Για την ταινία πολλά μπορείς να πεις και ακόμα πιο πολλά να παρασυρθείς να σκεφτείς αν αφεθείς στην έλξη μιας απλουστευτικής ματιάς. Οι παγίδες του αυτονόητου, έτσι κι αλλιώς, δεν μας αφήνουν ποτέ σε ησυχία. Το έργο προσφέρεται για μια πληθώρα αναγνώσεων και αυτό είναι ένα από τα χαρίσματά του.

Αναλύοντας τον Αρθουρ

Πώς εμφανίζεται ο Τζόκερ; Οι οπαδοί μιας κοινωνιοκεντρικής ματιάς θα εστιασθούν στην «κακούργα κενωνία». Οπως ειρωνικά συνήθως την αποκαλούν οι υποστηρικτές της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Το Gotham City, η φανταστική πόλη, προβάλλεται με ένα εξαιρετικά παραστατικό και κάποιες στιγμές συγκλονιστικό τρόπο. Μια πόλη που αναπνέει και ξερνάει μοναξιά, που σου τρώει τα σωθικά. Μια πόλη όπου φυσάει βία και αδιαφορία και όπου το να ζεις είναι σαν να είσαι ήδη νεκρός. Μια πόλη «κακιά μητριά» που επινοεί συνεχώς νέους τρόπους να κακοποιεί το παιδί της.

Η φανταστική αυτή πόλη θα μπορούσε να είναι πραγματική, γνώριμη, οικεία, να αφορά με κάποιον τρόπο κάθε γωνιά του πλανήτη Γη. Μια πραγματική δηλαδή, μέσα στην τρομακτικότητά της, φανταστική πόλη.

Δεν είναι όμως μόνο η κοινωνία που έχει παραμορφώσει την ύπαρξη του Τζόκερ, του αποτυχημένου και ψυχικά ταραγμένου stand up comedian. Υπονομευτική της ύπαρξής του είναι και η ίδια η μάνα του. Μια μάνα που στην αρχή εμφανίζεται αδύναμη, θύμα κι αυτή μιας άδικης κοινωνίας, για να αποδειχθεί στη συνέχεια ότι εκείνη ήταν που κακοποιούσε το παιδί της με έναν φριχτό τρόπο. Μια μάνα που στο τέλος αφήνεται να εννοηθεί ότι δεν είναι η φυσική του μάνα, αλλά μια θετή μάνα. Ο Αρθουρ Φλεκ είναι ένα παιδί κακοποιημένο από μια άγνωστη θετή μητέρα. Δεν πέρασαν τα γονίδια μιας ψυχικά ταραγμένης, βίαιης μάνας στα γονίδια του Τζόκερ. Αγνώστου καταγωγής λοιπόν ο ήρωας. Ας ξεχάσουμε λοιπόν τους γενετιστές, έστω για την ώρα. Εδώ μπορούμε να πούμε ότι απενοχοποιείται το DNA.

Η «κοινωνία» ως εξολοθρευτής

Ως προς την ενοχοποίηση της κοινωνίας, γεννάται το ερώτημα: είναι ικανή μια κοινωνία να κατασκευάσει έναν Τζόκερ; Ναι, θα σπεύσουν να πουν (όχι άδικα) οι οπαδοί της κοινωνιοκεντρικής ματιάς.

Και ως προς την ενοχοποίηση των παιδικών τραυμάτων; Ναι, θα πουν (όχι άδικα) οι υποστηρικτές ενός «Ψυ» λόγου που θα εστιασθούν στη διαμορφωτική δύναμη των τραυματικών εμπειριών στην αρχή της ζωής μας. Πατρίδα μας, άλλωστε, είναι η παιδική μας ηλικία. Πόσο όμως είμαστε στ’ αλήθεια όμηροι αυτών των τραυμάτων;

Υπάρχει ένας μεγάλος ξεχασμένος. Σε αυτόν θα ήθελα για μια στιγμή να σταθώ. Και ποιος είναι αυτός; Μα ο ίδιος ο Αρθουρ. Το υποκείμενο δηλαδή της ιστορίας. Ο τρόπος που το πλάσμα αυτό ερμήνευσε τα συμβάντα της παιδικής του ηλικίας, καθώς και τα συμβάντα ενός κοινωνικού περίγυρου που τσαλακώνει όνειρα και ευαισθησίες όσων αποκλίνουν από τις νόρμες του.

Τρελαίνει μια τέτοια κοινωνία; Τρελαίνει μια τέτοια παιδική ηλικία; Τρελαίνει μήπως ένας τέτοιος συνδυασμός; Η απάντηση στο ερώτημα είναι ναι! Ομως – ευτυχώς – δεν φτάνει. Αλλιώς θα είχαμε μια πλημμυρίδα Τζόκερ γύρω μας, που για την ώρα δεν έχουμε.

Η όποια πραγματικότητα δεν επιβάλλεται α πριόρι στο άτομο. Χρειάζεται να μεσολαβήσει ο μεγάλος αγνοούμενος στις περισσότερες των προσεγγίσεων: τo ίδιο το υποκείμενο δηλαδή που με τα ερμηνευτικά εφόδια που διαθέτει θα εισπράξει π.χ. την πραγματικότητα ως απειλητική  για τη ζωή του. Και θα καταφύγει μέσα από αυτή την ερμηνεία σε διάφορες, λιγότερο ή περισσότερο καταστροφικές, μορφές αυτοάμυνας. Κατά τη γνωστή θεώρηση που συνδέει την αποστέρηση με τη βία. Μια βία που στρέφεται είτε στον άλλον είτε στον ίδιο τον εαυτό. Ενώ κάποιος άλλος στη θέση του θα μπορούσε να «χρησιμοποιήσει» τα ίδια ακριβώς γεγονότα της ζωής του ως έναυσμα υπέρβασης, χτίζοντας μια αναπάντεχη ίσως, αλλά εφικτή ανθεκτικότητα και αντοχή στο Κακό. Μια αντοχή που οδηγεί σε έναν ανοιχτό στην έκπληξη δρόμο. Η ίδια άλλωστε η αληθινή βιογραφία του Χοακίν Φίνιξ, που ενσαρκώνει τον Αρθουρ Φλεκ, έχει κάποιες ομοιότητες με τον Τζόκερ. Μεγάλωσε δύσκολα με χίπηδες γονείς που ζούσαν μια περιπλανώμενη και ασταθή ζωή. Ενώ σε νεαρή ηλικία ο αδελφός του Ρίβερ πεθαίνει μπροστά στα μάτια του από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Ο ίδιος λοιπόν ο Χοακίν Φίνιξ, μέσα από ένα εκρηκτικό ταλέντο που καθηλώνει εκατομμύρια θεατές, φανερώνει τη δυνατότητα ενός ανθρώπου να μεταμορφώνει μια φρικτή πραγματικότητα σε δημιουργικότητα και ζωή. Είναι αυτό που θα ονόμαζα «το Μαγικό των Ανθρώπων»: η δυνατότητα μετουσίωσης που διαθέτουμε.

 

Ψυχική νόσος και έγκλημα

Και η ψυχική διαταραχή; θα αναρωτηθούν πολλοί. Αξίζει για μια ακόμα φορά να επαναλάβουμε ότι κάθε ταύτιση της τρέλας με το έγκλημα είναι καταχρηστική και άδικη για τόσους ψυχικά πάσχοντες συνανθρώπους μας που πολύ πιο συχνά υφίστανται τη βία των άλλων παρά την ασκούν. Ο επικίνδυνος σχιζοφρενής είναι ένας μύθος που αξίζει να μην αναπαραχθεί μέσα από αυτή την ταινία. Γι’ αυτό και η τελευταία σκηνή που τελειώνει με αίμα σε μια κρύα αίθουσα ψυχιατρείου, η νοσογραφική, κλινική ματιά, η συρρίκνωση του Τζόκερ σε ένα κλινικό περιστατικό, αδικεί μια εξόχως δυνατή ταινία. Μια ταινία που υπερασπίζεται τη σκέψη και το συναίσθημά μας σε μια εποχή που ο διαδικτυακός πολιτισμός μας κάνει ό,τι μπορεί για να τα υπονομεύσει.

 

Η ανήλικη συμπεριφορά των… ενηλίκων

Οσον αφορά τη συζήτηση των τελευταίων ημερών για την ακαταλληλότητα της ταινίας για ηλικίες έως 18 ετών, τι αφέλεια, Θεέ μου, να πιστεύεις ότι τους προστατεύεις εμποδίζοντάς τους να τη δουν! Τι αφέλεια να πιστεύεις ότι αυτό ονομάζεται «προστασία της παιδικής ηλικίας»! Τι αφέλεια να μην καταλαβαίνεις στοιχειωδώς ότι ο καλύτερος τρόπος να εκθέσεις έναν έφηβο στη σαγήνη του απαγορευμένου είναι να του το απαγορεύσεις! Κι ακόμα χειρότερο να τον θεωρείς ένα νήπιο, ανίκανο να σκεφτεί και ανίκανο, όπως διάβασα κάπου, «να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από τη μυθοπλασία». Σαν ένα πεντάχρονο δηλαδή που δεν έχει τα γνωστικά εφόδια ώστε να μην πιστέψει ότι και τα καρτούν ακόμα μπορεί να εισβάλουν εκείνη τη στιγμή μέσα στο δωμάτιό του.

Ας σκεφτεί κανείς μήπως ένας τέτοιος τρόπος θεώρησης των δεκαπεντάχρονων παιδιών μας δεν αποτελεί από μόνος του μια πράξη βίας και υποτίμησης. Που δεν την αξίζουν. Μια τέτοια προστασία ας τους λείπει. Πόσο βλακώδες αυτό φαντάζει σε μια κοινωνία του θεάματος όπου ανθεί η βιομηχανία της βίας και όπου αρκεί να πατήσεις ένα κουμπί για να εμφανιστεί στην οθόνη ενός υπολογιστή ή ενός video game το πιο ακατάλληλο, το πιο απαγορευμένο πράγμα που μπορεί να διανοηθεί ένα ανήλικο ή ενήλικο μυαλό.

Αλλωστε οι ανησυχούντες ενήλικοι αξίζει να γνωρίζουν πως η μίμηση δεν υπακούει σε μηχανιστικούς κανόνες. Στον κόσμο των μίντια και του σινεμά όλοι βλέπουν την ίδια εικόνα αλλά κανείς δεν βλέπει το ίδιο πράγμα. Ερευνητικά δεδομένα μάς φανερώνουν, για παράδειγμα, πως η υιοθέτηση προτύπων βίας εξαρτάται τελικά από τον βαθμό ομοιότητας των μηνυμάτων βίας που δέχεται κανείς σε σχέση με τις καταστάσεις του περιβάλλοντός του.

 

Το «δώρο» του Τζόκερ

Συλλογίζομαι βέβαια και τα διπλά μηνύματα (double bind), ικανά να μπερδέψουν, αν όχι να τρελάνουν, τον κόσμο. Πώς αλήθεια νιώθει ένας πολίτης, ένας γονιός, κάποιος τέλος πάντων ανάμεσά μας όταν, συνδέοντας την ταινία με ακαταλληλότητα, ένα κομμάτι μέσα του λέει «καλά κάνουν, υπάρχουν και οι νόμοι» και επιτρέπει σε αυτό το κομμάτι μέσα του,να τον κατευνάσει, έστω για λίγο, ενδίδοντας ακόμα και στον ψεύτικο ησυχασμό μιας πραγματικής ή επινοημένης κλούβας;

Και από την άλλη, την ίδια στιγμή, ακούει έναν υπουργό του, που τον καθησυχάζει με την τάξη και την ασφάλεια που εκπροσωπεί, να διαφοροποιείται από μια τόσο απλουστευτικά λανθασμένη θεώρηση των νεαρών παιδιών και να δηλώνει «θα πάω με το 15χρονο παιδί μου να δω την ταινία».

Ας υποδυθούμε τους ώριμους λοιπόν. Το «Τζόκερ» είναι μια ταινία που δεν λύνει αλλά θέτει ζητήματα. Και αυτό είναι το δώρο της. Μην το δηλητηριάζουμε. Με την ανοησία, την απλούστευση, την πολιτική μικροεκμετάλλευση και κυρίως με τη μανιχαϊστική σκέψη: Εδώ ο παράδεισος, εκεί η κόλαση κι ανάμεσά τους το χάος. Η αποσιώπηση αυτού «του ανάμεσα» είναι ό,τι χειρότερη υπηρεσία μπορούμε να προσφέρουμε στη σκέψη μας και στα παιδιά μας.

Στην τελική εκείνο που ταράζει σε αυτή την ταινία είναι ίσως το συναίσθημα μιας αναπάντεχης συμπόνιας που μας διακινεί ένα τόσο τραγικά βίαιο και συνάμα βαθιά ανθρώπινο πλάσμα. Και ίσως αυτό καθιστά τον Τζόκερ μια χρήσιμα επικίνδυνη ταινία.

Η κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι συγγραφέας, καθηγήτρια Ψυχολογίας.