Στα 1350 μέτρα υψόμετρο, μια βέρα Μετσοβίτισσα αφηγείται την ιστορία των υφαντών του τόπου της. «Κάποτε κάθε σπίτι είχε κι έναν αργαλειό. Τώρα πια η τέχνη χάνεται», την ακούω να λέει, δείχνοντάς μου τα πολύχρωμα κιλίμια με τα ιδιαίτερα μοτίβα.
Κι όμως, ο αργαλειός παίρνει ξανά ζωή. Η ανάγκη για επιστροφή στη ρίζα, χωρίς να χάνεται το σήμερα, είναι σημείο αναφοράς.
Οι δημιουργοί, νεότεροι και μεγαλύτεροι, αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα ένταξης του αργαλειού σε ένα σύγχρονο περιβάλλον.
Άνθρωποι που δίνουν πνοή σε μια τέχνη που πάει κόντρα στον χρόνο, μιλούν στο ΒΗΜΑ.
Αργύρης Χατζημαλλής, Κατερίνα Νάκου Ανθή Σαράντη και Πόπη Σιγανού μοιράζονται τις πορείες τους-συνδετικούς κρίκους του τότε με το το παρόν αλλά και το μέλλον.
O Αργύρης Χατζημαλλής κρατά ζωντανή την τέχνη του αργαλειού στη Λέσβο

Όταν ο Αργύρης Χατζημαλλής, βιβλιοθηκονόμος και συντηρητής έργων τέχνης, γνώρισε τον παραδοσιακό χορό και μέσω αυτού γοητεύτηκε από την υφή και τη δομή του παραδοσιακού χειροποίητου ενδύματος.
Να διαβάσει πίσω από τις γραμμές ήθελε ο Αργύρης Χατζημαλλής. Να αποδομήσει και να ερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους δημιουργήθηκαν και διακοσμήθηκαν οι παραδοσιακές φορεσιές στη Βαλκανική Χερσόνησο.
Η σχέση του με τους παραδοσιακούς χορούς μετουσιώθηκε σε αγάπη για τον ανεξερεύνητο, μέχρι εκείνη τη στιγμή, κόσμο της κλωστής. «Σε ηλικία 12-13 ετών ήμουν μέλος σε χορευτικές ομάδες παραδοσιακών ελληνικών χορών και τώρα διδάσκω πλέον.
Η ενασχόλησή μου με τον παραδοσιακό χορό με έφερε σε επαφή με την παραδοσιακή ενδυμασία. Άρχισα να παρατηρώ και να με ενδιαφέρει το ύφασμα. Έτσι ξεκίνησα. Στην αρχή έμαθα να πλέκω με τις βελόνες, μετά έμαθα να κεντάω και να ράβω με τη ραπτομηχανή.
Για το τέλος άφησα το πιο δύσκολο που όντως ήταν ο αργαλειός. Ο αργαλειός θέλει υπομονή, θέλει προσοχή. Η μόνη εικόνα που είχα ως παιδί σε σχέση με το ράψιμο και την υφαντική ήταν η γιαγιά μου που έραβε. Ήταν πολύ γνωστή μοδίστρα του νησιού», αναφέρει ο Αργύρης Χατζημαλλής στο ΒΗΜΑ.
Θέλησε να μάθει περισσότερα για την τέχνη του αργαλειού. Η Λέσβος, τόπος καταγωγής και τόπος διαμονής του, έχει μεγάλη ιστορία στην υφαντική ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Στα χωριά του νησιού.
Εκεί πίστευε ότι θα βρει την άκρη του νήματος. Ο αρχικός ενθουσιασμός δεν καταλάγιασε, ανακόπηκε όμως στοιχειωδώς βλέποντας ότι ο αργαλειός χάνεται στη λήθη.
«Θέλησα να εξερευνήσω τι σημαίνει αργαλειός. Ήξερα ότι στην ύπαιθρο της Λέσβου θα έβρισκα τις πληροφορίες που αναζητούσα. Μετά λύπης μου διαπίστωσα ότι η υφαντική στον αργαλειό έχει πεθάνει.

