Η ισραηλινή επίθεση της 13ης Ιουνίου εναντίον του Ιράν σηματοδοτεί την περαιτέρω κλιμάκωση μιας σύγκρουσης που βρίσκεται στην καρδιά των ηγεμονικών αξιώσεων στο περιφερειακό σύστημα της Μέσης Ανατολής.
Η χρονική στιγμή της επίθεσης μπορεί να ερμηνευτεί ποικιλοτρόπως, αλλά ελάχιστα συνδέεται με την φημολογούμενη επικείμενη απόκτηση πυρηνικών όπλων από το Ιράν. Εξάλλου, ισχυρισμοί ότι το Ιράν αναμένεται να κατασκευάσει πυρηνική βόμβα εντός μηνών, εβδομάδων ή και ημερών κάνουν συχνά την εμφάνισή τους, τουλάχιστον μετά το περιβόητο σχεδιάγραμμα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν που παρουσίασε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου στα Ηνωμένα Έθνη το 2012.
Η συγκυρία
Η επίθεση ήρθε λίγες μέρες μετά την οριακή επιβίωση της κυβέρνησης ύστερα από την πρόταση μομφής που κατέθεσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Την πρόταση μομφής αρχικά στήριξαν και τα θρησκευτικά κόμματα United Torah Judaism και Shas, τα οποία αντιτίθενται στον σχεδιαζόμενο νόμο που θα καταργήσει την απαλλαγή στράτευσης στους υπερ-ορθόδοξους Εβραίους, ζήτημα που έχει αναδειχθεί σε στοιχείο πόλωσης εντός του Ισραήλ.
Η επίθεση συνέπεσε επίσης με την εκπνοή του τελεσίγραφου του Ντόναλτ Τραμπ για την επίτευξη συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και ενώ όλα ήταν έτοιμα για τον επόμενο γύρο των συνομιλιών, ο οποίος θα λάμβανε χώρα στις 15 Ιουνίου στο Ομάν και ακυρώθηκε λόγω των τελευταίων γεγονότων. Η ισραηλινή επίθεση συνεπώς είχε ως στόχο να προκαταβάλει τις εξελίξεις, ουσιαστικά εξουδετερώνοντας δια της βίας τη διπλωματική οδό.
Η παραπάνω συγκυρία πλαισιώνεται από τον ευρύτερο στρατηγικό σχεδιασμό του Ισραήλ, ο οποίος εκτείνεται πέρα από τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες του Νετανιάχου, όπως συχνά λέγεται, και εγκολπώνεται από το σύνολο της ισραηλινής δεξιάς και σε κάποιον τουλάχιστον βαθμό από τις δυνάμεις τις αντιπολίτευσης.
Η στρατηγική του Ισραήλ
Η στρατηγική του Ισραήλ εδράζεται στην πεποίθηση ότι η παρούσα συγκυρία, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά τον Οκτώβριο του 2023, είναι ευνοϊκή για να εξουδετερώσει όλες τις απειλές που αντιμετωπίζει και να αναμορφώσει τη Μέση Ανατολή σύμφωνα με τα συμφέροντά του.
Ο πόλεμος στη Γάζα, τα συντριπτικά και τα λιγότερο καταστροφικά πλήγματα κατά της Χεζμπολά και των Χούθι αντίστοιχα και η εξουδετέρωση της Συρίας ως στρατιωτική απειλή, μέσω της καταστροφής των στρατιωτικών υποδομών της χώρας μετά την ανατροπή του Άσαντ, όλα αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής που έχει ως απώτερο στόχο το Ιράν.
Για το Ισραήλ, το Ιράν ήταν και θα είναι η κύρια, και ίσως η μοναδική, υπαρξιακή απειλή.
