Σήμα κινδύνου εκπέμπουν για πολλοστή φορά οι άνθρωποι που ζουν με HIV στην Ελλάδα. Τα τελευταία δύο χρόνια τα οροθετικά άτομα ζουν σε καθεστώς ανασφάλειας για την υγεία τους και ανησυχίας για την πιθανή έκθεση των ερωτικών τους συντρόφων στον ιό του HIV. Οι εξετάσεις για τη μέτρηση του ιικού φορτίου και της γονοτυπικής αντοχής γίνονται πλέον μόνο σε κατεπείγουσες περιπτώσεις λόγω έλλειψης αντιδραστηρίων στα εργαστήρια των τεσσάρων κέντρων αναφοράς της χώρας.

Το πρόβλημα είναι οξύτατο κυρίως στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη για τις εξετάσεις ιικού φορτίου και σε όλη την Ελλάδα για τη γονοτυπική αντοχή. Ετσι οι άνθρωποι που ζουν με HIV δεν είναι σε θέση να διακριβώσουν την κατάσταση της υγείας τους και –το κυριότερο –αν εξακολουθούν να παραμένουν μη μεταδοτικοί.

Σύμφωνα με τους εκπροσώπους του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδος «Θετική Φωνή», η αβεβαιότητα επιτείνεται καθώς πολλά άτομα καλούνται να αντικαταστήσουν το πρωτότυπο με γενόσημο φάρμακο ή πρέπει να αλλάξουν θεραπευτικό σχήμα, χωρίς όμως να έχουν πρόσβαση στην εξέταση που θα επιβεβαιώσει την ανταπόκριση στο νέο σκεύασμα. Επίσης, οι γιατροί δεν μπορούν να ελέγξουν με τον συγκεκριμένο δείκτη τη σωστή τήρηση της αγωγής από τον ασθενή.
«Οι ελλείψεις αντιδραστηρίων δεν είναι αποτέλεσμα ανεπαρκών κονδυλίων, αλλά οφείλονται σε γραφειοκρατικά ζητήματα περάτωσης διαγωνισμών για την αγορά τους» τονίζει ο κ. Γιώργος Τσιακαλάκης, υπεύθυνος Επικοινωνίας και Προάσπισης Δικαιωμάτων του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδος. «Αν και το υπουργείο Υγείας μέσω του ΚΕΕΛΠΝΟ έχει συνάψει, έστω και καθυστερημένα, συμβάσεις και έχει διαθέσει κονδύλια στα τέσσερα πανεπιστημιακά εργαστήρια της χώρας, προκειμένου να διενεργήσουν συνοπτικούς ή διεθνείς διαγωνισμούς, συγκεκριμένες αδυναμίες καθιστούν αδύνατη ή περιορισμένη την πρόσβαση στις εξετάσεις» αναφέρει.

Τα αίτια

Οι λόγοι της εξαιρετικά περιορισμένης πρόσβασης, κατά τον κ. Τσιακαλάκη, είναι:
¢ Καθυστερήσεις λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών. Η υλοποίηση και περάτωση ενός διαγωνισμού προμήθειας αντιδραστηρίων είναι εξαιρετικά χρονοβόρα και στην πράξη φαίνεται πως υπερβαίνει τους έξι μήνες. Για το μεσοδιάστημα αυτό δεν έχει γίνει καμία απολύτως πρόβλεψη για την εξέταση των δειγμάτων που συσσωρεύονται.
¢ Η ροή χρηματοδότησης δεν ανταποκρίνεται στην κάλυψη των πραγματικών αναγκών.
«Το ΚΕΕΛΠΝΟ ακολουθεί συχνά τη «μέθοδο του σταγονόμετρου» στη χρηματοδότηση των εργαστηρίων, βάσει των συμβάσεων που έχουν υπογραφεί, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η ομαλή ροή προμήθειας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Κέντρο Αναφοράς της ΕΣΔΥ, το οποίο έλαβε κονδύλι που επαρκούσε για τη διενέργεια μόλις 89 εξετάσεων. Επίσης, η σύμβαση του ΚΕΕΛΠΝΟ με το Πανεπιστήμιο Αθηνών προέβλεπε συνολικά την προμήθεια 6.000 αντιδραστηρίων για την εργαστηριακή διερεύνηση του ιικού φορτίου και 200 αντιδραστηρίων για τη γονοτυπική αντοχή, τη στιγμή που στο εργαστήριο εκκρεμούσαν ήδη προς εξέταση πάνω από 7.000 δείγματα» σημειώνει.
Αναφορικά με τα αντιδραστήρια της γονοτυπικής αντοχής, αυτά πρέπει να είναι τουλάχιστον όσα και οι νέες διαγνώσεις κάθε χρόνο, συν περίπου 10% του συνόλου των ατόμων που βρίσκονται σε αγωγή, δηλαδή περίπου 1.500 με 1.800 τον χρόνο στη παρούσα φάση.