Το εργαστήριο του LEBADES στεγάζεται σε ένα εμβληματικό κτίριο της πόλης, στο αρχοντικό Γούτου-Αλεπουδέλλη.
Συνάντησα κάποιες πολύ ηλικιωμένες γυναίκες άνω των 80 και 90 ετών, οι οποίες είχαν κάποιες πληροφορίες να μου δώσουν, αλλά δεν ήταν κάτι που μπορούσε να με βοηθήσει. Μου δώρισαν μάλιστα έναν αργαλείο, τον οποίο θα πετούσαν. Βρήκα και κάποιες κλωστές και ξεκίνησα να δοκιμάζω.
Δεν μπορούσα να κάνω αυτά που ήθελα γιατί μου έλειπε η εξειδικευμένη εκπαίδευση. Ύστερα από προσωπική αναζήτηση και πεντάχρονη μαθητεία στην Αθήνα αποφάσισα να κυνηγήσω το όνειρό μου κι έτσι γεννήθηκε το LEBADES, μαζί με τον Άλπερ Μπαμπάντοστου».
O Άλπερ Μπαμπάντοστου, βιοχημικός με εξειδίκευση στη βιοτεχνολογία, μεγάλωσε στο Αϊβαλί ακούγοντας ιστορίες για την καθημερινότητα και τη ζωή των προγόνων του σε χωριά της Λέσβου. Η γνωριμία του με τον Αργύρη και την τέχνη του, τον οδήγησε να παντρέψει τις νότες με τις κλωστές.
Ο Λιμπαντές, στη Λέσβο, είναι το βελούδινο και χρυσοκέντητο νυφικό γιλέκο που φορούσαν οι γυναίκες στο χωριό της Αγιάσου και σε άλλα μέρη του νησιού. Θέλοντας o Αργύρης να τιμήσει το παραδοσιακό ένδυμα, καθώς και τον τόπο καταγωγής του, στοιχεία που καθημερινά τον εμπνέουν, αποφάσισε να δώσει αυτό το όνομα στο όλο εγχείρημα.
Στην εποχή του fast fashion, της ταχύτητας, του όλα τα θέλω γρήγορα γιατί δεν προλαβαίνω, ο Αργύρης και ο Άλπερ αποφασίζουν να ασχοληθούν με την υφαντική τέχνη. «Τίποτα δεν είναι δύσκολο, αρκεί να επενδύσεις σε αυτό. Να επενδύσεις με τη δουλειά και τον χρόνο σου», επισημαίνει ο Αργύρης.
Πέρα από δημιουργός, ο Αργύρης είναι πια και δάσκαλος της τέχνης με όλο και περισσότερους νέους και νέες να νιώθουν την ανάγκη να στραφούν προς αυτή. Μια εσωτερική ανάγκη για δημιουργία και απόσταση από την ομοιομορφία που γύρω μας θεριεύει.
«Παλαιότερα, ο καθένας φορούσε ένα μοναδικά σχεδιασμένο ρούχο γιατί ήταν χειροποίητο και ο δημιουργός πάντα θα έβαζε την προσωπική του πινελιά. Τώρα φοράμε όλοι τα ίδια. Το χειροποίητο δεν μπορεί ποτέ να είναι το ίδιο».

Αργύρης Χατζημαλλής και Άλπερ Μπαμπάντοστου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το καρό, μοτίβο για το οποίο φημιζόταν το νησί. «Το καρό ως σχέδιο απαιτούσε τη μαεστρία της υφάντρας. Η καθεμία προσπαθώντας να διαφοροποιήσει το σχέδιό της, έβαζε και κάτι δικό της με αποτέλεσμα να έχουμε άπειρα περίτεχνα καρό μοτίβα».
Στο LEBADES θα βρει κανείς χρηστικά αντικείμενα που καλύπτουν τις σημερινές ανάγκες μας. «Μέσα στα μπαούλα μας έχουμε από τις γιαγιάδες μας κουρτίνες, κεντήματα, τραπεζομάντηλα. Άρα, γιατί να προσθέσω κάτι τέτοιο, σκέφτηκα.
Μπορώ όμως ένα υφαντό να το φορέσω; Μπορεί να γίνει τσάντα ή θήκη για υπολογιστή; Θέλουμε να καταλάβει ο κόσμος ότι το υφαντό δεν είναι κάτι απαρχαιωμένο αλλά μπορεί να μπει πολύ ενεργά μέσα στην σημερινή μας ζωή και να καλύψει ανάγκες», προσθέτει ο Αργύρης.
Τον ρωτώ για το έμφυλο φορτίο αυτής της τέχνης, χωρίς καθόλου να περιμένω την απάντηση που θα ακολουθούσε. «Ξεκινώντας δεν περίμενα ότι θα αντιμετωπίσω έτσι έναν μικρό σεξισμό. Ο σεξισμός έχει συνήθως έκφραση απέναντι στις γυναίκες. όμως μερικές φορές συμβαίνει και το αντίθετο.
Τον βίωσα, αλλά δεν πειράζει. Δεν με επηρέασε. Ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, έτσι το σκέφτομαι. Να πούμε βέβαια ότι παραδοσιακά ο αργαλειός, τουλάχιστον σε επίπεδο οικοτεχνίας, ήταν μια δραστηριότητα γυναικεία, στην Ανατολή όμως οι επαγγελματίες ήταν πάντοτε άντρες.
Ο ρατσισμός που δέχτηκα στην αρχή, όταν έπλεκα με τις βελόνες, δεν με πτόησε καθόλου. Σε καμία περίπτωση. Ίσα ίσα με ώθησε να προσπαθήσω περισσότερο γιατί έχω μία ευαισθησία προς τα νέα παιδιά και δεν θα ήθελα να βιώσουν κάτι ανάλογο σε περίπτωση ενασχόλησης με τη συγκεκριμένη τέχνη», επισημαίνει ο Αργύρης Χατζημαλλής.
Η Κατερίνα Νάκου συνδέει την παράδοση με την εποχή της ψηφιακής πραγματικότητας

