Από πολύ καιρό είναι γνωστό ότι σε αρκετούς ανθρώπους που ανήκουν στις ελληνικές «δημόσιες αρχές» που ασχολούνται με το προσφυγικό κυριαρχεί η αντίληψη ότι πρέπει να δοκιμαστεί κάθε μέσο για την αποτροπή της άφιξης προσφύγων στην Ελλάδα.
Ακόμη και εάν αυτό είναι παράνομο ή βάναυσο.
Μία πλευρά αυτής της λογικής ήταν το «να τους κάνουμε το βίο αβίωτο» στα κέντρα κράτησης ώστε να αποθαρρύνονται να έρχονται.
Η άλλη ήταν να τους αποτρέπουμε από το να φτάσουν ακόμη και εάν αυτό μπορεί να τους εκθέτει σε κίνδυνο, όπως π.χ. συμβαίνει με το push back στη θάλασσα.
Οι ενέργειες είναι παράνομες, γιατί το διεθνές δίκαιο λέει ότι ένα που θέλει να ζητήσει ανθρωπιστική προστασία έχει το δικαίωμα να φτάσει με ασφάλεια και να τη ζητήσει στη χώρα που έφτασε.
Επίσης, έχουν κινδύνους όταν γίνονται στη θάλασσα.
Οι ελληνικές αρχές και κυβερνήσεις αρνούνται ότι συμβαίνουν τέτοια φαινόμενα, παρότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία.
Ειδικά για τον Έβρο οχυρώνονται και πίσω από το ότι «αυτά είναι καταγγελίες της Τουρκίας».
Προφανώς και οι Τούρκοι προβάλλουν τέτοια περιστατικά για δικούς τους λόγους.
Που είναι κυνικοί και έχουν να κάνουν με το πώς «εργαλειοποιούν» με διάφορους τρόπους το προσφυγικό ζήτημα.
Όμως, αυτό δεν ακυρώνει τη σημασία των ίδιων των περιστατικών.
Ούτως ή άλλως, ως χώρα συναντούμε σοβαρότατα προβλήματα από την κυνική πολιτική των άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, που υποκύπτοντας ουσιαστικά στην πίεση της ακροδεξιάς εφαρμόζουν την πολιτική της Ευρώπης Φρούριο και ζητούν από τη χώρα μας να λειτουργεί ως «φραγμός».
Και ορθά ζητάμε μια άλλη πολιτική που να στηρίζεται στην αλληλεγγύη και στο σεβασμό της νομιμότητας.
Όμως, για να μπορέσουμε να διεκδικήσουμε μια άλλη πιο αλληλέγγυα και ανθρωπιστική πολιτική για το προσφυγικό πρέπει να δείξουμε και εμείς ότι σεβόμαστε τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Εάν η Τουρκία εργαλειοποιεί π.χ. το προσφυγικό, η δική μας χώρα πρέπει να κινείται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: τήρηση όλων των δικαιωμάτων, υποδοχή, φιλοξενία σε ανθρώπινες συνθήκες.
Η χώρα μας δεν έχει τίποτα μα τίποτα απολύτως να κερδίσει με το να ταπεινώνονται, υποφέρουν, κινδυνεύουν άνθρωποι που απλώς αναζητούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και τη φτώχεια.
Δεν ταιριάζει ούτε στην ιστορία μας ούτε σε αυτό που συνηθίζουμε να λέμε «πολιτισμός μας».
Αντίθετα, το να σεβόμαστε δικαιώματα, το να αντιμετωπίζουμε τους πρόσφυγες ως ανθρώπους, το να κάνουμε σαφές προς όσους επιτηρούν τα σύνορα ότι είναι εκεί για να σώζουν ζωές και όχι να τις θέσουν στον κίνδυνο, δεν σημαίνει απλώς ότι συμμορφωνόμαστε με το διεθνές δίκαιο, αλλά ότι κατανοούμε ότι το κύρος μιας χώρας στα μάτια της παγκόσμιας κοινωνίας από τέτοια ζητήματα κρίνεται.