Η γνωστή δημοσιογράφος, Anne Applebaum, η οποία έχει τιμηθεί με το βραβείο Πούλιτζερ -τη σημαντικότερη παγκόσμια διάκριση που μπορεί να λάβει ένας δημοσιογράφος- στο φύλλο της Washington Post της Παρασκευής κάνει μία αποτίμηση της τριετούς διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ υποστηρίζοντας πως από το 2015 «η Ελλάδα κυβερνήθηκε, και εξακολουθεί να κυβερνάται και τώρα, από μία ιδιότυπη συμμαχία ακροαριστερών και ακροδεξιών λαϊκιστών».
Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ επισημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «προσπάθησε να αποκτήσει τον έλεγχο περισσότερων ΜΜΕ και να παρέμβει στη λειτουργία της Δικαιοσύνης» για τους ΑΝΕΛ ότι «πίστευαν ότι το χρέος ήταν αποτέλεσμα διεθνούς συνωμοσίας» ενώ και για τα δύο κόμματα αναφέρει ότι «έχουν κατά καιρούς εκφράσει την περιφρόνησή τους θεσμούς οι οποίοι συγκροτούν αυτό που ο Λένιν απαξιωτικά χαρακτήριζε «αστική δημοκρατία»». Αναφερόμενη στις προοπτικές της χώρας, σημειώνει πως «η παραδοσιακή κεντροδεξιά παράταξη που πριν από λίγα χρόνια έμοιαζε αποδυναμωμένη, φαίνεται πως θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές», χαρακτηρίζει τον Κυριάκο Μητσοτάκη «ευρωπαϊστή και κοινωνικά φιλελεύθερο ηγέτη που αποτέλεσε την έκπληξη των εσωκομματικών εκλογών της διαχρονικά συντηρητικής Νέας Δημοκρατίας» και κλείνει το άρθρο της με μία εκτίμηση για τον υπόλοιπο κόσμο: αν η ήττα του λαϊκισμού περνά αναγκαστικά μέσα από την άνοδο στην εξουσία των δυνάμεων του λαϊκισμου που τον εκπροσωπούν (σε κάθε χώρα), τα πράγματα δεν προμηνύονται εξίσου θετικά για τον υπόλοιπο κόσμο.
Ακολουθεί μεταφρασμένο ολόκληρο το άρθρο:
Υπήρξε μια στιγμή, στο αποκορύφωμα της ελληνικής οικονομικής κρίσης τον Ιούλιο του 2015, όπου πολλοί Αθηναίοι έπεσαν για ύπνο φοβούμενοι ότι θα ξυπνούσαν σε διαφορετική χώρα. Ένας Έλληνας ακαδημαϊκός μου είπε ότι φοβόταν ότι η Ελλάδα θα έβγαινε από το ευρώ σε μία νύχτα, ότι δεν θα υπήρχαν χρήματα στις τράπεζες το πρωί, ότι θα υπήρχαν ελλείψεις τροφίμων και στη συνέχεια διαδηλώσεις:«Η Ελλάδα είναι μία χώρα της μεσαίας τάξης», μου είπε. «Δεν πίστευα ότι θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε το σοκ». Αρκετοί άλλοι μου είπαν ότι πραγματικά περίμεναν ότι θα ακολουθήσει η εγκαθίδρυση μίας δικτατορίας ανάλογη με αυτήν της Βενεζουέλας, ίσως και με τανκς να γυροφέρνουν στους δρόμους.
Αυτοί οι φόβοι δεν ήταν υπερβολικοί. H Ελλάδα κυβερνήθηκε -και εξακολουθεί να κυβερνάται και τώρα- από μία ιδιότυπη συμμαχία ακροαριστερών και ακροδεξιών λαϊκιστών. Την περίοδο του έγινε το δημοψήφισμα η κυβέρνηση συνεργασίας που προέκυψε, φάνταζε περίεργη και αταίριαστη όπως ακριβώς συμβαίνει με τη σημερινή κυβέρνηση ακροαριστερών και ακροδεξιών στην Ιταλία. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τις ρίζες του σε μια συνιστώσα που ανεξαρτητοποιήθηκε από το ΚΚΕ. Ο άλλος κυβερνητικός εταίρος -οι Ανεξάρτητοι Έλληνες- πίστευαν ότι το θηριώδες ελληνικό χρέος ήταν αποτέλεσμα διεθνούς συνωμοσίας. Και τα δύο κόμματα έχουν κατά καιρούς εκφράσει την περιφρόνησή τους θεσμούς οι οποίοι συγκροτούν αυτό που ο Λένιν απαξιωτικά χαρακτήριζε «αστική δημοκρατία».
Αλλά αυτή η δικτατορία, «τύπου Βενεζουέλας» αποφεύχθηκε. Ανάλογα με το ποιος περιγράφει τα γεγονότα, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, είτε τρόμαξε υπό την απειλή ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος, είτε φοβήθηκε τις οικονομικές συνέπειες μιας εξόδου από την ευρωζώνη, είτε ποτέ δεν πίστεψε πραγματικά το προεκλογικό του αφήγημα. Παρ’όλο που είχε τροφοδοτήσει τους υποστηρικτές του με μια οργισμένη, αντιευρωπαϊκή ρητορική και με υποσχέσεις να ξανακάνει πλούσιο τον «λαό» εις βάρος των ελίτ, των τραπεζών και των Γερμανών, κατέληξε να ακολουθεί τους κανόνες των διεθνών θεσμών που είχαν αναλάβει τη διαχείριση των οικονομικών της Ελλάδας. Η Ελλάδα παρέμεινε στο ευρώ και μέσα στο διεθνές οικονομικό και θεσμικό σύστημα που ίδιοι οι ηγέτες [του ΣΥΡΙΖΑ] ισχυρίζονταν ότι αποστρέφονται.
