Σε μία από τις πιο αφιλόξενες ευρωπαϊκές πόλεις για τη γνωστή πολυεθνική αλυσίδα ταχυφαγείων McDonald’s, η είδηση για την επικείμενη λειτουργία ενός καταστήματος στο Ολύμπιον, σε ένα από τα ιστορικά αστικά τοπόσημα της Θεσσαλονίκης, έχει προκαλέσει αντιδράσεις, αντιπαραθέσεις στα social media, αρθρογραφία επιχειρημάτων στα τοπικά ΜΜΕ ακόμη και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας στην πλατεία Αριστοτέλους!

Στο ισόγειο του εμβληματικού κτιριακού συγκροτήματος του Ολύμπιον, το οποίο από τον Οκτώβριο του 1998 αποτελεί τη μόνιμη έδρα, φυσική και ιστορική, του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αναμένεται να τοποθετήσει τη… μαρκίζα της μια εταιρία που έχει ταυτίσει την πορεία της με τον αμερικανικό τρόπο ζωής και για ορισμένες κοινωνικές ομάδες θεωρείται συνώνυμο «πολιτιστικού ιμπεριαλισμού» και επιβολής καταναλωτισμού κατά το πρότυπο υπερδυνάμεων όπως οι ΗΠΑ.

Σίγησαν οι αφηγήσεις

Το ομώνυμο καφέ – μπαρ που λειτουργούσε στο κτίριο για δεκαετίες έχει βάλει λουκέτο εδώ και περίπου ένα μήνα ανακοινώνοντας ότι «θα παραμείνει προσωρινά κλειστό μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης στο ιστορικό κτίριο».

Το συγκεκριμένο κατάστημα, που λειτουργούσε ως επιχείρηση εστίασης από το 1951, είχε απολέσει οριστικά την όποια αστική ή καλλιτεχνική αίγλη κουβαλούσε από το παρελθόν. Οι αφηγήσεις για τους επώνυμους καλλιτέχνες όπως η Ειρήνη Παππά, ο Μίκης Θεοδωράκης, η Τζένη Καρέζη και ο Μάνος Χατζηδάκης, οι οποίοι πέρασαν το κατώφλι του, σίγησαν και σκεπάστηκαν από τους θορυβώδεις ήχους ενός… γνήσιου “ελληνάδικου”. Η τελευταία του συνεισφορά στο συλλογικό «κουτσομπολιό»της Θεσσαλονίκης ήταν οι δικαστικές περιπέτειες του Μπάνε Πρέλιεβιτς με επίκεντρο την εμπλοκή του στο ιδιοκτησιακό σχήμα του συγκεκριμένου καφέ – μπαρ.

«Δεν ήταν ούτε Zonar’s ούτε καφέ Γκρέκο»

Το πατρικό σπίτι της δικηγόρου  Στελλίνας Τρωιάνου βρίσκεται στο κτιριακό συγκρότημα του Ολύμπιον, όπου σήμερα στεγάζει το επαγγελματικό της γραφείο. Όπως λέει, έζησε την πλατεία Αριστοτέλους από τη δεκαετία του ‘60 και θυμάται αυτό το κατάστημα και ως ζαχαροπλαστείο όπου Θεσσαλονικείς και επισκέπτες της πόλης απολάμβαναν πάστες.

«Αυτό το κατάστημα λειτούργησε και ως ένα κοσμικό, αριστοκρατικό θα έλεγα, ζαχαροπλαστείο. Θεωρώ ότι ποτέ δεν είχε γίνει ένα σύμβολο για την πόλη όπως αντίστοιχα θα λέγαμε για το καφέ Γκρέκο στη Ρώμη ή μία επιχείρηση όπως το Zonar’s στην Αθήνα. Δεν είχε ποτέ η Θεσσαλονίκη ένα τέτοιο κατάστημα με αυτόν το συμβολισμό. Επίσης αυτό το μπαρ δεν είχε καμία σύνδεση ή αλληλεπίδραση με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης», λέει στο Βήμα η κ. Τρωιάνου.

Όπως λέει η ίδια, όλη η πλατεία Αριστοτέλους έχει αλλοιωθεί με το πέρασμα των χρόνων και έχει υποστεί μια γενικότερη υποβάθμιση. «Δεν μου αρέσει γενικά αυτό που βλέπω στην πλατεία Αριστοτέλους. Τα δημοτικά τέλη που είναι στα ύψη, όπως επίσης και τα ενοίκια, επιτρέπουν τη λειτουργία συγκεκριμένου τύπου επιχειρήσεων. Ίσως η ενδεχόμενη λειτουργία καταστήματος McDonald’s στο κτίριο να είναι πιο ξεκάθαρη κατάσταση απ’ αυτό που γενικά επικρατεί στην περιοχή. Για το κλείσιμο του συγκεκριμένου καταστήματος θα μπορούσα να πω ότι έχω ανάμικτα συναισθήματα. Σίγουρα πάντως δεν μας άρεσε που σχεδόν είχε γίνει… μπουζούκια», σημείωσε η κ. Τρωιάνου.

