Δέκα χιλιάδες πήλινα κράνη εργασίας, καθένα με το ονοματεπώνυμο ενός ανθρώπου που φόρεσε κάποτε ένα αντίστοιχο πλαστικό. Η εικαστική εγκατάσταση του Κολομβιανού Χουάν Σαντοβάλ θα είναι ένα από τα 350 περίπου έργα που θα παρουσιαστούν στην Ελευσίνα το 2021, τη χρονιά που θα είναι η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, μαζί με την Τιμισοάρα της Ρουμανίας και το Νόβισαντ της Σερβίας. Θα δημιουργηθεί από πρώην και νυν εργαζομένους στη βιομηχανική ζώνη του Θριάσιου Πεδίου αλλά και από κατοίκους της περιοχής μέσα από ένα εργαστήριο κεραμικής που θα συσταθεί στην πόλη. Οταν ο επισκέπτης αντικρίσει τον «πήλινο στρατό» της Ελευσίνας, θα αποκτήσει μια εικόνα για την ταυτότητα του εργατικού δυναμικού της περιοχής. Ταυτόχρονα, θα είναι σε θέση να αντιληφθεί πώς δούλεψε η μέχρι πρότινος παρεξηγημένη πόλη προκειμένου να στεφθεί πρωτεύουσα του πολιτισμού στην Ευρώπη για το 2021. Με ανθρώπους της πόλης, με πλήρη γνώση και κατανόηση των προβλημάτων και των πραγματικών αναγκών της και με μια πολιτιστική στρατηγική που βλέπει σε βάθος δεκαετίας και όχι ενός έτους. Τη δωδεκαμελή επιτροπή ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων την έπεισαν, ήταν άλλωστε ομόφωνη η απόφασή τους ως προς την επιλογή της συγκεκριμένης πόλης αντί της Ρόδου ή της Καλαμάτας. Ολα δείχνουν ότι είναι αποφασισμένοι να αποδείξουν και σε εμάς τους υπόλοιπους, αλλά πρωτίστως στους ίδιους τους εαυτούς τους, ότι θα τα καταφέρουν να χτίσουν βήμα-βήμα τη νέα φάση στην ιστορία της πόλης τους με εργαλεία τις τέχνες και τον πολιτισμό.
Μετάβαση στην Euphoria


Το πρόγραμμα που έχει εκπονηθεί πατάει στο αρχαίο παρελθόν, στον μύθο δηλαδή της Περσεφόνης, για να γίνει μια μεταφορά για τη μετάβαση από το σκοτάδι στο φως. Η «Μετάβαση στην Euphoria», όπως είναι ο τίτλος του, διαρθρώνεται σε τρεις άξονες όπου πρωταγωνιστεί ένα γραμματολογικό παιχνίδι με το πρόθημα EU. Ευ όπως ευ ζην, ευ όπως Ευρώπη αλλά και ευ όπως η συλλαβή που συνενώνει τα γράμματα της λέξης Ελευσίς. «Σε μια εποχή που η χώρα και η ήπειρος μαστίζονται από κρίση, ο βασικός μας στόχος είναι να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια του «ευ» σε κοινωνικό επίπεδο μέσα από το «EUrbanization», σε οικονομικό-εργασιακό επίπεδο μέσα από το «The EU working class» και σε περιβαλλοντικό επίπεδο μέσα από το «EUnvironment»» εξηγεί η κυρία Κέλλυ Διαπούλη, καλλιτεχνική διευθύντρια Ελευσίνας 2020-21. Από πρακτική άποψη αυτό σημαίνει ότι στο πλαίσιο κάθε άξονα θα δημιουργηθούν από τρία προγράμματα που θα φέρνουν κοντά τα εικαστικά, τις παραστατικές τέχνες, τη μουσική, την αρχιτεκτονική, το ντιζάιν. Για παράδειγμα, στο EUnvironment θα εντάσσεται ένα διεθνές Φεστιβάλ τέχνης και περιβάλλοντος. «Είναι ένας αναδυόμενος τομέας στην Ευρώπη και θεωρούμε ότι η Ελευσίνα, με δεδομένη την εμπειρία της πάνω σε ζητήματα καταστροφής του περιβάλλοντος αλλά και ανακύκλωσης, μπορεί να γίνει ένας ιδανικός τόπος για ένα τέτοιο Φεστιβάλ». Για την υλοποίησή του