ΕΟΠΥΥ και ανωνυμία

Οπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποι του Συλλόγου, ένα ακόμη πρόβλημα αποτελεί η αποζημίωση μέσω ΕΟΠΥΥ, η οποία δεν διασφαλίζει την απρόσκοπτη, καθολική, ανώνυμη και δωρεάν πρόσβαση στις εξετάσεις. «Η εναλλακτική δίοδος μέτρησης του ιικού φορτίου από συμβεβλημένα με τον ΕΟΠΥΥ εργαστήρια (ποσοτικός προσδιορισμός HIV RNA πλάσματος, με κόστος 100 ευρώ) αποτελεί πράγματι μία συμπληρωματική λύση. Παρουσιάζει ωστόσο κενά και προβλήματα που σχετίζονται με την πρόσβαση των ανασφάλιστων, με τη συμμετοχή στην αποζημίωση, με τον τόπο εξέτασης (αν πρέπει ο ασθενής να μεταβεί σε εξωτερικό διαγνωστικό κέντρο ή θα κάνει την εξέταση και θα παραλαμβάνει το αποτέλεσμα στη Μονάδα Λοιμώξεων) και με την εξίσου σημαντική παράμετρο της τήρησης της ανωνυμίας. Στο παραπάνω πλαίσιο, η πρωτοβουλία του ΚΕΕΛΠΝΟ να δημιουργηθεί από την ΗΔΙΚΑ ένα ηλεκτρονικό μητρώο των οροθετικών ατόμων κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, αναμένουμε ωστόσο τη λειτουργία του στην πράξη» προσθέτει ο κ. Τσιακαλάκης.
Να σημειωθεί ότι το πρόβλημα της πρόσβασης των οροθετικών στις απαραίτητες εξετάσεις κλείνει διετία. Το διάστημα αυτό έχουν γίνει πολλές οχλήσεις και διαβήματα προς τους αρμόδιους φορείς και οι εκπρόσωποι του Συλλόγου έχουν εισπράξει δεσμεύσεις για άμεση εξεύρεση λύσης, αφού προηγουμένως αναγνώρισαν το πρόβλημα. «Παρά τις διαβεβαιώσεις, η πρόσβασή μας στις εξετάσεις παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη» σχολιάζει ο κ. Τσιακαλάκης.

Διακοπή αιμοληψιών

Εντονα προβλήματα για την αντιμετώπιση του HIV παρουσιάζονται και στη Θεσσαλονίκη καθώς διακόπηκαν οι αιμοληψίες στο Κέντρο Αναφοράς της πόλης, με αποτέλεσμα δεκάδες άτομα να μην μπορούν να κάνουν την επιβεβαιωτική εξέταση για να ενταχθούν σε θεραπεία.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος», το Κέντρο Αναφοράς της Β. Ελλάδος διαθέτει μόνο μία νοσηλεύτρια αρμόδια για τις αιμοληψίες, η οποία έχει λάβει άδεια εγκυμοσύνης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το εργαστήριο να αδυνατεί να εξυπηρετήσει τους ανθρώπους που εξετάστηκαν στα Κέντρα Πρόληψης και Εξέτασης «Checkpoint» και είχαν αντιδρών αποτέλεσμα (απαιτείται επιβεβαιωτική εξέταση). Να σημειωθεί ότι η παροχή αυτή αφορά κυρίως άτομα που εξυπηρετούνται δωρεάν από τις συγκεκριμένες δομές, καθώς δεν έχουν απαραίτητα την οικονομική δυνατότητα να απευθυνθούν σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα προκειμένου να κάνουν τις εξετάσεις τους.
Σε συνδυασμό με την προβληματική πρόσβαση σε εξετάσεις για τη μέτρηση του ιικού φορτίου και της γονοτυπικής αντοχής, η κατάσταση αυτή συνθέτει ένα άκρως επικίνδυνο μείγμα για την υγεία των ατόμων που αγωνιούν αλλά και τη δημόσια υγεία. «Η άδεια του προσωπικού για οποιονδήποτε λόγο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί λόγο για τη διακοπή των εξετάσεων και την παροχή υπηρεσιών θεραπείας και φροντίδας» σύμφωνα με τον Σύλλογο Οροθετικών Ελλάδος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