«Δεκάδες συναισθήματα όχι απαραίτητα όμορφα, πέρασαν από το μυαλό μου τη στιγμή που μου προσέφεραν το βραβείο Ούλοφ Πάλμε. Δεν είμαι ήρωας. Είμαι απατεώνας. Μου προσέφεραν ένα μετάλλιο για την ανδρεία ενός άλλου ανθρώπου. Αρνούμαι. Δεν είμαι υπέρμαχος της αλήθειας ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν έχω υποφέρει για τα όσα έχω γράψει, αντίθετα έχω επιβραβευτεί για αυτά. Ούτε θεωρώ τον εαυτό μου ίσο με οποιονδήποτε από τους τρεις συγγραφείς που έλαβαν την τιμητική διάκριση, δηλαδή τον Βάχλαβ Χάβελ που γνώρισα για λίγο και τον οποίο σέβομαι, τον ατρόμητο Ρομπέρτο Σαβιάνο -αμφότεροι με διαφορετικούς τρόπους έγιναν μάρτυρες του έργου τους- αλλά και τον Κάρστεν Γιένσεν, συγγραφέα εμπόλεμων συρράξεων τη φρίκη των οποίων μοιράζεται με τον κόσμο». 

Με αυτά τα λόγια ο Τζον Λε Καρέ, ο σημαντικότερος μυθιστοριογράφος θρίλερ κατασκοπείας, ανοίγει την ομιλία του σε ειδική τελετή στη Στοκχόλμη για να παραλάβει το βραβείο «Ούλοφ Πάλμε» για την «εξαιρετική συνεισφορά του στον απαραίτητο αγώνα για την ελευθερία, τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη» όπως σημειώνει η εφημερίδα Guardian. Η διάκριση απονέμεται σε προσωπικότητες που προωθούν τη δημοκρατία και υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ο κατά κόσμον Ντέιβιντ Κόρνγουελ είναι ένας από τους λίγους συγγραφείς που έχουν πάρει το συγκεκριμένο βραβείο στη μνήμη του δολοφονηθέντος το 1986 Σουηδού πρωθυπουργού Πάλμε, ένθερμου υποστηρικτή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διακηρυγμένου εχθρού του πολέμου στο Βιετνάμ.

Οι βίοι τους, δυο παράλληλες γραμμές που αν και δεν διασταυρώθηκαν ποτέ, συνδέθηκαν μέσα από τα ίδια συναρπαστικά γεγονότα της Ιστορίας που σημάδεψαν τον περασμένο αιώνα. Ο 88χρονος συγγραφέας που κάποτε είχε αρνηθεί να πάρει παράσημο από τη Μάργκαρετ Θάτσερ, μέσα από το έργο του αποκάλυψε «τα κυνικά παιχνίδια εξουσίας των υπερδυνάμεων, την απληστία των παγκόσμιων επιχειρήσεων, τους διεφθαρμένους πολιτικούς, την ανάπτυξη του διεθνούς εγκλήματος και την άνοδο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας σε Ευρώπη και Αμερική», όπως αναφέρουν οι διοργανωτές.

«Εάν ήθελα μεγαλύτερη απόδειξη της ανεπάρκειάς μου, το μόνο που έπρεπε να κάνω είναι να ακούσω τη συγκινητική ομιλία του Ντάνιελ Έλσμπεργκ από το ίδιο βήμα πριν από ένα χρόνο. Γιατί άραγε δεν αντέγραψα μυστικά έγγραφα να σταματήσω έναν πόλεμο;» αναρωτιέται ο Λε Καρέ στην ίδια πάντα συγκινητική ομιλία, αναφερόμενος στη γενναιότητα του Αμερικανού πρώην στρατιωτικού αναλυτή, που το 1971 διέρρευσε απόρρητα έγγραφα του Πενταγώνου αποκαλύπτοντας στο αμερικανικό κοινό ότι, αμερικανικές κυβερνήσεις το είχαν εξαπατήσει διαδοχικά για τον πόλεμο του Βιετνάμ.

«Μόνο όταν άρχισα να μελετάω τη ζωή και το έργο του Ούλοφ Πάλμε και σαγηνεύτηκα από αυτό, ανακάλυψα […] ότι είναι πιθανό να είμαι κατάλληλος παρόλα αυτά για τη δουλειά» αναφέρει με μεγάλη δόση αυτοκριτικής ο Λε Καρέ, συμπληρώνοντας πως μελετώντας το έργο του Πάλμε αναρωτιόμαστε όχι μόνο ποιοι είμαστε, ποιοι θα μπορούσαμε να είμαστε αλλά δεν είμαστε, αλλά και μέχρι που φθάνει το ηθικό μας κουράγιο όταν το χρειαζόμαστε.

Από τον Ψυχρό Πόλεμο στο Brexit

Ο Λε Καρέ ταυτίστηκε με την εποχή των κατασκόπων μέσα και έξω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Υπήρξε άλλωστε κι ο ίδιος συνεργάτης των βρετανικών μυστικών κατασκοπείας κι αντικατασκοπείας στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Τότε που σε ένα κόσμο γεμάτο πυρηνικό όπλα ο κίνδυνος να ξεσπάσει ένας πυρηνικός Αρμαγεδδών ήταν πραγματικός.