σε μια πρώτη φάση θα εγκατασταθεί στην Ελευσίνα μέσα στο ’17 η κινούμενη Ακαδημία, Nature Addicts Fund, σε μια στάση μετά την Μπιενάλε της Βενετίας το 2015 και την Art Basel τη χρονιά που μας πέρασε, με στόχο να γίνει ώσμωση ανάμεσα σε καλλιτέχνες και επιμελητές πάνω σε ένα θέμα του ευρύτερου προβληματισμού της βιωσιμότητας και του περιβάλλοντος. Ο τρόπος εργασίας άλλωστε που θα εφαρμόζεται σε όλα τα μεγάλα πρότζεκτ θα συνίσταται σε μια παρόμοια βραδυφλεγή διαδικασία συνέργειας. Συζητήσεις, προγράμματα training, ανάπτυξη ιδεών μέσα από residencies και τελικά η παραγωγή της τέχνης που θα παρουσιαστεί το 2021. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα δημιουργηθούν πάνω από 350 έργα από έλληνες και ξένους καλλιτέχνες, με μεγάλη έμφαση στη σύγχρονη τέχνη, στα διατομειακά έργα, στις νέες τεχνολογίες. Στόχος είναι να αναδυθούν νέοι θεσμοί μέσα από αυτά τα φεστιβάλ και να αποτελέσουν μια πολύτιμη παρακαταθήκη για την Ελευσίνα. «Ολη η πόλη θα γίνει ένα έργο τέχνης» λέει η Διαπούλη. Απ’ ό,τι φαίνεται, όχι μόνο χάρη στην ίδια την τέχνη.
Παλιά εργοστάσια, νέοι χώροι τέχνης


Τα μεγάλα έργα υποδομής που έχουν προβλεφθεί προκειμένου να αντιμετωπιστεί το μεγάλο έλλειμμα της πόλης, κοινώς οι κλειστοί χώροι σε θέση να στεγάσουν τις δράσεις και τις εκδηλώσεις του χειμώνα, θα αναζωογονήσουν αισθητά την όψη της και το παρηκμασμένο βιομηχανικό παρελθόν της. Ετοιμάζεται λοιπόν η αποκατάσταση του κτιρίου Ελαιουργικής στην είσοδο της πόλης, το οποίο θα αποδώσει έναν λειτουργικό χώρο γύρω στα 650 τ.μ. «Είναι μια μεγάλη κλειστή αποθήκη που θα επισκευαστεί. Εχει ήδη εγκριθεί κονδύλιο από την Περιφέρεια, ύψους δυόμισι εκατομμυρίων ευρώ περίπου, το οποίο είναι ήδη διαθέσιμο, έχουν γίνει όλες οι τεχνικές μελέτες και θα αρχίσει η κατασκευή στις αρχές του ’17. Πιστεύουμε ότι προς τα τέλη του ’18 θα είναι έτοιμο» εξηγεί ο κ. Γιώργος Σκιάνης, κεντρικός επιμελητής στον τομέα των εικαστικών. Ο δεύτερος χώρος είναι η παλιά βιομηχανία ΙΡΙΣ στο παραλιακό μέτωπο με χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσης το 2020. Από αυτή την επένδυση έχει διατηρηθεί η βασική αποθήκη του εργοστασίου, ένας ενιαίος χώρος ο οποίος θα ανακατασκευαστεί προκειμένου να λειτουργήσει ένας κλειστός πολυχώρος όπου θα ενταχθούν δράσεις και μεγάλες εγκαταστάσεις. «Οι μελέτες είναι έτοιμες, υπάρχει χρηματοδότηση από την Περιφέρεια αλλά θα αναζητηθούν κονδύλια και από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οταν έχεις τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας μπορείς να βρεις ανοιχτές πόρτες και σε άλλα ευρωπαϊκά ταμεία που σήμερα δεν μπορεί να προσεγγίσει κάποιος». Παράλληλα, θα δημιουργηθεί άλλος ένας χώρος στο Βιομηχανικό και Επιχειρηματικό Πάρκο Ελευσίνας (ΒΕΠΕ) από ιδιωτική χρηματοδότηση μετά από σύμπραξη των βιομηχανιών της πόλης. Θα παραχωρηθεί στην πόλη για να λειτουργήσει «Κέντρο Ανάπτυξης Ικανοτήτων και Καινοτομίας» ανοιχτό στις επιχειρήσεις και στην κοινωνία της πόλης.
