«Η προοπτική της εξόδου της χώρας από το πρόγραμμα διάσωσης τον Αύγουστο
του 2018 ενισχύει το επενδυτικό ενδιαφέρον, με το Ελληνικό, το Αφάντου,
τον Αστέρα Βουλιαγμένης και την Κασσιώπη στην Κέρκυρα, να δείχνουν τη
μεγάλη αλλαγή που έχει συντελεστεί τα τρία τελευταία χρόνια ως προς τη
διαχείριση των μεγάλων επενδύσεων» αναφέρει ο υφυπουργός Οικονομίας και
Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας.
Σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ, ο κ. Πιτσιόρλας αναφέρει ότι «καθιερώσαμε και ακολουθήσαμε διαδικασίες που εξασφαλίζουν την καλύτερη προσαρμογή των μεγάλων επενδυτικών σχεδίων στα δεδομένα της ελληνικής νομοθεσίας και διαμορφώσαμε συνθήκες πραγματικής ασφάλειας δικαίου για τους επενδυτές, περιορίζοντας στο απολύτως αναγκαίο τις όποιες αποκλίσεις και μηδενίζοντας τις πολιτικές παρεμβάσεις ‘προς όφελος’ τάχα των επενδυτών που αποτελούσαν διαχρονικά τη ρίζα όλων των προβλημάτων και των καθυστερήσεων».
Ο υφυπουργός σημειώνει ότι με σκοπό να βελτιωθεί, περαιτέρω, το επιχειρηματικό κλίμα θα δοθεί έμφαση σε πέντε άξονες, με σημαντικότερο αυτόν του συντονισμού των υπηρεσιών ενώ εκτιμά ότι «η συγκρότηση κεντρικού συντονιστικού οργάνου υπό την προεδρία του ίδιου του Πρωθυπουργού θα συμβάλλει καθοριστικά προς αυτή την κατεύθυνση».
Παράλληλα, όπως επισημαίνει ο ίδιος, τα μέχρι σήμερα έσοδα του προγράμματος «Χρυσή Βίζα» πλησιάζουν το 1,5 δισ. ευρώ και άμεσα θα κατατεθούν από το Υπουργείο στη Βουλή βελτιώσεις του προγράμματος με την εισαγωγή νέων προϊόντων στον τομέα των χρηματοοικονομικών επενδύσεων.
Όμως, έρχονται δυναμικά στο προσκήνιο των επενδύσεων και άλλοι τομείς, όπως η αναγέννηση της ναυπηγοεπισκευής, και -γιατί όχι;- της κατασκευής πλοίων στην Ελλάδα, αλλά και της φαρμακευτικής κάνναβης που όπως αναφέρει ο κ. Πιτσιόρλας «αυτό που με βεβαιότητα μπορώ να πω είναι ότι υπάρχει μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον και ότι εξαρτάται από εμάς να το αξιοποιήσουμε».
Αναφορικά με την ώσμωση μεταξύ Αριστεράς, Σοσιαλδημοκρατίας, Πρασίνων κ.ο.κ., ο Στ. Πιτσιόρλας επισημαίνει: «και εμείς ως ΣΥΡΙΖΑ και η ονομαζόμενη κεντροαριστερά πριν πάρουμε αποφάσεις για τα θέματα των μεταξύ μας σχέσεων οφείλουμε να κάνουμε μια σοβαρή ανάλυση των αποτελεσμάτων πρόσφατων εκλογικών αναμετρήσεων σε μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες». Επιπλέον, «τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα, οι δυνάμεις που έλκουν την καταγωγή τους στα ιστορικά ρεύματα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς οφείλουν να βρουν τρόπους διαλόγου και συνεργασίας για τη διαμόρφωση κοινής στρατηγικής», προτείνει.