Η ερωτική σχέση του Μάνου Χατζιδάκι με τη μουσική δεν αποτυπώθηκε μόνο στην προσωπική του δισκογραφία, στις συνεργασίες, στα κείμενά του, αλλά και στις πρωτοβουλίες που πήρε για την ανάδειξη και προώθηση του ελληνικού Πολιτισμού.

Μία από αυτές ήταν η ίδρυση της Ορχήστρας των Χρωμάτων, την οποία διηύθυνε για τελευταία φορά στις 22 Φεβρουαρίου του 1993, σε συναυλία διαμαρτυρίας κατά του Νεοναζισμού με έργα των Βάιλ, Λιστ και Μπάρτοκ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με τίτλο «Διαμαρτυρία κατά του Νεοναζισμού».

Η Ορχήστρα είχε ιδρυθεί από τον συνθέτη το 1989, ο οποίος είχε οραματιστεί το «επίλεκτο» αυτό μουσικό σύνολο να παρουσιάζει πρωτότυπα προγράμματα με συνδυασμούς έργων που συνήθως δεν καλύπτονται από συμβατικές συμφωνικές ορχήστρες. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό.

Ο Μάνος Χατζιδάκις ήθελε, επεδίωξε και κατάφερε την οργανωτική ευελιξία της, το υψηλό επίπεδο των μελών της και την προσαρμογή του αριθμού των δοκιμών (προβών) στις απαιτήσεις του κάθε προγράμματος, να εγγυώνται ένα άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.

Η επιλογή ρεπερτορίου

Αυτό που την έκανε να ξεχωρίζει ήταν η επιλογή ρεπερτορίου, το οποίο βρισκόταν πολύ μακριά από τα τυποποιημένα πρότυπα αφού αναδείκνυε άγνωστα αριστουργήματα του 20ού αιώνα ή νέες οπτικές γωνίες για παλαιότερες και λιγότερο γνωστές  συνθέσεις του κλασικού ρεπερτορίου.

Επίσης, είχε δοθεί  έμφαση και στην παρουσίαση έργων ελλήνων συνθετών παρουσιάζοντας μουσικά αφιερώματα στους μεγαλύτερους έλληνες δημιουργούς (όπως Καλομοίρης, Σκαλκώτας, Χρήστου, Θεοδωράκης) αλλά και με ειδικές παραγγελίες έργων σε συνθέτες της νεότερης γενιάς.

Οι συναυλίες κατά τα δύο πρώτα χρόνια δίνονταν κυρίως στο Παλλάς, ενώ από τον Απρίλη του 1991 οι περισσότερες δόθηκαν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η Ορχήστρα παρουσίασε τα προγράμματά της και εκτός Αθηνών, σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Βόλο.

Η πρώτη συναυλία με σολίστ την Ντόρα Μπακοπούλου δόθηκε στις 23 Νοεμβρίου του 1989 στο θέατρο Παλλάς, με το πρόγραμμα να περιλαμβάνει έργα των Βιβάλντι, Μπαχ, Μότσαρτ, Μπραμς.

Εντονη παρουσία είχε φυσικά και η ελληνική μουσική (Πετρίδης, Βάρβογλης, Παλλάντιος, Ξενάκης), χωρίς παράλληλα να λείψουν και οι νεότεροι δημιουργοί (Ανισέγκος, Κριτσωτάκης). Ο θάνατος όμως του συνθέτη έφερε τις ελληνικές παθογένειες στην επιφάνεια για να οδηγήσουν τελικά στη «διάλυσή» της.

Προς τα τέλη του 1994, ο τότε υπουργός Πολιτισμού, Θάνος Μικρούτσικος, τήρησε την υπόσχεση που είχε δώσει στον Μάνο Χατζιδάκι, εξασφαλίζοντας την επιβίωσή της.

Η εξέλιξη της Ορχήστρας ήταν αντιστρόφως ανάλογη της προσφοράς της. Τα οικονομικά προβλήματα που είχε την οδήγησαν στο πέρασμα των χρόνων στη διάλυσή της. Παρ’ όλα αυτά το 2024 και με χρόνια οικονομικά προβλήματα οι μουσικοί της ΟτΧ με νόμο «πέρασαν» στην Εθνική Λυρική Σκηνή.

Μικρό μανιφέστο-δήλωση

Ανάλογης σημασίας με την Ορχήστρα των Χρωμάτων ήταν και η ίδρυση το 1985 και του «Σείριου», της δισκογραφικής εταιρείας με το σημαντικό της αποτύπωμα.

«Ο δίσκος πρέπει να ξαναγίνει μαγικός και να μας αποκαλύπτει μες από τις μαύρες χαρακιές του μια μουσική απρόοπτη και εξαίσια». Αυτό το κείμενο του συνθέτη είναι τυπωμένο σε όλα τα εξώφυλλα των εκδόσεων του «Σείριου» σαν μικρό μανιφέστο-δήλωση για τη δημιουργία της δισκογραφικής εταιρείας.

Οπως ανέφερε ο ίδιος: «Είμαστε φιλόδοξοι και τολμηροί. Φιλόδοξοι, γιατί επιζητούμε την επιτυχία με τρόπους δύσκολους και διόλου κολακευτικούς για ένα απροετοίμαστο κοινό.

Τολμηροί, γιατί επιδιώκουμε τη συνεχή μας ανανέωση και την προβολή αδιάκοπα ενός εαυτού μας άγνωστου κι απρόοπτου. Φανατικοί εχθροί στην ημιμάθεια και στη χυδαιότητα των καιρών και των κρατούντων. Στον ΣΕΙΡΙΟ υπάρχουνε παιδιά, όπως το είπε ο Λόρκα. Γιατί όπου υπάρχουνε παιδιά, υπάρχουμε κι Εμείς…».

Σε μια εποχή κατά την οποία οι περισσότερες εταιρείες γέμιζαν από καλλιτέχνες της πίστας με αποτέλεσμα οι «διαφορετικές» δουλειές μη βρίσκουν το φως της κυκλοφορίας, ο Χατζιδάκις κάλυψε μέσω του «Σείριου» ένα υπαρκτό κενό.

Οι κυκλοφορίες δεν αφορούσαν μόνο το έργο του συνθέτη αλλά αντιθέτως δόθηκε βήμα σε πολλούς καλλιτέχνες (Λένα Πλάτωνος, Φλέρυ Νταντωνάκη, Λουδοβίκος των Ανωγείων, Ψαραντώνης, Μίκης Θεοδωράκης, Δόμνα Σαμίου, Λένα Πλάτωνος, Νίκος Μαμαγκάκης κ.ά.). Από την ίδρυσή του το 1985 μέχρι και το 1994, η εκδοτική δραστηριότητα του «Σείριου» περιλαμβάνει 67 παραγωγές δίσκων.