Οι νεοσυντηρητικοί Αμερικανοί κι ο Σάχης
Ο σχεδιασμός αυτός βρίσκει υποστηρικτές στους κόλπους της αμερικανικής κυβέρνησης, ιδίως μεταξύ των θιασωτών της νεοσυντηρητικής αντίληψης για την εκ βάθρων αναδιάρθρωση της Μέσης Ανατολής που είχε πλαισιώσει ιδεολογικά και στρατηγικά την καταστροφική απόπειρα των ΗΠΑ να φέρουν τη δημοκρατία στο Ιράκ και την ευρύτερη περιοχή.
Στο πλαίσιο αυτό δεν αποτελεί έκπληξη η (επαν)εμφάνιση της συζήτησης για την ανατροπή του ιρανικού καθεστώτος και η ανάσυρση από τη λήθη της ιστορίας του γιου του έκπτωτου Σάχη, Ρεζά Παχλαβί. Συζήτηση που δεν λησμονεί μόνο το αποτυχημένο πείραμα του Ιράκ αλλά αγνοεί και τα χαρακτηριστικά της ιρανικής κοινωνίας, τόσο τα πατριωτικά αντανακλαστικά που επιδεικνύει σε περιόδους εξωτερικής επιθετικότητας όσο και το γεγονός ότι οι Ιρανοί υποστηρικτές της παλινόρθωσης βρίσκονται στη συντριπτική τους πλειονότητα εκτός Ιράν.
Οι MAGA
Οι υπέρμαχοι της ισραηλινής πολιτικής έναντι του Ιράν στην αμερικανική κυβέρνηση έχουν απέναντί τους τον σκληρό πυρήνα των «Make America Great Again» (MAGA), οι οποίοι δυσανασχετούν με την προοπτική να συρθούν οι ΗΠΑ σε μια σύγκρουση με το Ιράν, καθώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο αφενός θα αναιρούσε τη στροφή στα εσωτερικά ζητήματα των ΗΠΑ και αφετέρου θα ανάγκαζε τις ΗΠΑ να ανακατευθύνουν οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους μακριά από τον πρωταρχικό αντίπαλο των ΗΠΑ, την Κίνα, σε μια περίοδο αυξημένης κινεζικής κινητικότητας στον Ινδο-Ειρηνικό.
Ο πρόεδρος Τραμπ
Στα παραπάνω μπορούμε να προσθέσουμε και την εικόνα που διαμορφώνεται του Προέδρου Τραμπ ως κάποιου που ακολουθεί και αντιδρά στις πρωτοβουλίες του Ισραήλ και όχι ως πρωταγωνιστή των εξελίξεων, όπως θέλει να προβάλει. Η εικόνα αυτή δεν φθείρει μόνο τη δημόσια εικόνα του Αμερικανού Προέδρου, αλλά αυξάνει και τη εσωτερική δυσαρέσκεια εντός των ΗΠΑ, σε μια περίοδο που αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η στήριξη στο Ισραήλ έχει κατακρημνιστεί στους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών και βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά μεταξύ των ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.
Το στρατηγικό αδιέξοδο της Τεχεράνης
Ενώ το Ισραήλ και μερίδα της αμερικανικής πολιτικής ελίτ αντιλαμβάνονται την κλιμάκωση ως χρυσή ευκαιρία για να τερματίσουν οριστικά τις πυρηνικές βλέψεις του Ιράν και τις περιφερειακές αξιώσεις της Τεχεράνης εν γένει, το Ιράν βρίσκεται σε συνθήκες υπαρξιακής απειλής με τις διαθέσιμες επιλογές του να είναι περιορισμένες.
Η βασική στρατηγική του Ιράν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες συνίστατο στη δημιουργία προκεχωρημένων θέσεων περιμετρικά του Ισραήλ υπό την μορφή κρατικών και μη-κρατικών συμμάχων, οι οποίοι αφενός θα ασκούσαν πίεση στο Ισραήλ στο πλαίσιο ενός «πολέμου εξουθένωσης» και αφετέρου θα λειτουργούσαν ως επάλληλες γραμμές άμυνας. Πλέον το οικοδόμημα αυτό έχει καταρρεύσει.