Τα έργα ανάπλασης


Ο κατάλογος των έργων ανάπλασης είναι μεγάλος και έτοιμος να απορροφήσει τα κονδύλια ύψους 24 εκατ. ευρώ που θα δοθούν στην πόλη. Δεδομένου ότι η ιδέα της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, πέρα από το πολυεπίπεδο καλλιτεχνικό πρότζεκτ, αφορά και τις αισθητικές παρεμβάσεις που θα γίνουν στην πόλη, η ομάδα έχει προβλέψει την πεζοδρόμηση κεντρικών αρτηριών, τη δημιουργία πεζοδρομίων και ποδηλατοδρόμων προκειμένου να είναι προσβάσιμοι οι χώροι σε όλους τους κατοίκους της πόλης, καθώς και την κατασκευή τριών ανοιχτών κάθετων κήπων, σε άνω, κάτω και κεντρική Ελευσίνα, οι οποίοι θα βελτιώνουν το μικροκλίμα της κάθε γειτονιάς και θα λειτουργούν στο εσωτερικό τους ως πολιτιστικά κέντρα. «Στόχος μας είναι να συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά το ’21 ως πυρήνες πολιτιστικής ανάπτυξης και να τα διαχειρίζονται οι σύλλογοι και οι κοινότητες της κάθε γειτονιάς». Το σκεπτικό της ομάδας, όπως το εκφράζουν ο Σκιάνης και η Διαπούλη, περιστρέφεται διαρκώς γύρω από τις ανάγκες των κατοίκων και τη συμμετοχή τους στην υλοποίηση του στόχου. Εξάλλου, σημαντική κληρονομιά της διοργάνωσης θα είναι η εξοικείωσή τους με τις εκφάνσεις του σύγχρονου πολιτισμού. «Δεδομένου ότι ένας μεγάλος αριθμός πολιτών θα είναι δραστήριος την πενταετία μέχρι την έναρξη των εκδηλώσεων, θα αποκτήσουν μια βαθιά σχέση με τη σύγχρονη τέχνη που θα τους οδηγήσει και στο μέλλον».
Ο απώτερος στόχος είναι να συνεχιστεί ο δημιουργικός προσανατολισμός του ’21 και μετά το πέρας του ημερολογιακού έτους. Υπάρχει πρόθεση φέρ’ ειπείν να χρησιμοποιηθούν ορισμένες από τις 1.500 εγκαταλελειμμένες κατοικίες στην περιοχή για να δημιουργηθούν χώροι για residencies αλλά και για μόνιμη εγκατάσταση καλλιτεχνών, ή δημιουργικών επιχειρήσεων. «Είναι άλλωστε απαίτηση του θεσμού της πολιτιστικής πρωτεύουσας η κάθε πρόταση να είναι μέρος μιας ευρύτερης πολιτιστικής στρατηγικής για την πόλη. Στην περίπτωσή μας υπάρχει αυτή η πρόταση, είναι ψηφισμένη από το δημοτικό συμβούλιο και έχει ορίζοντα δεκαετίας. Αυτό θα είναι το μεγάλο κέρδος για την Ελευσίνα αλλά και το μήνυμα για την Ελλάδα, η οποία κάνει διαρκώς βήματα μπρος πίσω. Να αποδείξουμε ότι η λειτουργία αποφάσεων γύρω από τον πολιτισμό μπορεί να έχει συνέχεια και συνέπεια» θα πει ο κ. Σκιάνης.