Photo: Kamerzel Photo
Μάζεψε τις βαλίτσες της και πήγε στη Γερμανία για να σπουδάσει Νομική. Εγκαταστάθηκε και ξεκίνησε τις σπουδές της. Δεν χρειάστηκε να περάσει πολύς καιρός. Γρήγορα η Κατερίνα Νάκου συνειδητοποίησε ότι είχε ανάγκη από κάτι πιο δημιουργικό, χωρίς να μπορεί εκείνη τη στιγμή να προσδιορίσει τι θα ήταν αυτό.
«Πήγα τυχαία ένα πρωινό σε ένα open day της Σχολής Κλωστοϋφαντουργίας στο Πολυτεχνείο του Reutlingen. Δεν είχα φανταστεί τι μπορείς να φτιάξεις με τον αργαλειό. Είχα την υφαντική τέχνη στο μυαλό μου, μέχρι εκείνη τη στιγμή, ως κάτι αμιγώς συνδεδεμένο με την παράδοση, και όχι ως κάτι σύγχρονο.
Ξαφνικά βρέθηκα σε ένα πλαίσιο το οποίο μιλούσε για τεχνολογία, για καινοτομία, για έξυπνα υφάσματα τρισδιάστατης ύφανσης». Η απόφαση ήταν ειλημμένη. Η Κατερίνα είχε δώσει όνομα σε εκείνο το απροσδιόριστο «κάτι» που αναζητούσε. Είχε βρει την κλίση της.
«Νομίζω πως ήταν εξίσου σημαντικό να βρεθώ σε ένα πλαίσιο σαν κι αυτό γιατί αυτομάτως έβλεπες και το πώς θα μπορούσες να βιοποριστείς μετά τις σπουδές σου», αναφέρει στο ΒΗΜΑ η Κατερίνα Νάκου.
Σπουδάζει Textile Design στο Πανεπιστήμιο του Reutlingen, συνεχίζει με μεταπτυχιακές σπουδές στο Design & Fine Art Conception και ειδικεύεται ως Textile Developer στην υφαντική Jacquard στο Μουσείο Υφασμάτων στην Ολλανδία. Εκεί, δούλεψε σε ψηφιακούς αργαλειούς.

Κατερίνα Νάκου, “Gaia” 2023, Μουσείο Υφαντικής, Textile Centre Haslach, Αυστρία
Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; «Έκανα προγραμματισμό για ψηφιακές μηχανές. Παίρνουμε ένα σχέδιο και επικοινωνούμε στη μηχανή τι πρέπει να κάνει. Προγραμματίζουμε όλες τις υφάνσεις. Κι αν σκεφτούμε τι είναι η υφαντική, είναι στημόνι-υφάδι, μια γλώσσα δυαδικού συστήματος. Αυτό το ίδιο σύστημα υπάρχει στον πιο απλό αργαλειό στην αρχαία Ελλάδα, αιώνες π.Χ..
Δεν έχει αλλάξει η δομή. Έχει εξελιχθεί και έχουμε μάθει πλέον με τα όποια εργαλεία μας δίνει το software να κάνουμε πιο περίπλοκους συνδυασμούς. Στον ψηφιακό αργαλειό, έχουμε έναν υπολογιστή ο οποίος είτε επιταχύνει τη διαδικασία, είτε μας δίνει λύσεις σε πράγματα που δεν θα ήταν υλοποιήσιμα με χειρωνακτικά μέσα», εξηγεί η Κατερίνα.

