Ουδείς αμφιβάλλει ότι η διαχείριση του κύματος χιονοκαταιγίδων που έπληξε τη χώρα και αποδιοργάνωσε επί πολλές ημέρες τη ζωή στην πρωτεύουσα υπήρξε αν μη τι άλλο αποκαρδιωτική. Παρότι εγκαίρως προειδοποιημένοι, οι πολλοί εμπλεκόμενοι δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα.

Αντιθέτως, στην τελευταία επέλαση του χιονιά ανεδείχθησαν όλα τα οργανωτικά και διοικητικά ελλείμματα που χαρακτηρίζουν τόσο την κεντρική διοίκηση όσο και τους συνυπεύθυνους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το χάος στους δρόμους της πρωτεύουσας επικράτησε επειδή οι πολλοί εμπλεκόμενοι, της ιδιωτικής Αττικής Οδού συμπεριλαμβανομένης που διαχειρίζεται τη βασικότερη οδική αρτηρία της Αθήνας, δεν συντονίστηκαν και δεν μπόρεσαν να λειτουργήσουν συλλογικά και οργανωμένα όπως οι περιστάσεις απαιτούσαν και η σφοδρότητα του φαινομένου επέβαλλε.

Αυτό είναι και το σημαντικότερο συμπέρασμα που οφείλουν να αξιολογήσουν οι διαχειριστές κλιματικών κρίσεων σαν κι αυτή που ζήσαμε τις προηγούμενες ημέρες, γιατί απλούστατα ανάλογης έντασης καιρικά φαινόμενα, με διαφορετικές κάθε φορά μορφές, θα μας απασχολούν διαρκώς στο προσεχές μέλλον.

Οσοι έχουν εμπειρίες χιονοπτώσεων και βρέθηκαν στους δρόμους τις πολλές ώρες εξέλιξης της χιονοθύελλας μπορούν να βεβαιώσουν ότι η σφοδρότητα του φαινομένου ήταν σπάνια, η πυκνότητα του χιονιού αξεπέραστη και ικανή να μπλοκάρει κάθε κίνηση στους πολυσύχναστους δρόμους της Αττικής, απ’ άκρου εις άκρον.

Πράγμα που σημαίνει ότι δεν χωρούν εύκολες κρίσεις, ούτε επικοινωνιακού τύπου προσεγγίσεις και εκμετάλλευση της οργής των πολιτών.

Κοινώς, το μπαλάκι μετάθεσης των ευθυνών και οι πολιτικές συγκρούσεις που εξελίσσονται είναι δείγμα της καθυστέρησης και του ελλείμματος κατανόησης των νέων κλιματικών συνθηκών.

Οι προηγούμενες θλιβερές εμπειρίες από τη Μάνδρα, το Μάτι, τον πολυήμερο καύσωνα και τις παρεπόμενες πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού και τώρα του χιονιά δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να βεβαιώνουν τον καθένα ότι έχουμε εισέλθει σε νέο, έντονο και άκρως επικίνδυνο κλιματικό κύκλο.

Οι πολιτικές συγκρούσεις που ακολούθησαν τα προηγούμενα ακραία καιρικά φαινόμενα και τα όποια πολιτικά αποτελέσματα παρήχθησαν από την εκμετάλλευσή τους δεν μπορούν να αποτελούν οδηγό της πολιτικής ζωής στη χώρα μας.

Ουδείς άλλωστε εκ των πολιτικών ηγετών μπορεί να υποστηρίξει ότι έχει υπογράψει συμβόλαιο με τη φύση ότι θα είναι επιεικέστερη μαζί του στα χρόνια της δικής του διακυβέρνησης.

Ας μην έχουμε λοιπόν αυταπάτες. Τα ακραία κλιματικά γεγονότα θα μας επισκέπτονται συχνότερα στο μέλλον, θα αποδιοργανώνουν τη ζωή των πολιτών και θα κοστίζουν ολοένα και περισσότερο σε όλους.

Γεγονός που επιβάλλει άλλη στάση και συμπεριφορά. Θα χρειαστεί το κράτος να οργανωθεί πραγματικά, η Τοπική Αυτοδιοίκηση να αποκτήσει δυνατότητες ταχείας επέμβασης και μαζί να αναπτυχθούν συστήματα και μηχανισμοί έγκαιρης προειδοποίησης των πολιτών, οι οποίοι επίσης με τη σειρά τους οφείλουν να λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν τα μηνύματα των αρμοδίων φορέων.

Με άλλα λόγια, οι πολιτικές δυνάμεις επιβάλλεται να επαναξιολογήσουν τη στάση και τη συμπεριφορά τους απέναντι στα κλιματικά φαινόμενα. Οι επικοινωνισμοί, οι δήθεν οργισμένες καταγγελίες επιστρέφουν συνήθως σε αυτούς που τις εκτοξεύουν και εμφανώς πια δεν αποτελούν λύση.

Η συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα, όπως και η αναζήτηση και αξιοποίηση έμπειρων προσώπων στη διαχείριση εκτάκτων συνθηκών, είναι εκ των πραγμάτων επιβεβλημένη. Η διαχείριση ακραίων φαινομένων δεν μπορεί να επαφίεται επίσης σε πρόσωπα που δεν έχουν πέσει στην κυριολεξία στη φωτιά και δεν έχουν πιάσει ποτέ φτυάρι στη ζωή τους.

Κοινώς, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι το γενικευμένο αίτημα της μεταρρύθμισης αφορά και το πολιτικό μας σύστημα. Και οι κήρυκες της μεταρρύθμισης επιβάλλεται να αλλάξουν, να μεταρρυθμιστούν οι ίδιοι, αν θέλουν πραγματικά να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών μας.

ΤΟ ΒΗΜΑ