Εμβληματικό κτίριο

Η ιστορία του κτιριακού συγκροτήματος του Ολύμπιον ξεκινά το 1938, όταν άρχισαν οι εργασίες για την κατασκευή του. Σύμφωνα με την οικοδομική άδεια, προβλεπόταν η δημιουργία τριών κινηματοθέατρων, ενός ζαχαροπλαστείου στο ισόγειο και οχτώ διαμερισμάτων.

«Πρόκειται για ένα μέγαρο που, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, θα περιλάμβανε μία υπόγεια αίθουσα όπου θα λειτουργούσε κινηματογράφος επίκαιρων, ισόγειο και τέσσερις ορόφους διαμερισμάτων με δύο κινηματοθέατρα. Η μικρότερη αίθουσα ήταν θερινή και στεγάστηκε με κινητή οροφή», αναφέρεται στο βιβλίο «Μετασχηματισμοί του Αστικού Τοπίου- Αρχιτεκτονικές Μελέτες και Έργα του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης του σκηνοθέτη Νίκου Θεοδοσίου.

Ο βομβαρδισμός από ένα ιταλικό αεροπλάνο κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου προκάλεσε εκτεταμένες ζημιές και η ανέγερσή του σταμάτησε προσωρινά. Το κτίριο στη σημερινή του μορφή σχεδιάστηκε το 1950 από τον Γάλλο Jacques Mosset, αρχιτέκτονα σημαντικών κτιρίων της μεσοπολεμικής Θεσσαλονίκης και η κατασκευή του ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του 1960.

«Το ίδιο το brand… ερεθίζει»

Ο αρχιτέκτονας Πρόδρομος Νικηφορίδης, ο οποίος μαζί με τον συνεργάτη του Μπερνάρ Κουόμο σχεδίασαν τη Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης και συνέβαλαν στην ανακαίνιση των κινηματογραφικών αιθουσών του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, εκτιμά ότι δεν πρόκειται να διαταραχθεί η αρχιτεκτονική του κτιρίου και ότι περισσότερο οι αντιδράσεις προέρχονται από το ίδιο το brand, το οποίο όπως λέει… ερεθίζει.

«Θεωρώ ότι η όποια εγκατάσταση πρέπει να σέβεται το περιβάλλον και τη σημασία των χώρων. Αν προχωρήσει αυτή η επένδυση και πάρει τελικά τις εγκρίσεις από την υπηρεσία Νεοτέρων Μνημείων, πιστεύω ότι θα υπάρχει μια ισορροπία και δεν θα διαταράξει την αρχιτεκτονική του κτιρίου. Μέχρι στιγμής, απ’ όσο γνωρίζω, δεν υπάρχει από τη συγκεκριμένη επιχείρηση κάποια τέτοια αίτηση. Ωστόσο με δεδομένες τις αντιδράσεις που ήδη υπάρχουν εκτιμώ ότι θα είναι πολύ αυστηρός ο έλεγχος και η όποια εγκατάσταση θα είναι λιτή και διακριτική. Εγώ πιστεύω ότι αυτό που… ερεθίζει είναι το ίδιο το… brand με τους όποιους συμβολισμούς», τόνισε στο ΒΗΜΑ ο Πρόδρομος Νικηφορίδης, αντιδήμαρχος Τεχνικών Έργων και Βιώσιμης Κινητικότητας του δήμου Θεσσαλονίκης.

Όπως σημειώνει, είναι «σίγουρος ότι αισθητικά δεν θα είναι χειρότερο από την εικόνα που βλέπουμε στο κάτω μέρος της πλατείας Αριστοτέλους, μετά την οδό Μητροπόλεως, η οποία κατά την άποψή μου είναι απαράδεκτη με αυτά τα… τσαντίρια που έχουν εγκατασταθεί». «Ο δήμος αυτό που πρέπει να κάνει είναι να αυστηροποιήσει την επέκταση των τραπεζοκαθισμάτων. Αυτό που γνωρίζω από προσωπική εμπειρία είναι ότι το καφέ που λειτουργούσε στο κτίριο, στο παρελθόν, καταλάμβανε περισσότερο χώρο απ’ αυτόν που δικαιούνταν για τραπεζοκαθίσματα και παρά τις προσπάθειες της διοίκησης του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, ο δήμος δεν είχε καταφέρει να τα περιορίσει», επισήμανε.

«Εξαφανίζεται η τοπική αστική κουλτούρα»

Την άποψη ότι λόγω του γεγονότος ότι ο άξονας της πλατείας Αριστοτέλους είναι διατηρητέος και οι όποιες παρεμβάσεις χρειάζονται την άδεια της Υπηρεσίας «δεν μπορεί να υπάρξει αλλοίωση του αρχιτεκτονικού τοπίου» εκφράζει και η Χάρις Χριστοδούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ. Ωστόσο η ίδια, η οποία μεγάλωσε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης με αναμνήσεις από την πλατεία Αριστοτέλους «γεμάτες από μπαλόνια, λουκουμάδες, ελεύθερα τραπέζια και παιδικές ζωγραφιές στο πλακόστρωτο», αναφέρει ότι η λειτουργία μιας τέτοιας επιχείρησης σε ένα από τα ιστορικά τοπόσημα της Θεσσαλονίκης επισφραγίζει την εξαφάνιση της τοπικής αστικής κουλτούρας της πόλης.

