Αυτό το άρθρο το έχω γράψει εδώ και μήνες – και δίσταζα να το δημοσιεύσω. Ομως οι απόψεις περί ελληνικού μαξιμαλισμού του Χρήστου Ροζάκη (με τις οποίες συμφωνώ, όπως γνωρίζουν όσοι με διαβάζουν) με ενθάρρυναν να επανέλθω. Οταν μιλάει ο σοφός, όλοι πρέπει να ακούνε.

Τι μας χωρίζει με την Τουρκία; Πρώτο θέμα: τα πετρέλαια της Μεσογείου, που ακόμη δεν ξέρουμε αν υπάρχουν. Αλλά και αν υπάρχουν, μάλλον δεν θα αξίζει τον κόπο να τα αντλήσουμε. Η τιμή του πετρελαίου έχει καταρρεύσει, το κόστος της υποθαλάσσιας άντλησης είναι υπέρογκο και έτσι κι αλλιώς η ανθρωπότητα προσανατολίζεται προς άλλες πηγές ενέργειας που ρυπαίνουν λιγότερο. Τα κοιτάσματα των υδρογονανθράκων θα μείνουν μέσα στους βυθούς, όπως έμειναν τα αποθέματα του κάρβουνου στα ανθρακωρυχεία του Ρουρ και του Κάρντιφ, όταν ανακαλύφθηκε η ισχύς του πετρελαίου στις αρχές του 20ού αιώνα.

Ο καβγάς για το πάπλωμα!

Κινδυνεύουμε καθημερινά από μια αυτόματη ανάφλεξη, ξοδεύουμε πολύτιμα χρήματα για εξοπλισμούς και πολεμικό υλικό για μια φαντασίωση.

Δεύτερο θέμα: ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα κ.λπ. – που θα μπορούσε να έχει επιλυθεί από τα αρμόδια διεθνή δικαστήρια.

Ναι, λένε τα σκληρά κολάρα των υπουργείων και των επιτελείων: «Και αν τα διεθνή δικαστήρια γνωματεύσουν εναντίον μας;».

Σίγουρα, σε ορισμένα θέματα θα γνωματεύσουν αρνητικά. Ο εναέριος χώρος των 10 μιλίων, που έχουμε μονομερώς αποφασίσει από το 1931, δεν στέκει με τίποτα, αφού το Διεθνές Δίκαιο λέει καθαρά ότι ο εναέριος χώρος συμπίπτει ακριβώς με την αιγιαλίτιδα ζώνη, που στην περίπτωσή μας είναι τα έξι μίλια. Επίσης θα χρειαστεί και μια ειδική ρύθμιση για το Καστελλόριζο. Δύσκολο, ένα μικρό νησάκι να ορίζει την ΑΟΖ ή την υφαλοκρηπίδα μιας ακτής χιλιάδων χιλιομέτρων. Και σε άλλα θέματα μπορεί να χρειαστούν υποχωρήσεις. Αυτό σημαίνει διαπραγμάτευση. Δίνω, παίρνω. Αλλά όλα αυτά δεν είναι τίποτα μπροστά σε μια κατάσταση ασφάλειας και γαλήνης, που θα μας επιτρέψει να στραφούμε στην ειρηνική παραγωγή και δημιουργία.

Ενώ τώρα τι κάνουμε; Στεκόμαστε με τα όπλα παρά πόδα, γαντζωνόμαστε από αυτά που νομίζουμε ότι έχουμε (ενώ ενδομύχως τρέμουμε για αυτά), διώχνουμε τους επενδυτές, που όταν μυρίζουν μπαρούτι εξαφανίζονται αυθωρεί, και ζούμε σε μια πρόσκαιρη ειρήνη με την ψυχή στο στόμα.

Φυσικά, οι άνθρωποι που θα τολμήσουν να προχωρήσουν σε διαπραγματεύσεις και να κλείσουν συμφωνίες θα υποστούν τα μύρια όσα. Θα ονομαστούν προδότες, εθνικοί μειοδότες, ανθέλληνες, μισέλληνες κ.λπ. Και ίσως αυτός ο φόβος να είναι ένας από τους κύριους λόγους που οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες μας δεν τολμούν. Ξέρουν ότι το πολιτικό αλλά και το προσωπικό κόστος θα είναι τεράστιο.

Από την άλλη πλευρά, το κόστος μιας διαρκούς εκκρεμότητας, που υπονομεύει κάθε ουσιαστική προσπάθεια για την ανάπτυξη και αναγέννηση της χώρας, είναι ακόμα μεγαλύτερο.

  • Και αν οι γείτονες, ενώ μιλάνε για διαπραγμάτευση, τελικά οπισθοχωρήσουν και δεν συμφωνήσουν στις προκαταρκτικές διαβουλεύσεις;

Εμείς πάντως θα έχουμε κάνει το σωστό. Το πρόβλημα θα το έχουν αυτοί.

Τολμήστε λοιπόν! Μελετημένοι, προετοιμασμένοι αλλά ψύχραιμοι. Τολμήστε!

ΥΓ.: Είδηση, 7.7.2020: «Ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε Αθήνα και Αγκυρα, ώστε να μειωθεί η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, ανήγγειλε χθες ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ». Να ελπίσω;