O 80χρονος Τζο Μπάιντεν αποδεικνύεται εν τέλει δυναμικότερος και επιδραστικότερος όλων.

Με το σχέδιο επιτάχυνσης των εμβολιασμών ξεπέρασε τον διακηρυγμένο προεκλογικά στόχο του να εμβολιασθούν 100 εκατομμύρια Αμερικανοί στις πρώτες 100 μέρες της θητείας του.

Στο ίδιο διάστημα επέτυχε την έγκριση της έκτακτης ενίσχυσης της αμερικανικής οικονομίας με 1,9 τρισ. δολάρια (αντιστοιχεί στο 2,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ) για την αντιμετώπιση της πανδημικής ύφεσης και την περασμένη Πέμπτη ανακοίνωσε ένα θηριώδες μεταπανδημικό αναπτυξιακό πρόγραμμα ύψους περίπου 3 τρισ. δολαρίων.

Από αυτά, τα 2,4 τρισ. δολάρια θα κατευθυνθούν στην ανανέωση των αμερικανικών υποδομών, γηρασμένων δρόμων (περίπου 32.000 χιλιόμετρα του αμερικανικού οδικού δικτύου θα ανακατασκευαστούν), 10.000 γεφυρών, σιδηροδρόμων, αεροδρομίων και πάσης φύσεως δικτύων, από τα ευρυζωνικά μέχρι τα παλαιωμένα και προβληματικά της ύδρευσης και της ηλεκτροδότησης.

Περίπου 580 δισ. δολάρια θα δοθούν για την ενίσχυση της έρευνας, εκ των οποίων τα 50 δισ. ευρώ μόνο για την εξέλιξη της τεχνολογίας των ημιαγωγών.

Ακόμη το σχέδιο Μπάιντεν προβλέπει ενισχύσεις ύψους 400 δισ. δολαρίων για τα φτωχότερα των αμερικανικών νοικοκυριών.

Εκτιμάται ότι εξελισσόμενο το επενδυτικό πλάνο θα οδηγήσει στην ίδρυση νέων επιχειρηματικών σχημάτων και προφανέστατα θα επιτρέψει τη δημιουργία εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας, δίδοντας ισχυρή αναπτυξιακή ώθηση στην αμερικανική οικονομία.

Το ενδιαφέρον είναι ότι το όλο πλάνο θα χρηματοδοτηθεί σε σημαντικό βαθμό από τη θαρραλέα αύξηση της φορολογίας των εταιρικών κερδών από το 21% στο 29% και των καλοπληρωμένων Αμερικανών με ετήσια εισοδήματα υψηλότερα των 400.000 δολαρίων.

Είναι φανερό ότι ο νέος αμερικανός πρόεδρος δεν διστάζει να ξεπεράσει προηγούμενα ιδεολογήματα και πρότυπα, προσαρμόζοντας την αμερικανική δημοσιονομική πολιτική στις ξεχωριστές συνθήκες της μεγάλης υγειονομικής και της παρεπόμενης οικονομικής κρίσης.

Εκπλήσσει έτσι τους πάντες, αντλώντας διδάγματα από προηγούμενες ιστορικές κρίσεις. Δείχνει να εμπνέεται από τις πολιτικές του Ρούσβλετ στα χρόνια της μεγάλης ύφεσης, δίδοντας τον ρόλο που αρμόζει στο κράτος σε τέτοιες ιδιαίτερες περιόδους. Και χωρίς αμφιβολία, με την απόλυτη ευελιξία που επιδεικνύει, κάνει τη διαφορά, ξεπερνά χωρίς δεύτερες σκέψεις το επικρατήσαν τις προηγούμενες δεκαετίες νεοφιλελεύθερο πρότυπο, εισάγοντας νέα ήθη στη διεθνή οικονομική πολιτική που θα ζήλευαν πολύ νεότεροι ηγέτες στον πλανήτη.

Και βεβαίως δείχνει στην Ευρώπη ότι οι μεγάλες κρίσεις δεν αντιμετωπίζονται με ημίμετρα και λύσεις «τσουρούτικες», εμπνευσμένες από την κουλτούρα του Σκρουτζ Μακ Ντακ και της κεντροευρωπαϊκής αντιπληθωριστικής μονομέρειας.

Αν τα πράγματα εξελιχθούν κατά το αμερικανικό σχέδιο, σε λίγο θα μιλάμε για το «Biden Boom», που θα επιδράσει καταλυτικά και θα διαμορφώσει νέες τάσεις στη διεθνή πολιτική, ικανές να επηρεάσουν και αυτήν ακόμη τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων. Πολύ περισσότερο μάλιστα αν δεχθούμε ότι το προηγούμενο σχήμα οικονομικής πολιτικής έχει εμφανώς φθαρεί και αμφισβητείται τόσο για την αποτελεσματικότητά του όσο και για τη μονομέρειά του υπέρ των επιχειρηματικών πολυεθνικών κολοσσών, όπως προκύπτει και από τη σύγκρουση με τον Τζεφ Μπέζος της Amazon, ο οποίος καταφέρνει να βρίσκει τρόπους αποφυγής της φορολογίας.

Ισως είναι πρόωρο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, αλλά μοιάζει σχεδόν βέβαιο ότι ο γερο-Μπάιντεν ταράζει τα λιμνάζοντα νερά, αμφισβητώντας τον επικρατήσαντα διεθνώς τις τελευταίες δεκαετίες προβληματικό οικονομικό μονόδρομο.