Elysium, 2023 (Λεπτομέρεια) Χειροποίητο τρισδιάστατο υφαντό σε ψηφιακό αργαλειό.
Μετά από μια γεμάτη γνώση και εμπειρία δεκαετία στο εξωτερικό, η Κατερίνα επιστρέφει στην Ελλάδα συνειδητοποιημένη ότι θα συνεχίσει να ασχολείται με το συγκεκριμένο αντικείμενο.
Δημιουργεί τα έργα της στο εργαστήριο της στην Αθήνα και δραστηριοποιείται στην έρευνα, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση υφαντουργικών εικαστικών έργων και χειροποίητων προϊόντων σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες, σχεδιαστές και εταιρείες μόδας.
Έχει βραβευτεί με το Grand Prize του IDEEC 2023 (International Design Education Expo and Conference) στο Chuncheon (Κορέα) και έργα της έχουν εκτεθεί σε γκαλερί, μουσεία και ινστιτούτα στη Γερμανία και στην Κορέα, ενώ το 2024 τιμήθηκε με το Βραβείο Τέχνης του Ιδρύματος Γ. & Α. Μαμιδάκη.
«Τα βραβεία σου δίνουν δόσεις αυτοπεποίθησης, όμως δεν είναι μόνο αυτό. Μου δείχνουν ότι η υφαντική ως τέχνη έχει θέση στο σύγχρονο κόσμο. Μπορεί πολλοί να πιστεύουν ότι πρόκειται για κάτι που ανήκει στο χθες, όμως η υφαντική έχει θέση διεθνές κοινό, στο design, στην τέχνη. Θεωρώ ότι η χειροτεχνία ξαναβρίσκει τον χώρο της στον κόσμο του σήμερα».

Κατερίνα Νάκου, ‘‘The Resilient Thread’’, Βραβείο Τεχνης 2024, Ίδρυμα Γ. & Α. Μαμιδάκη Photo: Λουκιανός Αρναουτάκη
Η Κατερίνα μέσω των έργων της αποδεικνύει με τρόπο χειροπιαστό ότι η υφαντική μπορεί να αποτελέσει δυναμικό παρόν και πεδίο εξερεύνησης. «Αυτό που κάνω δεν είναι μια άσκηση αναβίωσης.
Δεν πάω να αναπαράξω πιστά ούτε την αισθητική, ούτε τα μοτίβα. Εμπνέομαι και ακολουθώ τον δικό μου τρόπο γνωρίζοντας ότι οι τεχνικές, η γνώση και οι διαδικασίες που χρησιμοποιούμε έχουν ρίζες βαθιά συνδεδεμένες με το παρελθόν. Άλλωστε και η παράδοση δεν είναι στατική», εξηγεί.
Το έργο #Σύμμειξις που παρουσίασε στη βιτρίνα του Σ.Ε.Ν. (Σύλλογος Εκπαιδεύσεως Νεανίδων) είναι παράδειγμα τρανό συνάντησης της παράδοσης με την τεχνολογία.
Το έργο αναβιώνει την υπό εξαφάνιση κλωστοϋφαντουργική τέχνη της πασμαντερί δίνοντας μια νέα προσέγγιση. Τα passements είναι διακοσμητικά είδη, όπως υφαντές τρέσες και χειροποίητα κορδόνια, που στολίζουν παραδοσιακά τα τελειωμάτατων ρούχων και άλλων αντικειμένων.
Η παραδοσιακή κορδονοποιία είναι μια από τις πολλές τεχνικές της passementerie. Η Κατερίνα στο έργο της υπερβαίνει την κλίμακα και παρουσιάζει το επιτοίχιο γλυπτό της από μεγάλου μεγέθους passementerie, υφασμένα με χειροποίητα κορδόνια σε παραδοσιακό αργαλειό.
Τα μοτίβα και οι παλιές τεχνικές της επεξεργασίας των νημάτων που στρίβονται σε κορδόνι αναπτύσσονται πέρα από την παραδοσιακή τους μορφή για να συναντήσουν μια σύγχρονη τραβέρσα, υφασμένη σε ψηφιακό αργαλειό, και εμπνευσμένη από έρευνα σε ιστορικά αρχεία υφασμάτων του Σ.Ε.Ν.
«Η τεχνολογία δεν έρχεται να αντικαταστήσει το χειροποίητο, έρχεται να το συμπληρώσει και να το εξελίξει», τονίζει.

