηθεί και στους «Φρουρούς της Αχαΐας», όπου εκείνος έπαιζε και εγώ έκανα ένα πέρασμα. Δεν ήμασταν όμως στην ίδια σκηνή. Ξέρετε, μερικοί άνθρωποι περνούν από δίπλα μας, τους βλέπουμε και κάποια στιγμή γίνονται ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μας».

Στη σειρά υποδύεστε μια γυναίκα που βιώνει τη βία μέσα στο σπίτι της. Πώς αντιμετωπίζετε τον ρόλο σας;

«Η Μαρία είναι μια γυναίκα που όταν ανοίγει την πόρτα του σπιτιού της φαίνεται μια γλυκιά γυναίκα και μπορεί ο κόσμος γύρω της να πιστεύει ότι είναι και μια ευτυχισμένη γυναίκα. Οταν όμως η πόρτα κλείνει τα πράγματα αλλάζουν. Επειδή αυτό που έχει γράψει ο Χριστόφορος συμβαίνει στη ζωή μας, και το έχει αντιμετωπίσει με μεγάλη προσοχή και ευαισθησία, αυτός ο ρόλος είναι μια κραυγή. Νιώθω μια μεγάλη ευθύνη. Οτι εγώ είμαι το στόμα αυτών των γυναικών. Αυτό και με συγκινεί και με θυμώνει. Νιώθω αυτό που μπορεί να υφίσταται μια γυναίκα που κακοποιείται. Πιστεύω ότι θα ταυτιστούν πολλοί άνθρωποι».

Η ηρωίδα σας θα αντιδράσει ή θα συνεχίσει να υπομένει τη βία;

«Δεν θα σας το αποκαλύψω αυτό. Αλλωστε έχουμε και δεύτερο κύκλο».

Πώς ήταν το κλίμα στα γυρίσματα;

«Σε αυτή τη δουλειά ζήσαμε κάτι πρωτόγνωρο. Ζούσαμε στους Παξούς. Στον επίγειο παράδεισο. Σε αυτό το μαγικό μέρος γίναμε μια τεράστια παρέα, γίναμε φίλοι και το οφείλουμε στον Χριστόφορο και στις επιλογές του, από τους τεχνικούς μέχρι τους ηθοποιούς. Ημασταν σαν να πήγαμε μια εκδρομή και διηγηθήκαμε μια ιστορία. Οι ηθοποιοί είναι διαλεχτοί. Η Χαρούλα είναι συγκινητική, είναι υπέροχη. Εχει έναν υπέροχο ρόλο και η φωνή της και το τραγούδι της εμένα πραγματικά με συγκίνησαν. Σε μια σκηνή, στην εκκλησία, η φωνή της και αυτό το υπέροχο τραγούδι της, η «Προσευχή», με συνόδεψαν και μου δημιούργησαν όλη τη συγκίνηση που χρειαζόταν. Δεν θα μιλήσω για τον Χριστόφορο, ξέρουμε ότι είναι μοναδικός. Η Κλέλια Ανδριολάτου είναι χαρά θεού, ένα κορίτσι το οποίο και μόνο που το βλέπεις έχει φως. Ο Ορέστης Χαλκιάς και ο Γιώργος Μπένος εξαιρετικά παιδιά και στους ρόλους τους εκπληκτικοί.

Πολλοί θα κλάψουν με αυτό που τους συμβαίνει. Ο Γιάννης Τσορτέκης, ο βίαιος σύζυγός μου που στην πραγματικότητα είναι ένας γλυκύτατος άνθρωπος, είναι εξαιρετικός σε αυτό που κάνει. Τι να πω για τον Φάνη Μουρατίδη, τον Αντίνοο Αλμπάνη, τη Στεφανία Γουλιώτη και τη Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου. Είναι όλοι τους υπέροχοι, όπως και όλο το καστ. Ζήσαμε ένα παραμύθι που το διηγηθήκαμε με όλα τα στοιχεία της κοινωνίας που υπάρχει και όλο αυτό έγινε ένα υπέροχο έργο».

Εφέτος θα προβληθούν σχεδόν 40 σίριαλ. Μπορεί το κοινό να καταναλώσει τόσες σειρές μυθοπλασίας;

«Αυτό μου θυμίζει τις παλιές εποχές, που προβάλλονταν πολλές σειρές. Νομίζω όμως πως το κοινό δεν μπορεί να καταναλώσει αυτή την πληθώρα. Θα ξεκινήσει να βλέπει, όπως το κάνει ήδη, γιατί έχει ανάγκη την ελληνική μυθοπλασία, αλλά σιγά-σιγά θα αρχίσει να επιλέγει και να διαλέγει τι θα δει».

Μίνι σειρές ή καθημερινές; Ποια η άποψή σας;

«Εγώ είμαι φαν των μικρών σειρών. Τις έμαθα από το Netflix και αργότερα από τις υπόλοιπες πλατφόρμες, είμαι συνδρομήτρια παντού βλέπετε. Μου αρέσουν λοιπόν οι μικρές σειρές γιατί δεν πλατειάζουν. Σε κρατούν σε αγωνία τόσο όσο και σταματούν εκεί που πρέπει. Για να είμαι ειλικρινής τις καθημερινές σειρές δεν τις έχω παρακολουθήσει πολύ. Νιώθω ότι δεν μπορώ να συγκεντρωθώ σε τόσο πολύ υλικό. Σαν τηλεθεάτρια μου αρέσει πιο πολύ το λίγο και το ουσιαστικό».

Αυτός είναι και ένας λόγος που δεν σας έχουμε δει σε καθημερινή σειρά;

«Ναι. Τις σέβομαι και έχουν γίνει πολύ ωραίες καθημερινές σειρές και πραγματικά έχει ανέβει πάρα πολύ αυτό το είδος, απλώς εγώ νιώθω ότι δεν έχω το κουράγιο να κάνω τόσο πολλά επεισόδια».

Παράλληλα θα σας δούμε και στη σειρά της ΕΡΤ «Μια νύχτα του Αυγούστου», μια σειρά που βασίζεται σε βιβλίο.

«Οι μεταφορές διηγημάτων στην τηλεόραση έχουν πετύχει πολλές φορές. Πιστεύω όμως ότι αυτή είναι από τις καλύτερες μεταφορές που έχει γίνει. Νιώθω επίσης περήφανη για αυτή τη δουλειά, που σκηνοθετεί η Ζωή Σγουρού, ένα πλάσμα πολύ ταλαντούχο. Η ιστορία, η εποχή, η ατμόσφαιρα. Είναι ένα πολύ ωραίο ταξίδι μέσα στον χρόνο και αυτό, με εξαιρετικούς συντελεστές και αυτό. Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι μετά από τόση αποχή μπορώ να συμμετέχω σε δύο σειρές, διαφορετικές μεταξύ τους, που τις θεωρώ πραγματικά πολύ αξιόλογες. Ολα τα δώρα του Θεού μού ήρθαν εφέτος».

Εφέτος πρωταγωνιστείτε στη δημόσια και στην ιδιωτική τηλεόραση. Εχετε το ίδιο άγχος για το πώς θα πάνε οι δύο σειρές;

«Εχω το ίδιο άγχος και την ίδια ανυπομονησία. Περιμένω επίσης να δω και την απήχηση που θα έχουν στον κόσμο».