Το καθεστώς Μπατίστα ήταν μια τυραννία σάπια ως το μεδούλι, που είχε καταντήσει την Κούβα αποικία της αμερικανικής μαφίας. Η εξέγερση των barbudos ενσάρκωνε τότε τις ελπίδες του λαού του για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Εκείνος ο αγώνας περιέβαλλε μέχρι τέλους τον Κάστρο με ένα φωτοστέφανο, που παρ’ όλες τις διαψεύσεις δεν ξεθώριασε τελείως.
Η επανάσταση απέφερε δωρεάν υγεία και παιδεία. Ομως, όπως τονίζει η Διεθνής Αμνηστία, δεν έφερε δημοκρατία και προστασία των ατομικών δικαιωμάτων αλλά, αντίθετα, συστηματικούς διωγμούς αντιφρονούντων. Η καταστροφή του ιδιωτικού τομέα έριξε κατακόρυφα το βιοτικό επίπεδο. Ο εμπορικός αποκλεισμός των Αμερικανών επιδείνωσε την αποτυχία της οικονομικής πολιτικής του καθεστώτος και αύξησε δραματικά τη δυστυχία του λαού. Μαζί με τις απειλές για εισβολή και τις αμέτρητες απόπειρες δολοφονίας του Κάστρο, η ψυχροπολεμική παράνοια της αμερικανικής πολιτικής έσπρωξε τον Κάστρο στην αγκαλιά της Σοβιετικής Ενωσης, νομιμοποιώντας ταυτόχρονα και την εξουσία του.
Και μετά ήρθε ο Οκτώβριος του 1962. Ο Κάστρο οχυρωμένος στο στρατηγείο του απαιτούσε από τον Χρουστσόφ να χρησιμοποιήσει αμέσως τα πυρηνικά στην Κούβα για να πλήξει πρώτος τις ΗΠΑ. Εδωσε διαταγή να καταρριφθεί το αμερικανικό κατασκοπευτικό, πράγμα που οδήγησε ένα δευτερόλεπτο πριν από την καταστροφή. Είχε αποφασίσει, όπως πολλάκις παραδέχθηκε έκτοτε, ότι άξιζε τον κόπο να πεθάνουν «σαν μάρτυρες» όλοι οι Κουβανοί και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι προκειμένου να «ηττηθεί ο ιμπεριαλισμός». Ευτυχώς ο Χρουστσόφ αγνόησε τον Κάστρο και δέχθηκε την απομάκρυνση των πυραύλων. Ταυτόχρονα ο Κένεντι αντιτάχθηκε πεισματικά στους ιέρακες του Πενταγώνου και συμφώνησε στην απομάκρυνση των πυρηνικών με παράλληλη δέσμευση να μην εισβάλουν οι ΗΠΑ. Ο συμβιβασμός αυτός οδήγησε στην «καυτή τηλεφωνική γραμμή» ανάμεσα στον Λευκό Οίκο και το Κρεμλίνο και στη συμφωνία για τη μερική απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών του Σεπτεμβρίου 1963. Οι σωτήριες για την ανθρωπότητα αυτές συμφωνίες στοίχισαν στον Κένεντι τη ζωή του και στον Χρουστσόφ την εξουσία.
Ομως ο Κάστρο δεν είχε πει την τελευταία λέξη. Στην Κούβα είχαν εγκατασταθεί εκτός από τους πυραύλους μακρού βεληνεκούς και 100 τακτικά πυρηνικά όπλα, πράγμα που δεν γνώριζαν οι Αμερικανοί. Ο Κάστρο απαίτησε από τους Σοβιετικούς να παραμείνει το πυρηνικό πυροβολικό και να περάσει υπό τον έλεγχό του. Για να τους εκβιάσει έστειλε μάλιστα τον Νοέμβριο του 1962 οδηγίες στον αντιπρόσωπο της Κούβας στον ΟΗΕ να ανακοινώσει την ύπαρξη των πρόσθετων αυτών πυρηνικών που δεν καλύπτονταν δήθεν από τη συμφωνία του Οκτωβρίου. Μια τέτοια εμπρηστική ενέργεια θα οδηγούσε αμέσως σε πόλεμο. Απεστάλη τότε επειγόντως στην Κούβα ο Αναστάς Μικογιάν, μία από τις συνετότερες σοβιετικές κεφαλές, ο οποίος έβαλε φραγμό στον εξτρεμισμό της κουβανέζικης ηγεσίας ξεκαθαρίζοντας ότι θα αποσύρονταν όλα τα πυρηνικά. Αν ο Κάστρο ήθελε πόλεμο, θα ήταν μόνος του.

