Την εκτίμηση του ότι ο εμπορικός πόλεμος του Ντόναλντ Τραμπ ήταν λιγότερο επιζήμιος για την οικονομία της Ευρώπης από ότι αρχικά φοβόντουσαν πολλοί και ότι είναι πολύ πιθανό αυτή τη στιγμή η ΕΕ να βρίσκεται σε τροχιά σταθερής οικονομικής ανάκαμψης, δήλωσε το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Αυστρίας, Μάρτιν Κόχερ.

«Δεν είδαμε την ισχυρή μείωση των ρυθμών ανάπτυξης και τις πληθωριστικές επιπτώσεις των εμπορικών συγκρούσεων που αναμενόταν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μάρτιν Κόχερ στο Politico. 

Από την άλλη πλευρά, ο Κόχερ, ο οποίος διετέλεσε υπουργός Οικονομίας πριν αναλάβει τα ηνία της κεντρικής τράπεζας της χώρας του, τον Σεπτέμβριο, προειδοποίησε κατά του εφησυχασμού. «Δεν θέλω να γλυκάνω αυτό που βλέπουμε», είπε. «Αυτό είναι το υψηλότερο επίπεδο δασμών από τη δεκαετία του 1930 και σίγουρα θα υπάρξουν επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία».

«Ο αντίκτυπος, άλλωστε, στην ευρωζώνη θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθεί, επειδή δεν έχουμε βιώσει κάτι παρόμοιο εδώ και σχεδόν 100 χρόνια», τόνισε ο Κόχερ, προσθέτοντας ότι αυτός ήταν ο κύριος λόγος για τις αποκλίνουσες απόψεις σχετικά με τη χάραξη στρατηγικής για τη νομισματική πολιτική στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.

Η πτώση του πληθωρισμού επέτρεψε στην ΕΚΤ να μειώσει το βασικό επιτόκιο καταθέσεων οκτώ φορές από τα μέσα του περασμένου έτους, μειώνοντάς το από το ιστορικό υψηλό 4% στο 2% που βρίσκεται σήμερα – ένα επίπεδο που η Τράπεζα λέει ότι δεν περιορίζει πλέον την οικονομία.

Οι επικρίσεις για τη συμφωνία Τραμπ – ΕΕ

Υπενθυμίζεται πάντως ότι δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν επικρίνει ιδιαιτέρως την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για την εμπορική συμφωνία που υπέγραψε το περασμένο καλοκαίρι με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Η συμφωνία, η οποία υπεγράφη στο Τέρνμπερι της Σκωτίας περιλαμβάνει δασμούς 15% από πλευράς ΗΠΑ σε σχεδόν όλες τις εισαγωγές από την Ευρώπη. Ένα άλλο αμφιλεγόμενο σημείο της συμφωνίας είναι η υποχρέωση για επενδύσεις ύψους 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ΗΠΑ εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Eνωσης.

Η ΕΕ δεσμεύτηκε επίσης, με την υπογραφή της φον ντερ Λάιεν, να αγοράσει πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τις ΗΠΑ ,αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων,μέχρι το τέλος της θητείας του Τραμπ. Όλα τα παραπάνω έχουν δημιουργήσει έντονες διαφωνίες ακόμα και μέσα στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, από το οποίο προέρχεται η ίδια η φον ντερ Λάιεν.

Το νομικό «φρένο» στους δασμούς Τραμπ

Την ίδια ώρα, η νομική διαδικασία στις ΗΠΑ σχετικά με την πιθανή ακύρωση της δασμολογικής πολιτικής Τραμπ συνεχίζει να βρίσκεται σε εξέλιξη με τους δικαστές να αμφισβητούν έντονα τη χρήση των εξουσιών έκτακτης ανάγκης από τον πρόεδρο των ΗΠΑ για την επιβολή δασμών στον υπόλοιπο κόσμο, συμπεριλαμβανομένης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παρόλα αυτά, οι Ευρωπαίοι «αξιωματούχοι» κρατούν μικρό καλάθι, καθώς αναμένεται, σε περίπτωση που το δικαστήριο μπλοκάρει την δασμολογική του πολιτική, ο Τραμπ να προσπαθήσει να βρει έναν τρόπο έτσι ώστε να την επαναφέρει. Ωστόσο, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι πιθανώς αυτό θα δώσει στην ΕΕ τη δυνατότητα να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους της συμφωνίας προς όφελός της.