Στο προεδρικό μέγαρο της Δαμασκού δεν κατοικεί πλέον ο Άσαντ, η Χαμάς παλεύει για την επιβίωσή της, η Χεζμπολά αποτελεί σκιά του πρότερου εαυτού της και οι ιρακινές πολιτοφυλακές σταμάτησαν στα τέλη του προηγούμενου έτους τις επιθέσεις τους εναντίον του Ισραήλ. Οι Χούθι απομένουν ως η μόνη αξιόμαχη δύναμη του Άξονα της Αντίστασης.
Το Ιράν καταβάλει προσπάθειες να ανασυγκροτήσει μέρος της ικανότητάς του να προβάλει την ισχύ του εκ του μακρόθεν, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη δημιουργία του Ισλαμικού Μετώπου Αντίστασης στη Συρία που επικεντρώνει τις λιγοστές προς το παρόν ενέργειές του εναντίον του ισραηλινού στρατού στα Υψίπεδα του Γκολάν, στοιχείο που αναπόφευκτα γεννά μνήμες από την πρώιμη δράση της Χεζμπολά στον νότιο Λίβανο τη δεκαετία του 1980.
Η αδυναμία του Ιράν και το παιχνίδι με το ηθικό
Σε κάθε περίπτωση το Ιράν είναι πλέον στρατηγικά γυμνό, γεγονός που φέρνει πλέον τη σύγκρουση μέσα στο έδαφός του. Τη στρατηγική γύμνια έρχεται να συμπληρώσει η αμυντική, μετά και τη σημαντική εξασθένιση των αντιαεροπορικών δυνατοτήτων του ως αποτέλεσμα των ισραηλινών επιθέσεων του Οκτωβρίου 2024.
Παράλληλα, η δολοφονία μεταξύ άλλων του διοικητή των Φρουρών της Επανάστασης, Χοσεϊν Σαλαμί, και του αρχηγού του στρατού, Μοχάμαντ Μπαγκερί, επιβεβαιώνει ότι το Ιράν εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα σε επίπεδο αντικατασκοπίας, την στιγμή που ακόμα και το όνομα του υπερήλικα ανώτατου ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, εμφανίζεται ως πιθανός στόχος.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το Ιράν βρίσκεται σε δεινή θέση, καθώς πρέπει να απαντήσει στην ισραηλινή επιθετικότητα όχι μόνο για να τονώσει το ηθικό στο εσωτερικό, αλλά και σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διατηρήσει ένα ελάχιστο επίπεδο αποτροπής έναντι του Ισραήλ, πλέον πλήττοντας και πολιτικούς πέρα από στρατιωτικούς στόχους, και να δημιουργήσει συνθήκες που θα ωθήσουν τις εξωτερικές δυνάμεις και δη τις ΗΠΑ να πιέσουν στην κατεύθυνση της αποκλιμάκωσης.
Παράλληλα, ανεξάρτητα αν επιβεβαιωθεί η αποτυχία του Ισραήλ να καταστρέψει ολοκληρωτικά τις υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Νατάνζ και το Φορντόου, οι ισραηλινές επιθέσεις ενισχύουν την αποφασιστικότητα του Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, καθώς εμπεδώνεται η πεποίθηση ότι η ανισορροπία συμβατικής ισχύος δεν είναι πλέον διαχειρίσιμη και η διεθνής κοινότητα αδυνατεί να συγκρατήσει το Ισραήλ, με αποτέλεσμα η πυρηνική αποτροπή να φαντάζει μονόδρομος τόσο για το Ιράν, όσο και για εκείνους που παρακολουθούν από το περιθώριο και απεύχονται να βρεθούν κάποια μέρα στη θέση του Ιράν.
*Επίκουρη Καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων και Ασφάλειας, Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφος






