O διαγωνισμός PISA του ΟΟΣΑ δεν αποκαλύπτει μόνο τις αδυναμίες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Αποκαλύπτει εξ αντανακλάσεως τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας και έτσι θα έπρεπε να ερμηνεύεται. Και αυτό γιατί οι μαθητικές επιδόσεις σχετίζονται και με το κοινωνικο-οικονομικο-πολιτισμικό επίπεδο, σύμφωνα και με τους συντάκτες της έρευνας. Μάλιστα, στις μέρες μας η επίδραση του σχολικού περιβάλλοντος στην πρόοδο των μαθητών δείχνει ότι σταδιακά περιορίζεται, ενώ διευρύνεται η επιρροή του κοινωνικού και οικογενειακού.

Oι διαχρονικά χαμηλές επιδόσεις των ελλήνων μαθητών στους σχετικούς διαγωνισμούς κρούουν λοιπόν τον κώδωνα του κινδύνου γενικότερα για την ελληνική κοινωνία. Μια κοινωνία που έχει πάρει εδώ και χρόνια διαζύγιο από την κριτική σκέψη, προϋπόθεση της οποίας είναι το στοιχειώδες: η δυνατότητα κατανόησης ενός κειμένου. Η αδυναμία αυτή, εκτός από το ότι αποτελεί εμπόδιο στην προσωπική εξέλιξη, συνιστά βραδυφλεγή βόμβα για τη δημοκρατία. Και αυτό γιατί οι νέοι που σήμερα δεν μπορούν να κατανοήσουν ένα κείμενο ή τα στοιχειώδη στη φυσική και στα μαθηματικά θα κληθούν αργότερα να ψηφίσουν, αφού αξιολογήσουν υποψηφίους και κομματικά προγράμματα. Εάν δεν διαθέτουν το απαραίτητο νοητικό οπλοστάσιο, δεν θα μπορέσουν να αντισταθούν στις σειρήνες του ανορθολογισμού και θα κυβερνηθούν από λαϊκιστές και δημαγωγούς. Θα κληθούν επίσης να αποφασίσουν για το αν πρέπει ή όχι να εμβολιάζονται, να πάρουν θέση για το αν το 5G κάνει κακό στην υγεία ή για το αν υπάρχουν ανώδυνες λύσεις στα μεγάλα οικονομικά προβλήματα.

Γιατί να έχουμε όμως μεγάλες προσδοκίες από τους εφήβους όταν τα ίδια προβλήματα συναντώνται κατά κόρον στους ενηλίκους; Θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον – και αυτό συνιστά πρόταση προς τον ΟΟΣΑ – η διενέργεια ανάλογης έρευνας για την αξιολόγηση των επιδόσεων στις ηλικίες π.χ. 25-60 ετών. Συμπεριλαμβάνοντας όμως και τεστ κατανόησης βασικών οικονομικών όρων. Τα αποτελέσματα θα ήταν αποκαλυπτικά και θα αναδείκνυαν την ανάγκη συνολικότερης θεώρησης της παιδευτικής διαδικασίας. Μιας διαδικασίας η οποία δεν περιορίζεται στις σχολικές αίθουσες. Εχει να κάνει με το επίπεδο των γονέων, με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και κυρίως με την προσχολική αγωγή, η οποία στη χώρα μας συνεχίζει να αγνοείται – σε αντίθεση με τις χώρες οι οποίες πρωταγωνιστούν στους διαγωνισμούς του ΟΟΣΑ, με λαμπρό παράδειγμα, για άλλη μία φορά, την Εσθονία.

Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού για την Ελλάδα, τα παιδιά που έχουν συμμετάσχει σε προγράμματα προσχολικής αγωγής για περισσότερο από έναν χρόνο στα 15 τους έχουν κατά 30,3% καλύτερες επιδόσεις στα μαθηματικά από τα υπόλοιπα παιδιά, καθώς και καλύτερες επιδόσεις στην κατανόηση κειμένου. Καλό θα ήταν, λοιπόν, τη συζήτηση για μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία να μην τη μονοπωλεί κάθε φορά η τριτοβάθμια ή Δευτεροβάθμια εκπαίδευση.