Υφαντή σύνθεση της Κατερίνας Νάκου στο γλυπτικό έργο ‘‘Φαντασιακή Ανακατασκευή ενός Κυκλαδικού Αργαλειού’’ 2025 της Πολίνας Μήλιου και του Θεόκλητου Τριανταφυλλίδη. Παρουσίαση στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, Αθήνα. Photo: Πηνελόπη Γερασίμου
Η πορεία της Κατερίνας ήταν αντίστροφη από το αναμενόμενο. Πρώτα γνώρισε τους ψηφιακούς αργαλειούς και στη συνέχεια κάθισε στους χειροκίνητους για να υφάνει. Πέρασε έξι μήνες δίπλα στον Γιώργο Ανδρεανάκη (κατασκευαστή χειροποίητων αργαλειών) μαθαίνοντας να τους χρησιμοποιεί, πριν αγοράσει τον δικό της.
«Τότε άρχισα να βλέπω την υφαντική λίγο διαφορετικά. Στα πλαίσια των σπουδών εστιάζουμε σε υφάσματα βιομηχανικής παραγωγής και έτσι έπρεπε να πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Όταν κάθεσαι σε έναν χειροκίνητο αργαλειό με τα νήματά σου, έχεις άλλη επαφή με την υλικότητα. Ξαφνικά παύει να σε απασχολεί το μετά, το τι θα γίνει το ύφασμα. Είναι απελευθερωτικό. Είσαι εσύ και ο αργαλειός σου και μαζί φτιάχνετε μια ύφανση».
Η Κατερίνα Νάκου τιμά την παραδοσιακή χειροτεχνία, ενώ παράλληλα θέλει να προσφέρει μια νέα προσέγγιση και προοπτική για τις δυνατότητες της κλωστοϋφαντουργίας ως σύγχρονης μορφής τέχνης.
Στο πλαίσιο αυτό προσφέρει και εξειδικευμένα σεμινάρια, στα οποία οι συμμετέχοντες έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν ένα ευρύ φάσμα τεχνικών της υφαντικής σε αργαλειό και της ταπητουργίας Tufting και να πειραματιστούν με τα προσωπικά τους έργα, βιώνοντας κι εκείνοι αυτή την απελευθερωτική αίσθηση της δημιουργίας.
Η υφαντική τέχνη στο Γεράκι Λακωνίας εξελίσσεται διαρκώς

Σε απογραφή που έγινε στο Γεράκι το 1946, καταγράφηκαν περισσότεροι από 200 ενεργοί αργαλειοί, ο σημαντικότερος και μεγαλύτερος αριθμός στη Λακωνία. Σύμφωνα με τοπικές πηγές, ένα κιλίμι με μοτίβο «το δέντρο της ζωής» που υφάνθηκε από την Ελένη Μόρφα κέρδισε βραβείο στην Παγκόσμια Έκθεση της Βιέννης το 1873.
«Το Γεράκι έχει μακρά παράδοση στην υφαντική, όμως τα τελευταία χρόνια δεν υπήρχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον», παραδέχεται στο ΒΗΜΑ η Ανθή Σαράντη, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Γερονθρών.
Αναγνωρίζοντας τη σημασία της μακράς ιστορίας της υφαντικής στο χωριό, το 2019, η υφαντική τέχνη του Γερακίου εγγράφηκε στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας. Ένα πρώτο και καθοριστικό βήμα για τη στήριξη της συγκεκριμένης παράδοσης και τη διάδοσή της στις επόμενες γενιές. «Θέλαμε να “ξυπνήσουμε” αυτή την τέχνη», αναφέρει η Σαράντη.

