1927. Η Παράσα, μια αθώα Ρωσίδα επαρχιώτισσα, φτάνει στη Μόσχα αναζητώντας τον θείο της και καταλήγει καμαριέρα σε ένα σπίτι της οδού Tρουμπνάγια όπου πέφτει θύμα εκμετάλλευσης του ζευγαριού που κατοικεί εκεί. Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν στο σπίτι έρχεται ένας νεαρός συνδικαλιστής ο οποίος κάνει εγγραφές νέων μελών για το Κόμμα. Στο πρόσωπό του η Παράσα θα βρει τον δρόμο διαφυγής από την καθημερινή κακομεταχείριση.

Αν και το χιούμορ δεν ήταν ποτέ και τόσο ταιριαστό με το σοβιετικό καθεστώς, η παραπάνω πλοκή ανήκει σε μια σπάνια ρωσική κωμωδία ονόματι «Το σπίτι της πλατείας Trubnaya», η οποία από την Πέμπτη 8 Αυγούστου θα προβάλλεται κατ’ αποκλειστικότητα στο Στούντιο.  Και λέμε σπάνια διότι αυτή η ταινία, η τέταρτη του άγνωστου στην Ελλάδα σκηνοθέτη Μπόρις Μπαρνέτ, επί σειρά δεκαετιών ήταν εξαφανισμένη. Ανακαλύφθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και σήμερα θεωρείται μια από τις κλασικές βωβές ταινίες του ρωσικού κινηματογράφου.

Για μεγάλο χρονικό διάστημα το αρχικό σενάριο της ταινίας, με τίτλο «Parasha» που έγραψε ο Μπέλα Ζόριτς βρισκόταν καταχωνιασμένο στα στούντιο Mezhrabpom-Rus  χωρίς να γίνει ταινία. Την ταινία θα σκηνοθετούσε ο Σεργκέι Κομάροφ αλλά  αποφασίστηκε τελικά ότι στην θέση του σκηνοθέτη θα καθόταν ο Μπόρις Μπαρνέτ. Ο σεναριογράφος είχε δηλώσει ότι η κινηματογράφηση της ιστορίας της νέας Σταχτοπούτας θα «έπρεπε να δείξει πώς το λενινιστικό σύνθημα «Κάθε μάγειρας πρέπει να μάθει να κυβερνά το κράτος» ερμηνεύεται με διαστρεβλωμένο τρόπο από τους φιλιστές λαϊκούς.» Ομως ο Μπαρνέτ, όταν άρχισε να εργάζεται στην ταινία, τροποποίησε το σενάριο που αντιμετώπισε πολυάριθμες επανεγγράψεις από πολλούς συγγραφείς (Βίκτορ Σκλόφσκι, Νικολάι Ερντμαν, Αντάλι Μάριενχοφ, Βαντίμ Σσερσενέβιτς).

Το αποτέλεσμα ήταν μια ταινία αποτελούμενη από επί μέρους κωμικές ιστορίες γύρω από την κεντρική της Παράσα (Βέρα Μανέτσκαγια) οι οποίες ως επί το πλείστον στηρίζονταν σε καθημερινές καταστάσεις όπου το πικρό χιούμορ κυριαρχούσε. Αυτό ήταν ένα γενικότερο χαρακτηριστικό των ταινιών του Μπαρνέτ, που χαρακτηρίστηκε «rara avis» (σπάνιο πτηνό) του Ρώσικου βωβού κινηματογράφου. Οι  ταινίες του μπορούσαν να γίνουν αρεστές στους θεατές, κομμουνιστές και μη.

Γεννημένος στην Μόσχα το 1902, ο Μπορίς Μπαρνέτ ήταν εγγονός του Τόμας Μπαρνέτ, τυπογράφου που μετακόμισε στη Ρωσική Αυτοκρατορία από τη Μεγάλη Βρετανία τον 19ο αιώνα. Μαθητής της Σχολής Καλών Τεχνών της Μόσχας, ο Μπ. Μπαρνέτ εντάχθηκε στον Κόκκινο Στρατό στα 18 του και αργότερα έγινε επαγγελματίας πυγμάχος. Αρχισε να σκηνοθετεί το 1927 σκηνοθέτησε (πρώτη του ταινία το «The Girl with a Hatbox» με πρωταγωνίστρια την Άννα Στεν), ενώ ένα χρόνο αργότερα έδωσε την ταινία «Το σπίτι της πλατείας Trubnaya».

Στη δεκαετία του 1930, μετά από αυτή την πρώιμη δουλειά του, ο Μπαρνέτ δούλεψε με τους Σεράφιμα Μπέρμαν και Νικολάι Ερντμάν και ανάμεσα στις μεγάλες τιανίες του ανήκουν οι «Πατριώτες» (1933), που μάλιστα παίχθηκε στο 1ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. Το μεταπολεμικό έργο του Μπαρνέτ, παρουσιάζεται με το «Secret Agent» τη πρώτη σοβιετική κατασκοπική ταινία, Η ταινία κέρδισε το βραβείο Στάλιν και ήταν αρκετά χρόνια μπροστά από την εποχή της, παρουσιάζοντας Χιτσκοκικές τεχνικές που βοήθησαν τον Μπαρνέτ να εδραιωθεί και στο εξωτερικό.

Αργότερα, ανάμεσα στους Ρώσους σκηνοθέτες που μιλούσαν πάντα με θαυμασμό για τον Μπόρις Μπαρνέτ ήταν και ο Αντρέι Ταρκόφκι. Το 1965 και μετά από αρκετό καιρό καλλιτεχνικής σιωπής, ο Μπαρνέτ αυτοκτόνησε δια απαγχονισμού σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στην Ρίγα της Λετονίας.