«Κατά την άποψή μου σηματοδοτεί την αλλαγή του στάτους της Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού ανταγωνισμού. Το κρίσιμο είναι ότι εξαφανίζεται η τοπική αστική κουλτούρα της μικρής οικονομίας, καθώς απωθούνται από το κέντρο οι τοπικές επιχειρήσεις και ουσιαστικά εκδιώκονται και οι κάτοικοι του κέντρου λόγω των αυξημένων ενοικίων, των συνεπειών του τουρισμού και της αλλαγής των χρήσεων των επιχειρήσεων. Σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως για παράδειγμα το Παρίσι, προσέχουν ιδιαίτερα την τοπική οικονομία στα ιστορικά κέντρα. Σε αυτόν τον τομέα θα μπορούσε και θα έπρεπε να παρέμβει και ο δήμος Θεσσαλονίκης», λέει χαρακτηριστικά.

«Ανεπιθύμητοι στη Θεσσαλονίκη»

Ενα m που στην απόληξή του είχε σχηματισμένες δύο βόμβες και το σύνθημα «Ανεπιθύμητα τα McDonald’s» έγραφε το πανό που ξεδίπλωσαν μπροστά από το Ολύμπιον τα μέλη της δημοτικής παράταξης «Πόλη Ανάποδα».

«Μια τέτοια κίνηση, μία τέτοια προσέγγιση, ένα τέτοιο μέλλον για ένα από τα πιο κεντρικά και ιστορικά σημεία της Θεσσαλονίκης, θεωρούμε ότι είναι μία κατεύθυνση πολύ διαφορετική από αυτή που εμείς θα οραματιζόμασταν για τη Θεσσαλονίκη, διατηρώντας την ιστορικότητά της, τα πολιτιστικά της στοιχεία, δείχνοντας σεβασμό απέναντι στα διατροφικά και καταναλωτικά πρότυπα που προάγει μια πόλη», ανέφερε σε δηλώσεις της η δημοτική σύμβουλος της παράταξης, Μαρία Κέκη, η οποία συνέδεσε την ενδεχόμενη λειτουργία ενός υποκαταστήματος McDonalds με το παλαιστινιακό ζήτημα.

«Εχει μια μεγάλη συμβολική σημασία από την πλευρά του παλαιστινιακού ζητήματος, όταν υπάρχει ένα κίνημα παγκόσμιο αυτήν τη στιγμή που μποϊκοτάρει τέτοιες μεγάλες αλυσίδες που χρηματοδοτούν οπλικά το κράτος του Ισραήλ και την εξελισσόμενη γενοκτονία εις βάρος του παλαιστινιακού λαού. Και σε πάρα πολλές χώρες του εξωτερικού ανοιχτά καταστήματα που λειτουργούσαν έχουν κλείσει μετά από μποϊκοτάζ των κατοίκων της πόλης», τόνισε.

Η άνιση «μάχη» με τα Goody’s στο παρελθόν

Έχουν περάσει 34 χρόνια από τα εγκαίνια του πρώτου καταστήματος της πολυεθνικής αλυσίδας ταχυφαγείων McDonald’s στην Ελλάδα, στο Σύνταγμα, ενώ το 1994 άνοιξε το πρώτο κατάστημα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στη συμβολή των οδών Αγίας Σοφίας και Εγνατίας, το οποίο συχνά πυκνά γινόταν στόχος επιθέσεων κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων. Η εταιρία, η οποία στη δεκαετία του 2000 είχε βάλει στόχο να φτάσει τα 100 υποκαταστήματα στην ελληνική επικράτεια, όχι μόνο δεν τα κατάφερε αλλά συρρίκνωσε σημαντικά το δίκτυό της τα χρόνια που ακολούθησαν.

Ο ανταγωνισμός με την τότε ηγέτιδα ελληνικών συμφερόντων εταιρεία των Goody’s αποδείχτηκε άνισος. Πόσο μάλλον στη «σκληροτράχηλη» παραδοσιακή έδρα των Goody’s, τη Θεσσαλονίκη, όπου η ελληνική εταιρία είχε παρουσία από το 1975. Το 2010 τα McDonald’s στην Ελλάδα εμφάνισαν συσσωρευμένες ζημιές 84,3 εκατομμύρια ευρώ. Το καλοκαίρι του 2013 έκλεισε το υποκατάστημα που λειτουργούσε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και έκτοτε δεν άνοιξε ξανά άλλο στην «καρδιά» της πόλης. Σήμερα το δίκτυο των McDonald’s στην Ελλάδα αριθμεί 35 υποκαταστήματα, εκ των οποίων τα 24 βρίσκονται στην περιοχή Αττικής, τέσσερα στη Θεσσαλονίκη και τα υπόλοιπα σε Κρήτη,  Λάρισα, Πάτρα, Ζάκυνθο και Σαντορίνη.