Πρόκειται για έναν αγώνα που θεμελιώθηκε όχι μόνο στην απαίτηση του ελληνικού λαού για ανεξαρτησία, αλλά και στα ιστορικά δικαιώματα των Ελλήνων πάνω στα έργα των αρχαίων προγόνων τους. Οπως γράφει και ο Γιώργος Σεφέρης για τον Μακρυγιάννη, «δε μιλά ο Λόρδος Βύρων, μήτε ο λογιότατος, μήτε ο αρχαιολόγος. Μιλά ένας γιος τσοπάνηδων της Ρούμελης, με το σώμα γεμάτο πληγές»».
Eτσι η έκθεση μέσα από τις ενότητές της φωτίζει διαφορετικές πτυχές αυτής της πολυσήμαντης σχέσης των αρχαιοτήτων με την Ελληνική Επανάσταση, όπως για παράδειγμα τη συστηματική αρπαγή, καταστροφή και εμπορία τους από τους ξένους, την πολύτροπη σύνδεση της αρχαίας κλασικής παράδοσης με το κίνημα του φιλελληνισμού, αλλά και τις προσπάθειες των Ελλήνων για τη διεκδίκηση και την προστασία της αρχαίας κληρονομιάς τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο έκθεμα της έκθεσης είναι δύο φύλλα από τη Χάρτα της Ελλάδας του Ρήγα Φεραίου, τα οποία παρουσιάζουν την αλληγορική μορφή της αναγεννώμενης Ελλάδας, η οποία πλαισιώνεται από αρχαιοελληνικές παραστάσεις.
Στη συνέχεια της έκθεσης ακολουθούν εικόνες της προεπαναστατικής εικονογραφίας της χώρας μας, στις οποίες η Ελλάδα εμφανίζεται άλλοτε αλυσοδεμένη και ταλαιπωρημένη να επιζητά την απόταξη του βαρβαρικού ζυγού και άλλοτε με σαφείς αναφορές στον εικονογραφικό τύπο της θεάς Αθήνας να κατατροπώνει τον οθωμανό δυνάστη, καθώς η κλασική αρχαιότητα αποτελούσε τον σταθερό τρόπο παρουσίασής της στη Δύση από τους φιλέλληνες. Για αυτό ακριβώς τον λόγο δίπλα σε αυτούς τους πίνακες τοποθετείται ένα αγαλματίδιο της θεάς Αθηνάς, των ρωμαϊκών χρόνων, από πεντελικό μάρμαρο, το οποίο βρέθηκε στις ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας το 1886 στην Επίδαυρο. Πόσο μοιάζει λοιπόν η απεικόνιση της σκλαβωμένης Ελλάδας από τους ευρωπαίους ζωγράφους με το αγαλματίδιο της θεάς της Σοφίας.
Οι αρπαγές
Ισως από τις ενδιαφέρουσες ενότητες της έκθεσης είναι αυτή που παρουσιάζει τη λεηλασία και τη λαφυραγώγηση. Παρουσιάζεται αναλυτικά η δράση του Λόρδου Ελγιν στην Ακρόπολη, η λεηλασία των αρχαιοτήτων από τον Θησαυρό του Ατρέα, η διαρπαγή των γλυπτών από τον ναό της Αφαίας στην Αίγινα, αλλά και από τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες. «Νόμιζα ότι ήταν μόνο ο Ελγιν που κατέστρεψε την Ακρόπολη» αναφέρει η 13χρονη Μαρία Βασάλου που έχει επισκεφθεί την έκθεση μαζί με τη μητέρα της. «Μα τελικά ήταν τόσο πολλοί οι κλέφτες» μας λέει καθώς κοιτά με ενδιαφέρον την κεφαλή ενός πολεμιστή από μάρμαρο, η οποία σώθηκε από τη λεηλασία του ναού της Αφαίας. Ηταν το 1811 λοιπόν όταν ο άγγλος αρχιτέκτονας Charles Robert Cockerell μαζί με τον γερμανό αρχιτέκτονα Carl Haller von Hallerstein δωροδοκώντας ντόπιους προεστούς της Αίγινας κατάφεραν να μεταφέρουν κρυφά 16 αγάλματα, 13 κεφαλές και πολυάριθμα θραύσματα. Φυγαδεύτηκαν στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα και από εκεί απεσταλμένος του διαδόχου της Βαυαρίας Λουδοβίκου τα αγόρασε. Από το 1830 τα γλυπτά κοσμούν ειδική αίθουσα της Γλυπτοθήκης του Μονάχου, που ονομάζονται «Οι Αιγινήτες».