Τα επιτόκια και οι διαφορετικές απόψεις

Ενώ λοιπόν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συμφώνησαν ομόφωνα να διατηρήσουν τα επιτόκια αμετάβλητα στη συνεδρίαση της περασμένης εβδομάδας, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ αποκάλυψε ότι «υπάρχουν διαφορετικές θέσεις και απόψεις» σχετικά με το αν η Τράπεζα μπορεί να χρειαστεί να τα μειώσει για άλλη μια φορά.

«Η δυσκολία έγκειται στο να εκτιμηθεί εάν οι περισσότερες από τις επιπτώσεις των εμπορικών συγκρούσεων έχουν ήδη υλοποιηθεί ή εάν θα τις δούμε να εξαπλώνονται στην οικονομία τους επόμενους δύο μήνες και ίσως ακόμη και χρόνια», ανέφερε η κ. Λαγκάρντ. «Είμαι πεπεισμένη ότι θα δούμε περισσότερες επιπτώσεις με την πάροδο του χρόνου. Αλλά αν θα είναι συνολικά πληθωριστικές ή αντιπληθωριστικές στην ευρωζώνη, είναι δύσκολο να το πούμε αυτή τη στιγμή με σιγουριά».

Οι προοπτικές

Από την πλευρά του, ο Κόχερ εξήγησε ότι είναι λογικό να περιμένουμε αποπληθωριστικές πιέσεις από την αναδρομολόγηση του εμπορίου που έρεε προς τις ΗΠΑ από την Κίνα, πριν από την έναρξη της εμπορικής σύγκρουσης, αλλά είναι εξίσου πιθανό οι γεωπολιτικές συγκρούσεις να παρεμποδίσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού και να αυξήσουν τις τιμές.

Όπως όμως γίνεται αντιληπτό το τελευταίο διάστημα, τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν πολύ γρήγορα. «Η σύνοδος κορυφής της περασμένης εβδομάδας με την ενδιάμεση συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μπορεί να άλλαξε ξανά τις προοπτικές», πρόσθεσε ο Κόχερ.

Στη σύνοδο κορυφής, οι ΗΠΑ και η Κίνα δεσμεύτηκαν να μειώσουν την ένταση στον εμπορικό και τεχνολογικό ανταγωνισμό τους. Η λεγόμενη «Διακήρυξη Gyeongju» αναφέρεται σε «ισχυρό εμπόριο και επενδύσεις» και δεσμεύεται πως οι ηγέτες θα εμβαθύνουν την οικονομική συνεργασία.

Σε αυτό το περιβάλλον, «πρέπει να περιμένουμε και να δούμε σε ποιο βαθμό οι κίνδυνοι υλοποιούνται», καθώς είναι δύσκολο να ληφθούν αποφάσεις για τα επιτόκια κυρίως με βάση τις προοπτικές κινδύνου», δήλωσε ο Κόχερ.

Τι θα κάνει η ΕΚΤ

Όπως έχουν τα πράγματα, πρόσθεσε, η ΕΚΤ θα πρέπει να «δει να υλοποιούνται κάποιοι κίνδυνοι που θα μείωναν… την πρόβλεψη για το ΑΕΠ σε σημαντικό βαθμό και αυτό θα οδηγούσε ίσως σε ορισμένες αποπληθωριστικές επιπτώσεις» πριν συζητήσει ξανά τη μείωση.

Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤΑ αναμένετα να συνεδριάσει ξανά τον Δεκέμβριο, όταν μια νέα σειρά προβλέψεων θα περιλαμβάνει για πρώτη φορά εκτιμήσεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό το 2028.

Ο Κόχερ προειδοποίησε να μην δοθεί υπερβολική έμφαση στα στοιχεία του 2028, στα οποία πολλοί οικονομολόγοι και επενδυτές επικεντρώνονται ως ένδειξη για το εάν η Τράπεζα βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου της για τον πληθωρισμό.

Ενώ η πρόβλεψη θα προσφέρει μεγαλύτερη βεβαιότητα σχετικά με τις προοπτικές για το 2026 και το 2027, αυτή για το 2028 θα είναι λίγο περισσότερο από «ενδεικτική», υποστήριξε. «Πάντα πρέπει να αντιμετωπίζεις τις προβλέψεις με επιφύλαξη. Και όσο πιο μακριά είναι ο ορίζοντας προβολής, τόσο μεγαλύτερος είναι ο επιφύλαξη».