Η αποφυγή του πυρηνικού πολέμου ερμηνεύθηκε από τον Κάστρο ως σοβιετική προδοσία του σοσιαλισμού. Καθ’ όλη τη δεκαετία του ’60 η κουβανέζικη «επαναστατική γραμμή», όπως εκφραζόταν αυθεντικά από τον Γκεβάρα και τον Ρεζί Ντεμπρέ με την υποστήριξη του Κάστρο, ήταν ότι η πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης με τη Δύση ήταν απόδειξη ότι η Σοβιετική Ενωση είχε μετεξελιχθεί σε αστικό καθεστώς, σε σύμμαχο του «ιμπεριαλισμού». Η αντίληψη αυτή ταυτιζόταν με τις θέσεις της μαοϊκής Κίνας. Υπενθυμίζουμε ότι και ο Μάο ήταν ένθερμος υποστηρικτής του πυρηνικού πολέμου με το ανατριχιαστικό επιχείρημα ότι «εμείς είμαστε ένα δισεκατομμύριο», και άρα μερικά εκατομμύρια «κομμουνιστών» θα επιβιώσουν από τον όλεθρο ενώ οι ιμπεριαλιστές, συν γυναιξί και τέκνοις, θα εξαφανιστούν από προσώπου γης. Η νέα λοιπόν «αντίθεση» στον κόσμο ήταν τώρα ανάμεσα στον ιμπεριαλιστικό Βορρά (που περιελάμβανε τις ΗΠΑ και τη ΣΕ) και τον Νότο, στη μητρόπολη και την περιφέρεια. Μια αντίθεση που μόνο με την επαναστατική βία θα μπορούσε να λυθεί. Οι ένοπλες περιπέτειες του Γκεβάρα ήταν η πραγμάτωση αυτού του τυχοδιωκτισμού. Η εκστρατεία αυτή δεν είχε την παραμικρή διασύνδεση με το δημοκρατικό και εργατικό κίνημα των λαών της Λατινικής Αμερικής και η αποτυχία της ήταν νομοτελειακή. «Ημασταν μόνοι μας μέσα στην παρθένα ζούγκλα», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Ντεμπρέ. Το μόνο αποτέλεσμά της ήταν η συσπείρωση των αντιδραστικών δυνάμεων και η εγκαθίδρυση αιματηρών φασιστικών καθεστώτων. Και βέβαια η έξαψη της ρομαντικής φαντασίας των γόνων της μεγαλοαστικής τάξης στα γαλλικά πανεπιστήμια, στων οποίων την εξέγερση αντιτάχθηκε αποφασιστικά το γαλλικό ΚΚ. Η ήττα του γκεβαρισμού και η απειλούμενη οικονομική κατάρρευση έφεραν πάλι τον Κάστρο στην τροχιά της ΣΕ τη δεκαετία του ’70 και μετά. Η μόνη εγγύηση για την επιβίωση του καθεστώτος του ήταν η σοβιετική οικονομική και διπλωματική στήριξη.

Η αποχώρηση του Κάστρο από την εξουσία επιτάχυνε τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Κούβα. Το Κόμμα επέτρεψε την ιδιωτική επιχειρηματικότητα και διέταξε τη δραστική μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Και βέβαια επιδίωξε την εξομάλυνση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, που κορυφώθηκε με την παλλαϊκή υποδοχή του προέδρου Ομπάμα στην Αβάνα τον Μάρτιο του 2016. Του ίδιου Ομπάμα τον οποίο οι δικοί μας «καστρικοί», στην Καισαριανή, στην Πάτρα και αλλού, εκήρυξαν «ανεπιθύμητο πρόσωπο».
Ο θάνατος μιας ιστορικής φυσιογνωμίας όπως ο Κάστρο επιτρέπει σε κάποιον βαθμό τα ροδαλά συννεφάκια από ψευτοεπαναστατικές πομφόλυγες που αμόλησαν εσχάτως οι δικοί μας γκεβαρικοί του γλυκού νερού. Δεν επιτρέπει όμως την υποκριτική αμνησία. Η γνήσια ιστορική κρίση δεν έχει καμιά σχέση με τέτοια παιδιαρίσματα.
Ο κ. Περικλής Σ. Βαλλιάνος είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