Ο βρετανός πάλι επισκέπτης της έκθεσης Τζορτζ Μάργουελ κουνά αποδοκιμαστικά το κεφάλι, αναφερόμενος στη συγκεκριμένη ενότητα. «Εχετε ένα Μουσείο γεμάτο αρχαιότητες και ακόμη παραπονιέστε για αυτά που βρίσκονται στο Βρετανικό. Μήπως είστε τελικά λίγο πλεονέκτες;» ρωτά.
Οταν διηγούμαστε το σχόλιό του στη Μαρία Λαγογιάννη, εκείνη χαμογελά με πικρία. «Είναι ένα θέμα που πονά ιδιαίτερα. Και σε αυτή την έκθεση που προετοιμάζουμε 20 μήνες προσπαθούμε για πρώτη φορά να σας δείξουμε τι απέμεινε από τις καταστροφές και τις διαρπαγές. Δεν παρουσιάζουμε αγάλματα, ακέραια, μεγαλοπρεπή ή ωραία. Δείχνουμε θραύσματα, αυτά που προστάτευσε και περισυνέλεξε η ελληνική πολιτεία. Η προστασία των αρχαιοτήτων από το οργανωμένο νέο ελληνικό κράτος είναι τεκμηριωμένη. Μην ξεχνάμε ότι ήδη το 1827 η διάταξη της Γ’ Eθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας απαγόρευσε την πώληση και την εξαγωγή αρχαιοτήτων, ενώ το 1829 ιδρύθηκε από τον Καποδίστρια το πρώτο Εθνικό Μουσείο στην Αίγινα, πρωτεύουσα τότε του νέου ελληνικού κράτους».
Συνεχίζουμε την περιήγησή μας στην έκθεση. Πίνακες και αντικείμενα από τον φιλελληνισμό στα χρόνια της Επανάστασης εντυπωσιάζουν σε έναν δημιουργικό διάλογο με αρχαία εκθέματα. Σταματάμε μπροστά σε ένα ωρολόγιο του 19ου αιώνα διακοσμημένο με αρχαιοελληνική περικεφαλαία, το οποίο παραπέμπει στο ένδοξο παρελθόν των Ελλήνων. Και κάπως έτσι έρχεται σε δημιουργικό διάλογο με έναν αττικό μελανόμορφο αμφορέα που απεικονίζει και αυτός ένα αττικό κράνος με λοφίο. Η συνέχεια της ιστορίας. Λίγο πιο πέρα ένα βάζο «Vieux Paris» με περίτεχνη διακόσμηση απεικονίζει τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, ενώ οι επιχρυσωμένες λαβές του έχουν τη μορφή φτερωτών Νικών.
Αλλωστε η μορφή της θεάς Νίκης είναι κομβική για αυτήν την έκθεση. Στην τρίτη αίθουσα δύο φτερωτές Νίκες από τον ναό της Αρτέμιδος στην Επίδαυρο περιστρέφονται στον αέρα περιτριγυρισμένες από σύννεφα, ενώ στο κέντρο της αίθουσας δεσπόζουν ερυθρόμορφα αγγεία που απεικονίζουν Νίκες. «Είναι μία έκθεση που είναι αφιερωμένη στη νίκη του ελληνικού λαού» αναφέρει η Μαρία Λαγογιάννη. Στη νίκη αυτών των ανθρώπων για τους οποίους ο γάλλος συγγραφέας, πολιτικός και φιλέλληνας Σατωβριάνδος γράφει: «Δεν γνώρισα όσο έπρεπε τους σύγχρονους Ελληνες, ώστε να μπορέσω να πω κάτι το σαφές για τον χαρακτήρα τους. Ξέρω πως είναι πολύ εύκολο να συκοφαντεί κανείς τους δυστυχισμένους… Πιστεύω μονάχα πως υπάρχει πολλή μεγαλοφυΐα στην Ελλάδα και πως αυτοί που μας δίδαξαν τα πάντα, βρίσκονται ακόμα εκεί…».