Μια λαϊκή αγορά, η Υδρα και ο ίδιος, κομψός με το παπιγιόν του στην προτομή που σμίλεψε ο Πραξιτέλης Τζανουλίνος. Εάν αποσυνθέσεις το έργο του ζωγράφου, χαράκτη, δασκάλου και ακαδημαϊκού, ο οποίος άσκησε τεράστια επιρροή στη μεταπολεμική ελληνική τέχνη, στο τέλος θα δεις βέβαια να σου απομένουν πολύ περισσότερα.

Ωστόσο, αυτό ήταν το DNA του Παναγιώτη Τέτση (1925-2016), το είναι του – μια ανεξάντλητη αγάπη για την Υδρα, για το φως που λούζει τον κόσμο και για τη ζωή σε όλες της τις αποχρώσεις. «Αυτό που ζωγραφίζω είμαι εγώ» όπως συνήθιζε να λέει. Γι’ αυτό και ο χώρος που σε υποδέχεται στην έκθεση «Η εμμονή του βλέμματος», που μόλις εγκαινιάστηκε στην αίθουσα περιοδικών εκθέσεων της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου σε επιμέλεια Εφης Αγαθονίκου, συνοψίζει αυτά τα απλά υλικά με τα οποία μπορείς να «ξαναφτιάχνεις» τον κόσμο του.

Η έκθεση ξεκινάει από την αρχή αλλά δεν ακολουθεί μια αυστηρή χρονολογική σειρά. Παρουσιάζονται έργα του από τη Σχολή Καλών Τεχνών όπου είχε αρχίσει να διαφαίνεται το ενδιαφέρον του για την αποτύπωση της προοπτικής των τοπίων από ψηλά.

Εργα από το Παρίσι όπου βρέθηκε το 1953 με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών και σπούδασε χαρακτική. Εκεί ξεκίνησε να ζωγραφίζει ποδοσφαιριστές, αλλά αποτύπωσε και σκηνές από την καθημερινή ζωή της πόλης: λούνα παρκ, κλουβιά με πουλερικά, στιγμές κίνησης και έντασης. Τον τραβούσε η ζωή, όχι το ίδιο το άθλημα – είχε δει ποδόσφαιρο μόλις μία ή δύο φορές όταν ξεκίνησε να ζωγραφίζει τους αθλητές του. «”Το θέμα είναι πάντα ένα πρόσχημα” έλεγε ο Τέτσης», όπως θα πει και η Εφη Αγαθονίκου.

Παναγιώτης Τέτσης, «To ηλιοβασίλεμα» (λεπτομέρεια). Λάδι σε μουσαμά

Οι φίλοι και το θέρος

Αναπτύσσεται η ευρύτερη «οικογένεια» των φίλων του. «Ο Τέτσης δεχόταν ελάχιστες παραγγελίες για πορτρέτα – ανάμεσά τους ξεχωρίζουν εκείνα του Μπενάκη και του Καραμανλή. Συνήθιζε όμως να ζητεί από φίλους και γνωστούς που του κινούσαν το ενδιαφέρον να τους ζωγραφίσει» όπως εξηγεί η Νίκη Αγαθονίκου. Η Γαβριέλλα Σίμωση και ο Γιάννης Γαΐτης χορεύουν λοιπόν σφιχταγκαλιασμένοι, ενώ ένας ανώνυμος φίλος – ο «Ν. Λ.» – κάθεται ράθυμα, σχεδόν χυμένος στην καρέκλα, αποσβολωμένος από τον ήλιο μέσα στη ραστώνη του καλοκαιριού. Στο πρόσωπό του ο Τέτσης αποτυπώνει την ουσία του ελληνικού καλοκαιριού: τη ζέστη, τη νωχέλεια, τη σιωπηλή παράδοση στη στιγμή.

Ο Τέτσης αποθέωσε το καλοκαίρι σε όλες του τις εκφάνσεις: στις νεκρές φύσεις με τα φρούτα του θέρους, στη θάλασσα της Υδρας, στο φως και τα χρώματα της εποχής. Το βλέμμα του, ωστόσο, στράφηκε και προς τα αστικά τοπία: η θέα από την ταράτσα του κτιρίου της οδού Ξενοκράτους, όπου στεγαζόταν το ατελιέ του, η εικόνα της ανοικοδόμησης με τα γιαπιά, οι κήποι των αρχαιολογικών σχολών. Πρόκειται για μελέτες του χρώματος στην ουσία τους, δοσμένες με εξπρεσιονιστικές πινελιές που συχνά έτειναν προς την αφαίρεση.

