Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, ανάμεσα σε πυρκαγιές και πλημμύρες, τα γεγονότα με τα οποία ήρθε αντιμέτωπη η χώρα μας το τελευταίο διάστημα και κλήθηκε να διαχειριστεί η κυβέρνηση ήταν εξαιρετικά σπάνια.

Φαίνεται όμως πως όχι μόνο δεν ήταν εξαιρετικές οι επιδόσεις στη διαχείριση, αλλά και πως σε κάποιες περιπτώσεις πέρασαν κάτω και από τον πήχη του ανθρωπίνως δυνατού ή επιβεβλημένου.

Αυτό μαρτυρούν οι παραιτήσεις υπουργών, σχεδόν αμέσως μόλις ανέλαβαν τα καθήκοντά τους, αλλά και το ενδεχόμενο να ακολουθήσουν και άλλες στη συνέχεια.

Μια κυβέρνηση με νωπή εντολή ξεκινά έτσι τη θητεία της με ένα διπλό πρόβλημα.

Ένα πρόβλημα επιλογής σε ό,τι αφορά τη συγκρότησή της: Με ποια κριτήρια τοποθετήθηκαν σε τομείς αιχμής πρόσωπα που δεν έλαμψαν ακριβώς σε προηγούμενες θητείες τους;

Αλλά και ένα πρόβλημα αντίληψης ως προς τη λειτουργία της: Είναι η «επιτελική» δομή των τριών υπερυπουργών και των δυο υφυπουργών παρά τω πρωθυπουργώ η πλέον ενδεδειγμένη;

Μπορεί, με άλλα λόγια, το αντίβαρο σε ένα υπερπληθές κυβερνητικό σχήμα 64 μελών να είναι ο «συνωστισμός» προσώπων και η υπερσυγκέντρωση αρμοδιοτήτων στο πρωθυπουργικό μέγαρο;

Η ευθύνη για τη λύση αυτού του διπλού προβλήματος βαραίνει ασφαλώς τον Πρωθυπουργό.

Ειδικά από τη στιγμή που η μέθοδος της ανακύκλωσης κάποιων προσώπων από την προηγούμενη στη νέα κυβέρνηση αποδεικνύεται κάθε άλλο παρά εξαιρετική ιδέα.