«Γιατί λοιπόν η απειλή του πυρηνικού πολέμου σήμερα δεν είναι τόσο τρομακτική όπως ήταν στην εποχή του Πάλμε; Είναι απλά τόσο πανταχού παρούσα, τόσο διάχυτη και παράλογη; Στη Νότια Κορέα; Το Ισλαμικό Κράτος; Το Ιράν; Η Ρωσία; Την Κίνα; Ή τον σημερινό Λευκό Οίκο με τους αναγεννημένους ευαγγελιστές του ονειρεύονται τη Δευτέρα Παρουσία;» αναρωτιέται ο συγγραφέας, υποστηρίζοντας ότι, ίσως είναι προτιμότερο να επενδύουμε τους υπαρξιακούς μας φόβους σε πράγματα που μπορούμε να κατανοήσουμε, όπως «τις πυρκαγιές, το λιώσιμο των πάγων και τις άβολες αλήθειες της Γκρέτα Τούνμπεργκ».

Από εκείνη την εποχή του «παραλόγου», όπως την χαρακτηρίζει όπου δυο παίκτες κινούσαν τα πιόνια πάνω σε μια πυρηνική σκακιέρα, έχει περάσει μισός αιώνας. Μέχρι σήμερα ωστόσο, μια άλλη εποχή αναδύεται κατά την οποία ο Λε Καρέ παραμένει άοκνος παρατηρητής και αυστηρός κριτής μιας σειράς γεγονότων, πολιτικών και γεωπολιτικών συγκρούσεων που λαμβάνουν χώρα στον κόσμο, καθιστώντας τον το ίδιο παράλογο.

Ο Τζόνσον και ο … Άγιος Brexit

Με δημόσιες παρεμβάσεις και με τη συγγραφή βιβλίων συνεχίζει να στηλιτεύει εκείνους που κινούν τα νήματα, να προβληματίζεται για το Brexit, να αντιτίθεται σθεναρά σε αυτό. Στο πιο πρόσφατο μυθιστόρημά του με τίτλο «Ένας έντιμος άνθρωπος» (Agent Running in the Field), μεταφέρει τον αναγνώστη στη σύγχρονη Βρετανία και την κρίση της εξόδου από την Ένωση που ταλανίζει τη χώρα του και η οποία συντελείται μέσα σε ένα ρευστό εξωτερικό περιβάλλον.

«Καθώς συνεχίζω να διαβάζω και να σκέφτομαι το μονοπάτι μου μέσα από τη ζωή του Πάλμε, η αίσθηση της συγγενικής, φιλικής σχέσης καθίσταται κτητική. Θέλω έναν Πάλμε για τη χώρα μου, η οποία όσο ζω δεν έχει βγάλει ούτε έναν πολιτικό του δικού του βεληνεκούς. Τον θέλω τώρα. Δεν είμαι απλά ένας Remainer. Είμαι πέρα για πέρα Ευρωπαίος και θέλω να του πω ότι τα τρωκτικά έχουν καταλάβει το πλοίο. Ραγίζει η καρδιά μου και θέλω να ραγίσει και η δική του. Χρειαζόμαστε τη φωνή του για να μας ξυπνήσει από την υπνοβασία μας και να μας σώσει από αυτή την αναίτια πράξη πολιτικού και οικονομικού αυτοτραυματισμού. Αλλά είναι πολύ αργά».

Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο Λε Καρέ μασάει τα λόγια του. Ο ίδιος θεωρεί ότι οι Βρετανοί είναι πλέον εθνικιστές γιατί ο Μπόρις Τζόνσον έκανε τους συμπατριώτες του να το πιστέψουν. «Γιατί για να είσαι εθνικιστής χρειάζεσαι εχθρούς και το πιο ύπουλο τέχνασμα στη φαρέτρα των Brexiteers, ήταν να φτιάξουν έναν εχθρό της Ευρώπης. […] Εάν υπήρχε κάποιος τρόπος, ο Τζόνσον και οι Brexiteers θα είχαν ανακηρύξει την ημέρα του Αγίου Brexit και καμπάνες σε ολόκληρη τη χώρα θα ηχούσαν χαρμόσυνα το μήνυμα της εξόδου», αναφέρει καυστικά για τον Βρετανό πρωθυπουργό τον οποίο κατηγορεί ότι παρέδωσε τη χώρα στον Αμερικανό πρόεδρο. Μαζί με αυτήν, παρέδωσε την εξωτερική και οικονομική πολιτική, την Υγεία και τα πάντα, καταλαμβάνοντας έτσι -όπως αναφέρει- περίοπτη θέση δίπλα στους ψεύτες της εποχής του, δηλαδή τον Ντόναλτ Τραμπ και τον Βλαντιμίρ Πούτιν.

«Κάποια μέρα κάποιος θα μου εξηγήσει γιατί σε μια εποχή όπου η επιστήμη δεν ήταν ποτέ πιο σοφή, η αλήθεια ποτέ πιο γυμνή και η ανθρώπινη γνώση ποτέ πιο διαθέσιμη, υπάρχει τόσο μεγάλη ζήτηση για τους λαϊκιστές και τους ψεύτες».