Η έκθεση, η οποία περιλαμβάνει 160 έργα, προσφέρει μια πλήρη εικόνα της καλλιτεχνικής πορείας του Παναγιώτη Τέτση. Πολλά από αυτά προέρχονται από τη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης, η οποία απέκτησε τα έργα μέσω δωρεών του καλλιτέχνη (από το 1998 μέχρι το 2015 έχει δωρίσει 224 έργα, πίνακες, σχέδια, χαρακτικά, άλλωστε υπήρξε και πρόεδρος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής και του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Πινακοθήκης), αλλά και από ιδιωτικές και θεσμικές συλλογές. Είναι έργα του που αντικατοπτρίζουν μια ποικιλία θεματικών που τον απασχόλησαν στη διάρκεια της μακράς πορείας του.

Οι «εμμονές» του

Αυτές οι θεματικές ενότητες φέρνουν στο φως τη διαδικασία της δημιουργίας του Τέτση, ο οποίος συχνά εργάστηκε επί πολλά χρόνια πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα, δημιουργώντας «σειρές» έργων που εξερευνούν το ίδιο θέμα με διαφορετικές προσεγγίσεις και τεχνικές. Διότι ένα από τα χαρακτηριστικά του ήταν η ευχέρεια να εναλλάσσει τη δημιουργικότητά του μεταξύ διαφόρων τεχνικών μέσων.

Η χαρακτική, η υδατογραφία, το παστέλ και η ζωγραφική ήταν τα βασικά εργαλεία του καλλιτέχνη, ενώ η αναφορά του σε διάφορα εικαστικά μέσα τον βοηθούσε να παρατηρήσει και να αποδώσει την πραγματικότητα από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Ομως στην παρούσα έκθεση, η οποία πραγματοποιείται με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του, η έμφαση δίνεται αλλού. «Θέλαμε να εστιάσουμε στις “εμμονές” του» όπως θα εξηγήσει η Εφη Αγαθονίκου.

Ο Τέτσης αφιέρωνε μεγάλες χρονικές περιόδους ζωγραφίζοντας θέματα όπως οι καρέκλες, τα ναυπηγεία και οι μπαλκονόπορτες, φέρνοντας μια «εμμονική» ματιά στο περιβάλλον του. Αυτές οι επαναλαμβανόμενες μελέτες σε συγκεκριμένα θέματα δείχνουν την ανεξάντλητη διάθεσή του να αναλύσει σε βάθος και να αποτυπώσει το αντικείμενο μέσα από πολλαπλές προοπτικές.

Η παρουσίαση της έκθεσης ενσωματώνει τις ιδιαίτερες όψεις του κόσμου του Τέτση, τον τρόπο που παρατηρούσε και μετουσίωνε τον κόσμο γύρω του σε φως πάνω στα έργα του. Μάλιστα, όταν πήγε στη Σίφνο και ήρθε σε επαφή με το δυνατό φως στο νησί, άρχισε να ζωγραφίζει με μελάνια παίζοντας με τις αντιθέσεις ανάμεσα στο άσπρο και μαύρο.

Οι άγνωστες πτυχές του

Η έκθεση δεν περιορίζεται μόνο στο γνωστό έργο του, αλλά επεκτείνεται και άγνωστες πτυχές του δημιουργικού ιδιώματός του. Πρόκειται για ορισμένες παραγγελίες που είχαν γίνει τη δεκαετία του ’50, όπως η «Νεοκλασική Αθήνα» που ζωγράφισε ακολουθώντας την τεχνοτροπία του ζωγραφιστού χαρτιού ταπετσαρίας για το κτίριο της εφημερίδας «Καθημερινή». Ή ο πίνακας που είχε φιλοτεχνήσει τη δεκαετία του ’60 για τη διακόσμηση του νεόδμητου ξενοδοχείου Μον Παρνές, ξύλινες συνθέσεις με γεωμετρικά σχήματα που απεικονίζουν αφαιρετικά τοπία.

INFO «Η εμμονή του βλέμματος» στην Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, ως τις 31.10.2025.