Δυο γυναίκες, μια αμύθητη περιουσία, ένα τρανταχτό όνομα και το πιο σημαντικό ερώτημα: Ποια από τις δυο είναι η πραγματική Ισιδώρα Κοσμίδη; Η Φατρία του Κύκνου και η Φατρία του Δράκου, δυο οικογένειες με απαρχές χαμένες στον χρόνο που γεννούν τις πιο δυνατές μάγισσες της Αιγύπτου. Γυναίκες αντίπαλες που φέρνουν στην ψυχή τους το φως και το σκοτάδι. Μια ιστορία που θα σας μεταφέρει στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια, την πόλη με τα δυο πρόσωπα. Και κατόπιν στην Αθήνα για την τελική αναμέτρηση των ηρωίδων τη δεκαετία του ‘60. Ένας αγώνας μέχρι θανάτου. Γιατί η Αλεξάνδρεια δεν τις χωρά και τις δυο…

Το νέο μυθιστόρημα της Δήμητρας Ιωάννου, «Αλεξάνδρεια – Γητειές, Μάγια και Μπαχάρια» (εκδόσεις Ψυχογιός) φέρνει στον αναγνώστη μνήμες, εικόνες, αρώματα και μυστικά από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Όπως σημειώνει και η ίδια, στην συνέντευξή της, στο tovima.gr πρόκειται για μια ιστορία γεμάτη ξόρκια, μπαχάρια, σερμπέτια, βοτάνια και γλυκό καπνό ζυμωμένο με μέλι που μας ταξιδεύει σε μια από τις ιδιαίτερες πόλεις της Ανατολής.

Το όγδοο βιβλίο σας είναι αφιερωμένο σε μεγάλο βαθμό στην Αλεξάνδρεια. Τι σας συνδέει με την πόλη της Αιγύπτου;

Αγαπώ βαθιά την Αλεξάνδρεια. Κυλάει στο αίμα μου και είναι καταγεγραμμένη στα κύτταρά μου. Είναι μια δεύτερη πατρίδα για μένα, η γενέτειρα της μητέρας μου, στην οποία έζησε την πρώτη εικοσαετία της ζωής της, πριν έρθει στην Αθήνα τη δεκαετία του ’60. Στο σπίτι μας συχνά ακούγονταν αραβικές εκφράσεις και στο τραπέζι μας υπήρχαν αραβικά φαγητά, φούλια, φελάφελ, σακσούκα και μολοχέγια. Μεγάλωσα ακούγοντας ιστορίες ζυμωμένες με άρωμα ανατολής και έκανα βόλτα με τη φαντασία μου στην Κορνίς, στο ακρωτήρι της Σελσίλα, στους κήπους της Νούζχα, στο Καρτιέ Γκρεκ, στο Ατταρίν, στο Κομ Ελ Ντικ, στο Σίντι Μπισρ, στο Στάνλεϋ και στο Σαν Στέφανο.

Η πλοκή όμως εκτυλίσσεται και στην Αθήνα τη δεκαετία του ’60. Τι μελέτη χρειάστηκε να κάνετε για να μεταφέρετε το κλίμα της εκείνης της εποχής;

Μελέτησα πολύ για να αναπαραστήσω ανάγλυφα τη συγκεκριμένη εποχή, αλλά ειλικρινά ευχαριστήθηκα την κάθε σελίδα. Με όχημα τη φαντασία και παρέα με τους πρωταγωνιστές της ιστορίας, ανέβηκα στο Roof Garden του King George, γευμάτισα στη Μεγάλη Βρετανία, έκανα βόλτα στου Φιλοπάππου και στο Κουκάκι, έφαγα εκλεκτούς μεζέδες στου Σιλίβανη και στου Κούβελου, πήγα στο γάμο της Αλίκης Βουγιουκλάκη και του Δημήτρη Παπαμιχαήλ, γεύτηκα παγωτό Σικάγο στου Ζonar’s, ήπια καφέ στου Λουμίδη και έφαγα γκαζοκεφτέδες στο ουζερί του Απότσου στη Σταδίου. Διασκέδασα στο Χρυσό Βαρέλι στις Τζιτζιφιές και είδα

ταινίες που άφησαν εποχή, όπως το Τοπ Καπί του Ζυλ Ντασέν και τον Ζορμπά του Κακογιάννη. Σκέτη μαγεία!

