Η Σιμπίλε Γκάισλερ γνωρίζει τις απειλές από τους ακροδεξιούς εξτρεμιστές της Αυστρίας, οι οποίοι τις τελευταίες εβδομάδες έχουν παρομοιάσει τους μετανάστες με αρουραίους ενώ προωθούν ανεμπόδιστα προεκλογικό υλικό που παραπέμπει σε ναζιστική προπαγάνδα.

Για περισσότερα από 12 χρόνια η ίδια ηγήθηκε της μονάδας της εγχώριας υπηρεσίας πληροφοριών κατά του εξτρεμισμού και πρόσφατα κατέθεσε σε κοινοβουλευτική επιτροπή για το κατά πόσον η Ακροδεξιά στην Αυστρία προσπάθησε να υπονομεύσει την υπηρεσία της.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει αυτές τις μέρες, όπως αναφέρει, είναι ότι η άκρα Δεξιά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της κυβέρνησης στη Βιέννη.

Λίγο μετά την ένταξη του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας στα κυβερνητικά πόστα πριν από 17 μήνες και την ανάληψη του ισχυρού υπουργείου Εσωτερικών, ανώτατος αξιωματούχος του υπουργείου ζήτησε από την Γκάισλερ και το αφεντικό της να παραδώσουν τα ονόματα των πληροφοριοδοτών που είχαν διεισδύσει στην Ακροδεξιά.

Τόσο η ίδια όσο και οι συνάδελφοί της το αρνήθηκαν. Λίγες εβδομάδες αργότερα ένοπλες αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στο γραφείο της, απομακρύνοντας αρχεία εσωτερικών υποθέσεων αλλά και μυστικές πληροφορίες από συμμαχικές χώρες.

Ανοδική πορεία στην Ευρώπη

Αν και ο αυστριακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι υπήρχαν πολιτικά κίνητρα πίσω από το περιστατικό, οι συνέπειες συνεχίζουν να αντηχούν στην πολιτική σκηνή ενώ ταυτόχρονα καθιστούν την Αυστρία χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι συμβαίνει όταν η άκρα Δεξιά μετακινείται από το πολιτικό περιθώριο στις αίθουσες της εξουσίας.

Σε ολόκληρη την Ευρώπη τα εθνικιστικά και τα δεξιόστροφα κόμματα καταγράφουν ανοδική πορεία. Κυριαρχούν στις κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, ενώ στην Αυστρία, στην Ιταλία και πιο πρόσφατα στην Εσθονία είναι ήσσονες εταίροι σε κυβερνητικές συμμαχίες.

Στη Δανία η άκρα Δεξιά ασκεί επιρροή στη συντηρητική μειονοτική κυβέρνηση. Στη Γερμανία, όπου η άκρα Δεξιά παραμένει εκτός κυβερνητικού νυμφώνος επί του παρόντος, έχει αναδειχθεί σε κύριο αντιπολιτευόμενο κόμμα στο Κοινοβούλιο ενώ εκπροσωπείται σε κάθε πολιτειακό νομοθετικό σώμα.

Οταν οι εθνικιστές βρίσκονται στην κυβέρνηση, λαμβάνουν βασικά χαρτοφυλάκια επιρροής, όπως το υπουργείο Εσωτερικών, ασκώντας πολιτική σε ζητήματα νόμου, τάξης και μετανάστευσης. Στην περίπτωση της Αυστρίας οι εθνικιστές έχουν υπερεξουσία πάνω στον κρατικό μηχανισμό ασφαλείας, μεγάλο μέρος της αποστολής τού οποίου ήταν και είναι να παρακολουθεί τη νεοναζιστική απειλή.

«Αυτό που βλέπετε στην Αυστρία είναι αυτό που είδαμε σε διαφορετικές γωνιές της Ευρώπης – μια επίθεση εναντίον ανεξάρτητων θεσμών, του διαχωρισμού των εξουσιών και του κράτους δικαίου» δηλώνει ο ειδικός επί θεμάτων λαϊκισμού και συγγραφέας του βιβλίου «Λαός εναντίον Δημοκρατίας» Γιάσα Μουνκ στους «New York Times». Ενώ προσθέτει ότι «Το Κόμμα της Ελευθερίας πιστεύει απλά ότι ο μηχανισμός ασφαλείας πρέπει να εξυπηρετεί την κοσμοθεωρία της Ακροδεξιάς και αυτό είναι επικίνδυνο, διότι θέτει σε δοκιμασία τις θεσμικές δικλίδες ασφαλείας».

Αλλοτε ήταν φημισμένη ως κόμβος διεθνών κατασκοπευτικών δολοπλοκιών στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Σήμερα η Βιέννη βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο μιας διαμάχης ανάμεσα στις φιλελεύθερες δυτικές ιδέες και τις εξτρεμιστικές δυνάμεις που όλο και περισσότερο συμμαχούν μεταξύ τους ξεπερνώντας τα εθνικά σύνορα.

Προστατεύουν πληροφορίες

Οπως λένε αξιωματούχοι της Αυστριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών, το φαινόμενο αυτό είναι ήδη αισθητό, με ανώτερους υπαλλήλους μάλιστα να περιγράφουν μια κατάσταση όπου καλούνται να προστατεύουν πληροφορίες όχι μόνο από εχθρικά κράτη, αλλά και από μέλη της κυβέρνησής τους. Ακόμη και ευρωπαίοι σύμμαχοι όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αρχίσει να αποκλείουν την Αυστρία από ορισμένες ανταλλαγές πληροφοριών, τηρώντας στάση επιφυλακτικότητας εξαιτίας του εκτεταμένου διεθνούς δικτύου της Ακροδεξιάς και της συμπάθειάς της προς τη Ρωσία.

«Σκεφτόμαστε πολύ προσεκτικά τι μοιραζόμαστε με τους αυστριακούς μας εταίρους, διότι δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το πού θα καταλήξουν οι πληροφορίες» υποστηρίζει ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Πληροφοριών σε συνέντευξή του. Αυτές οι ανησυχίες πήραν τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος, όταν προέκυψε ότι ο Μπρέντον Τάραντ που σφαγίασε 51 μουσουλμάνους εν ώρα προσευχής στο Κράιστσερτς της Νέας Ζηλανδίας είχε προηγουμένως δωρίσει χρήματα σε ακροδεξιά οργάνωση στην Αυστρία. Επ’ αυτού, ο Κουρτς υποσχέθηκε διεξοδική έρευνα, όμως κάποιοι αναρωτιούνται αν η κυβέρνησή του μπορεί ή αν όντως θέλει να την πραγματοποιήσει. Στο μεταξύ, στα κεντρικά γραφεία της υπηρεσίας πληροφοριών τέθηκε νέο αυστηρό πρωτόκολλο σε περίπτωση νέας επιδρομής. Οι αξιωματούχοι στην είσοδο έχουν εκπαιδευτεί ώστε να μην εκφοβίζονται από απειλές αλλά και να μην επιτρέπουν να γίνονται έρευνες προτού ενημερωθούν υψηλόβαθμα στελέχη.