Ανθή Σαράντη, πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Γερονθρών
Στο Γεράκι λειτουργεί πια Πειραματική Δομή Διδασκαλίας Υφαντικής Τέχνης, με χρηματοδότηση της Περιφέρειας Πελοποννήσου. «Έρχονται από όλη την Ελλάδα, αλλά και από το εξωτερικό για να παρακολουθήσουν τα μαθήματα.
Πρόσφατα είχε έρθει μια κυρία από τη Γαλλία κι έμεινε στο χωριό μας για να παρακολουθήσει έναν κύκλο εκμάθησης της υφαντικής. Έχουν γίνει προγράμματα Erasmus με φοιτητές που ήρθαν να γνωρίσουν από κοντά την τέχνη. Βλέπουμε ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον κι αυτό μας γεμίζει χαρά και αισιοδοξία».
Το Γεράκι ήταν ιδιαίτερα γνωστό ως τόπος παραγωγής προικοδοτούμενων κιλιμιών. Τα σχέδια των κιλιμιών φέρουν συμβολική σημασία. Υφαντά δέντρα, λουλούδια, ζώα και φιγούρες που μαζεύουν ελιές, χορεύουν ή παίζουν μουσική απεικονίζουν το καθημερινό περιβάλλον της υφάντρας, καθώς και εκφράζουν ευχές για υγεία και ευτυχία.

Photo Credits: Νίκος Πρεβεδώρος. «Υφαίνοντας όνειρα» / gerakiweaving.org
Τα παραδοσιακά σχέδια περιλαμβάνουν το δέντρο της ζωής, τον ήλιο, την καλλιγραφία, τη μαργαρίτα, το βυζαντινό, το τσακώνικο και το πλακάκι. Μέχρι πρόσφατα, οι υφάντρες χρησιμοποιούσαν νήματα από το μαλλί των αιγοπροβάτων που εκτρέφονταν στη γύρω περιοχή και στη συνέχεια τα έβαφαν με φυσικές βαφές χρησιμοποιώντας φυτά από τον Πάρνωνα.
«Τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι οι γυναίκες στο Γεράκι ασχολούνταν με την υφαντική ήδη από την εποχή του Χαλκού. Έχουμε υφαντό από το 1686. Θα έλεγα ότι αυτό που ξεχωρίζει την υφαντική του Γερακιού είναι τα περίτεχνα σχέδια και χρώματα, τα οποία δεν θα τα βρείτε πουθενά αλλού στον κόσμο.
Ο τρόπος παραγωγής παραμένει ίδιος από την αρχαιότητα. Αυτό που αλλάζει είναι η χρησιμότητα των αντικειμένων και ποια αντικείμενα επιλέγουμε να φτιάξουμε σήμερα», τονίζει. Η υφαντική τέχνη στο Γεράκι Λακωνίας εξελίσσεται διαρκώς. Ευχή, επιθυμία, επιδίωξη.

Δεν αρκεί να φυλάσσονται στα μπαούλα των σπιτιών τα γερακίτικα κιλίμια για να διασωθεί η τέχνη. Η εξωστρέφεια ήταν και παραμένει ισχυρό ζητούμενο. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Γερονθρών κινείται προς αυτή την κατεύθυνση με στοχευμένες δράσεις.
Μία από αυτές θα λάβει χώρα την άνοιξη του 2026 όπου 12 γερακίτικα κιλίμια θα φιλοξενηθούν σε έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, ως συνέχεια της συνεργασίας του Γερακίου με το Πανεπιστήμιο του Λος Άντζελες και το Μουσείο Μπενάκη.
Επίσης, εκτός από τα μαθήματα που ήδη πραγματοποιούνται, ξεκίνησαν φέτος και μαθήματα από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής στο Γεράκι. Πρόκειται για ένα διετές πρόγραμμα υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού που περιλαμβάνει 19 σχολές χειροτεχνίας σε όλη την Ελλάδα, μία εκ των οποίων είναι στο Γεράκι.
«Θεωρούμε ότι το επόμενο βήμα θα ήταν καλό να γίνει ένα ΙΕΚ στο Γεράκι για την υφαντική στον ορθό αργαλειό», προσθέτει η Ανθή Σαράντη.
Στο «Ξόμπλι» αναβιώνει η παράδοση της Κριτσάς Λασιθίου
Στα μέσα του 2023, επτά γυναίκες στην Κριτσά Λασιθίου αποφάσισαν να ιδρύσουν στο χωριό τους μια Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση Αλληλέγγυας Οικονομίας (ΚοινΣΕπ) για να αναβιώσουν και να αναδείξουν την υφαντική παράδοση του τόπου. Μια παράδοση που σύμφωνα με τους μελετητές κρατά από τη Μινωική εποχή.
Αρωγός στην απόφασή τους ήταν ολόκληρο το χωριό. Από δωρεές μαζεύτηκαν οκτώ παλιοί αργαλειοί που ήταν έτοιμοι να δεχθούν τη φροντίδα και την αγάπη τους ώστε να ζήσουν μια δεύτερη νιότη. Έτσι απλά και συνεργατικά, εγένετο «Ξόμπλι».