Σχεδόν τρία χρόνια μετά, αυτού του τύπου ο αριστερός λαϊκισμός, ανήκει πλέον στο παρελθόν. Εν τω μεταξύ, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε μερικά χτυπήματα στους δημοκρατικούς θεσμούς, προσπάθησε να αποκτήσει τον έλεγχο περισσότερων ΜΜΕ και να παρέμβει στη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Ωστόσο, στις 22 Ιουνίου, η χώρα βγαίνει από το οκταετές πρόγραμμα διάσωσης. Μοιάζει να έχει γυρίσει σελίδα. Το κόστος της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν, όμως, εξαιρετικά υψηλό: μαζική ανεργία, φτώχεια, μια γενιά νέων που μετακόμισε στο εξωτερικό. Αλλά η δημοκρατία διασώθηκε.
Η Ελλάδα μπορεί δυνητικά να προσφέρει μια πιθανή απάντηση σε μια σημαντική ερώτηση: Αν, όπως έγραψα πριν από εβδομάδες, η απάντηση στον λαϊκισμό είναι συχνά ο πιο ακραίος λαϊκισμός, τότε τι συμβαίνει μετά την αποτυχία του πιο ακραίου λαϊκισμού; Μέρος της απάντησης είναι…τίποτα: Η παρατεταμένη ελληνική κρίση έχει οδηγήσει σε απάθεια, εξάντληση και σε μια βαθιά πεποίθηση ότι ο πολιτικός κόσμος στο σύνολο του είναι διεφθαρμένος. Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή μεγάλος ενθουσιασμός στην κοινωνία για κανένα πολιτικό σχέδιο.
Αλλά η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε επίσης την αντίρροπη αντίδραση: μια μικρή αλλά διαρκώς εντεινόμενη προσπάθεια να αναζωογονηθεί ο οικονομικός φιλελευθερισμός, για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό, και να αποτιμηθεί θετικά η φιλελεύθερη δημοκρατία. Πριν από μια δεκαετία, οι διανοούμενοι στην Ελλάδα ήταν όλοι αριστεροί, και τα περισσότερα βιβλία για την πολιτική και την οικονομία γράφονταν από μαρξιστές. Τώρα, είναι δυνατόν να καθίσει κανείς σε μια καφετέρια με νέους ανθρώπους που αυτοαποκαλούνται όχι μόνο «φιλελεύθεροι» αλλά και «νεοφιλελεύθεροι», υιοθετώντας έναν όρο που θεωρούνταν βαριά προσβολή μόλις πριν από λίγα χρόνια.
Υπάρχουν κι άλλα: Ένα βιβλίο που ονομάζεται «Σύντομη Εισαγωγή στον Φιλελευθερισμό», του Αριστείδη Χατζή, ήταν στα ευπώλητα το 2017. Οι εκδοτικοί οίκοι παρουσιάζουν νέες εκδόσεις από τα έργα του Friedrich Hayek και του John Stuart Mill. Μία μικρή ομάδα φιλελεύθερων δεξαμενών σκέψεων είναι αποφασισμένη να πετύχει στη διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών. Το 2021 η Ελλάδα θα γιορτάσει την 200ή επέτειο από την επανάσταση για την ανεξαρτησία της και πολλά ιδρύματα θα κάνουν εκτενή αφιερώματα στη γέννηση της σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Αυτά είναι επί του παρόντος αισιόδοξα σημάδια. Όμως υπάρχουν και πολλές δυσοίωνες προβλέψεις. Η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να είναι ασταθής. Πολλοί πιστεύουν ότι η κατάρρευση του αριστερού λαϊκισμού θα οδηγήσει στην ενίσχυση του δεξιού λαϊκισμού. Αλλά αν οι δημοσκοπήσεις είναι ακριβείς, η παραδοσιακή κεντροδεξιά παράταξη που πριν από λίγα χρόνια έμοιαζε αποδυναμωμένη, φαίνεται πως θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Ο νέος ηγέτης της, ο καταρτισμένος περί τα οικονομικά και ευρωπαϊστής Κυριάκος Μητσοτάκης -ο οποίος είναι οικονομικά και κοινωνικά φιλελεύθερος και αποτέλεσε την έκπληξη των εσωκομματικών εκλογών της διαχρονικά συντηρητικής Νέας Δημοκρατίας- πιστεύει ότι είναι μπροστά στις δημοσκοπήσεις διότι η οικονομική πραγματικότητα υπερίσχυσε των αλλοπρόσαλλων οικονομικών πολιτικών του ΣΥΡΙΖΑ. «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απαξιωμένος», μου ανέφερε. «Μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι «σας είπαν ψέματα, είναι ψεύτες» και ο χαρακτηρισμός «ψεύτης» έχει ειδικό βάρος».
Η Ελλάδα βυθίστηκε στην πολιτική κρίση πριν από τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο και ίσως και να βγει πρώτη. Αλλά το συμπέρασμα για τους υπόλοιπους είναι μάλλον δυσοίωνο. Εάν είναι αλήθεια, όπως πιστεύει ο Μητσοτάκης, ότι η μόνη θεραπεία για τη λαϊκιστική ρητορική είναι η πικρή, προσωπική εμπειρία της αποτυχίας στο πεδίο της πολιτικής εφαρμογής, τότε έχουμε αρκετά χρόνια αναταραχής μπροστά μας».