Τι σας γοητεύει από την Αθήνα του ’60; Γενικά είστε άνθρωπος που νοσταλγείτε ή εστιάζετε κυρίως στο τώρα και το μέλλον;

Η εκπληκτική δεκαετία του ’60 διέθετε αισιοδοξία αλλά και επαναστατικότητα και πραγματικά θεωρώ τυχερούς όλους όσους τη βίωσαν. Πολλά κινήματα ξεκίνησαν τότε με σκοπό μια δικαιότερη κοινωνία, όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα. Από την άλλη ο απόηχος της ελληνικής κουλτούρας και τέχνης στο εξωτερικό είχε θέσει την Αθήνα ως ένα σημαντικό πολιτισμικό πυρήνα της εποχής. Επίσης η έντονη διάθεση αστικοποίησης, πέρα από τις αρνητικές της συνέπειες, έφερε και μια πολύ έντονη τάση για πρόοδο και δημιουργικότητα από την πλευρά των νεοαφιχθέντων. Προσωπικά, θα σας εξομολογηθώ ότι νοσταλγώ το παρελθόν και νιώθω πολύ τυχερή που καταφέρνω να το ζω με τον δικό μου τρόπο μέσα από τα βιβλία μου. Από την άλλη στην καθημερινότητά μου εστιάζω δυναμικά στη σημερινή πραγματικότητα, καθώς το παρόν, όσο ευχάριστο ή δυσάρεστο κι αν είναι, είναι το μόνο που στην ουσία έχουμε.

Η μελέτη των ανθρώπινων σχέσεων ανέκαθεν σας γοήτευε. Μιλήστε μας λίγο για την σχέση των δύο ηρωίδων σας.

Στην ουσία είναι δυο γυναίκες που τα τραύματα της πρώτης δίνουν έδαφος στην παθολογία της δεύτερης. Η πραγματική Ισιδώρα Κοσμίδη, παρότι έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στα πούπουλα, ζει πολύ περιορισμένα και μοναχικά στο χρυσό κλουβί που έχει φτιάξει για εκείνη ο πατέρας της. Η ψυχή της επιθυμεί να ελευθερωθεί, να πετάξει, να ζήσει. Η γνωριμία της με την ανεξάρτητη, άφοβη και φαινομενικά διασκεδαστική και απροβλημάτιστη Ραλλού είναι βάλσαμο για εκείνη. Θα νιώσει ότι για πρώτη φορά στη ζωή της έχει μια φίλη, η οποία δημιουργεί τριγύρω της ένα απατηλά συναρπαστικό σκηνικό. Της γνωρίζει όλες εκείνες τις κρυφές γωνιές της Αλεξάνδρειας στις οποίες πολύ δύσκολα θα πατούσε το πόδι της μια ευρωπαία γυναίκα της δικής της κοινωνικής τάξης και έτσι η Ισιδώρα παραδίδεται σε αυτή τη φιλία με καταστροφικές συνέπειες.

Οι ηρωίδες σας φέρουν στην ψυχή τους το φως και το σκοτάδι. Τι υπερισχύει σε καθεμία από αυτές και γιατί;

Για να μετουσιώσει ένας χαρακτήρας το σκοτάδι ή το φως υπάρχουν κάποιες παράμετροι. Αρχικά εκείνο το συγκεκριμένο μέταλλο, ο πυρήνας με τον οποίο γεννιόμαστε και που παραμένει αναλλοίωτος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Ύστερα ο τρόπος, τα βιώματα και οι διδαχές με τις οποίες έχουμε μεγαλώσει. Τέλος οι δυσκολίες, τα τραύματα και οι οδυνηρές καταστάσεις που μπορούν είτε να διαβρώσουν είτε να χαλυβδώσουν έναν χαρακτήρα. Από αυτές τις δυο γυναίκες η μία περνά δια πυρός και σιδήρου και κατορθώνει να υψωθεί και να βγει δυνατότερη. Η άλλη με δόλο βρίσκει την ευκαιρία και ικανοποιεί έστω πρόσκαιρα τα νοσηρά της όνειρα, βυθιζόμενη ακόμα περισσότερο στις τρυφηλές απολαύσεις που εμπεριέχονται στο σκοτάδι των επιλογών της. Και είναι πραγματικά ενδιαφέρον τι θα γίνει όταν διασταυρωθούν ξανά οι δρόμοι αυτών των δυο γυναικών.