«Συντηρήσαμε τους αργαλειούς και τους στήσαμε στον χώρο», εξηγεί στο ΒΗΜΑ η υφάντρα Πόπη Σιγανού. Το «Ξόμπλι» λειτουργεί ως χώρος εκμάθησης της χειροτεχνίας αλλά και πωλητήριο των χειροποίητων προϊόντων που φτιάχνονται εξ ολοκλήρου από τις γυναίκες που εργάζονται εδώ.
«Τις δεκαετίες του ’50, του ’60, ακόμα και του ’70 οι γυναίκες ύφαιναν στον αργαλειό. Μετά όλο αυτό σιγά σιγά σταμάτησε. Με χαρά βλέπω ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη στροφή προς την υφαντική τέχνη. Ο κόσμος έχει αρχίσει να αγαπάει πολύ τα υφαντά και να τα προτιμάει.

Η υφάντρα της Κοινωνικής Συνεταιριστικής Επιχείρησης Αλληλέγγυας Οικονομίας «Το Ξόμπλι», Πόπη Σιγανού.
Το Ξόμπλι έχει γίνει εκπαιδευτικός προορισμός. Πέρα από τις μαθήτριες που έρχονται συστηματικά, έχουμε πολλά παιδιά από τα σχολεία της περιοχής κι όχι μόνο. Έρχονται από ολόκληρη την Ελλάδα ακόμα και από το εξωτερικό.
Μαθαίνουμε στα παιδιά πώς δουλεύει ο αργαλειός και τα προτρέπουμε να δοκιμάσουν. Δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον και φεύγουν εντυπωσιασμένα», αναφέρει η Πόπη Σιγανού.
Η ανάγκη προσαρμογής στις απαιτήσεις του σήμερα είναι κι εδώ εμφανείς. Τα αντικείμενα που φτιάχνονται στο Ξόμπλι διακρίνονται για την ποιότητα αλλά και τη χρηστικότητά τους.
«Φτιάχνουμε τσάντες, βούργιες (τα παραδοσιακά σακίδια των βοσκών), ρούχα και χαλιά. Κάθε ένα είναι μοναδικό. Και το σημαντικό που πρέπει να πούμε είναι ότι δεν πετάμε τίποτα.

Χρησιμοποιούμε παλιά νήματα από δωρεές αλλά και ούγιες που περισσεύουν από βιοτεχνίες της περιοχής. Στόχος μας να αρχίσουμε ξανά να φτιάχνουμε δικά μας νήματα από μαλλί προβάτων», συμπληρώνει.
Η πορεία της Πόπης Σιγανού συμβαδίζει κατά κάποιο τρόπο με εκείνη της τέχνης της υφαντικής. Ξεκίνησε σε ηλικία 22 ετών να υφαίνει για να φτιάξει στον αργαλειό ορισμένα πράγματα που της άρεσαν.
Οικογένεια, παιδιά, δουλειές κι ο χρόνος που μπορούσε να αφιερώσει στον αργαλειό όλο και περιοριζόταν, μέχρι που σταμάτησε να τον χρησιμοποιεί. «Τα τελευταία 13 χρόνια ασχολούμαι και πάλι με τον αργαλειό. Είναι η ζωή μου», εξομολογείται και συμπληρώνει: «προσπαθούμε να κρατήσουμε ζωντανή την παράδοση για να αφήσουμε μια παρακαταθήκη».
*Κεντρική Φωτογραφία: Υφαντή σύνθεση της Κατερίνας Νάκου στο γλυπτικό έργο ‘‘Φαντασιακή Ανακατασκευή ενός Κυκλαδικού Αργαλειού’’ 2025, της Πολίνας Μήλιου και του Θεόκλητου
Τριανταφυλλίδη. Photo Credits: Kamerzel Photo