Δύο γυναίκες, μια αμύθητη περιουσία. Διακυβεύεται όμως και ένα όνομα. Ποιο από τα δύο αποτελεί μεγαλύτερο κίνητρο για τις ηρωίδες σας και γιατί;

Νομίζω ότι το θέμα της ταυτότητας είναι το πιο νευραλγικό και για τις δυο ηρωίδες αν και φυσικά το συγκεκριμένο όνομα για το οποίο αντιμάχονται δεν είναι τυχαίο. Περιλαμβάνει ένα σημαντικό πακέτο δύναμης, εξουσίας και χρήματος. Η μία γυναίκα παλεύει να μη χάσει το όνομά της και η δεύτερη αγωνίζεται να αποκτήσει ένα, καθώς στην ουσία νιώθει ανύπαρκτη ως τότε. Σίγουρα η ταυτότητα σηματοδοτεί την προσωπικότητα και προάγει την αίσθηση της αυτοαξίας και της αυτοπραγμάτωσης ενός ατόμου. Έτσι το ενδεχόμενο να χάσει μια γυναίκα την ταυτότητά της είναι όχι μόνο εφιαλτικό αλλά πέρα για πέρα αφανιστικό. Από την άλλη η δεύτερη γυναίκα παθιάζεται και παλεύει με νύχια και με δόντια να αποκτήσει αυτή τη νέα ζηλευτή ταυτότητα γιατί δεν έχει απολύτως τίποτα να χάσει παρά μόνο να κερδίσει. Και το ερώτημα θα απαντηθεί στο τέλος… Ποια από τις δύο θα κατορθώσει να δικαιωθεί σε αυτή την αναμέτρηση;

Η συγγραφή είναι για εσάς ένα ταξίδι που σας απομακρύνει λυτρωτικά από την πραγματικότητα ή ένα οδοιπορικό με σκοπό να γνωρίσετε καλύτερα τον εαυτό σας;

Το πρώτο ισχύει οπωσδήποτε, θεωρώ τη συγγραφή τη δική μου ψυχοθεραπεία που μου δίνει τη δυνατότητα να ξεφεύγω από την καθημερινότητα, να δραπετεύω σε άλλους κόσμους και να επανέρχομαι κατόπιν ανανεωμένη και πιο δυνατή. Από την άλλη για να δημιουργηθεί ένας ανάγλυφος χαρακτήρας, νιώθω την απόλυτη ανάγκη να ενδυθώ τα ιμάτια του εκάστοτε ήρωα, να αναπνεύσω τις ανάσες του, να βιώσω τα συναισθήματα του. Έγινα η Ισιδώρα, έγινα και η Ραλλού και μπορώ να σας πω ότι και τα δύο ήταν δύσκολες εμπειρίες. Πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας η ψυχή μου γρατσουνίστηκε από τα πάθη της Ραλλούς και από την προδοσία που υπέστη η Ισιδώρα. Έχω συνειδητοποιήσει πως ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της συγγραφής μιας δυνατής ιστορίας ο εκάστοτε δημιουργός συχνά έρχεται αντιμέτωπος και με κάποια δικά του σκοτεινά και τραυματικά κομμάτια. Παρόλα αυτά αν έχει το σθένος να μην αποστρέψει το βλέμμα και τα κοιτάξει κατάματα, τότε ξεκινά μια λυτρωτική διαδικασία κάθαρσης και ίασης.

Τι σας δίνει δύναμη αυτούς τους δύσκολους καιρούς;

Οι άνθρωποί μου, η φύση, τα ζώα, το διάβασμα, η συγγραφή. Οι αληθινοί φίλοι, η ωριμότητα και οι συνειδητοποιημένες συμπεριφορές που μου δίνουν την ελπίδα πως οι σχέσεις των ανθρώπων ίσως μπορούν τελικά να γίνουν καλύτερες.