Από την πόλη στην πόλη


Ο ορίζοντας ανοιχτής σκέψης του συγκεκριμένου ανθρώπου έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της πρότασης και του νικηφόρου αποτελέσματός της. Ο Γιώργος Σκιάνης είναι γνήσιο «θρέμμα», αν και όχι γέννημα της Ελευσίνας, υπεύθυνος για το εικαστικό πρόγραμμα των Αισχυλείων από το 2003, απ’ όταν δηλαδή ο 28χρονος τότε θεσμός πήρε μια στροφή, κατέβηκε στις εγκαταστάσεις του παλιού Ελαιουργείου και με αργή αλλά σταθερή ταχύτητα άρχισε να κατακτά το κοινό του Θριάσιου Πεδίου αλλά και της Αθήνας.
«Ξέρετε, όταν αρχίσαμε να δουλεύουμε πάνω στην πρότασή μας προσπαθήσαμε να διακρίνουμε τι διαφοροποίησε επιτυχημένα φεστιβάλ και διοργανώσεις του εξωτερικού προκειμένου να καταλάβουμε πώς ανταποκρίθηκαν στα δεδομένα της εποχής τους και τι τα έκανε να ξεχωρίσουν» εξηγεί η Κέλλυ Διαπούλη. «Οταν πήγα στην Ελευσίνα και γνώρισα τον Γιώργο Σκιάνη, είδα ότι είναι ένας άνθρωπος με ποιότητες, όπως ο Μπερνάρ Φεβρ Νταρσιέ που ανανέωσε το Φεστιβάλ της Αβινιόν τη δεκαετία του ’80, ή όπως οι Ροζ Φέντον και Λούσι Νιλ που ίδρυσαν το LIFT (London International Festival of Theatre) του Λονδίνου. Βρήκε ένα κενό στον χώρο των εικαστικών στην Ελλάδα, την ανάθεση σε έναν καλλιτέχνη ενός μεγάλου έργου για δημόσιο χώρο, και κάλεσε το κοινό να βιώσει την ουσία της τέχνης χωρίς να προτάξει τη διαμεσολάβηση του ηχηρού ονόματος του καλλιτέχνη. Ο τρόπος που έχει δουλέψει τα τελευταία χρόνια στο Φεστιβάλ των Αισχυλείων έγινε και για εμάς οδηγός στον τρόπο δουλειάς μας. Η πρόταση της Ελευσίνας είναι ούτως ή άλλως ευκαιρία να ανοίξει διάλογος πάνω σε πολλά πολιτιστικά ζητήματα, και ένα από αυτά είναι τι σημαίνει τελικά καλλιτεχνικός διευθυντής. Για εμάς είναι ένας δημιουργικός διαμεσολαβητής που φτιάχνει την υποδομή και το πεδίο για να δημιουργηθούν έργα, να συναντηθούν άνθρωποι και να γίνουν ζυμώσεις. Δεν λειτουργεί ως σταρ που «αγοράζει» έργα από τον υπόλοιπο κόσμο».
Μαζί λοιπόν με έναν σφικτό πυρήνα οκτώ ατόμων, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι κάτοικοι της περιοχής, με τη συνδρομή 17 επιμελητών, τη συμβολή δεκάδων εθελοντών από την πόλη, επιχειρήσεων της περιοχής, την πολύπλευρη βοήθεια του δημάρχου Γιώργου Τσουκαλά και του δημοτικού συμβουλίου αλλά και την υποστήριξη της Αντιπεριφέρειας Δυτικής Αττικής και Περιφέρειας Αττικής, τα κατάφεραν. «Το πιο σημαντικό με την Ελευσίνα είναι ότι στηρίχτηκε στις δικές της δυνάμεις. Είναι ένα τεράστιο τόλμημα γιατί όλες οι πολιτιστικές πρωτεύουσες του παρελθόντος στηρίχτηκαν σε ανθρώπους που το έχουν ξανακάνει, μετέφεραν την εμπειρία τους από πόλη σε πόλη. Πήγαιναν με πιο σίγουρα βήματα. Εμείς είπαμε θα το πάμε μέχρι τέλους μόνοι μας. Εχουμε κατανοήσει βαθιά τις ανάγκες της πόλης, μιας περιοχής τραυματισμένης και βαθιά παρεξηγημένης μέχρι σχετικά πρόσφατα. Θυμάμαι όταν ήμασταν φοιτητές, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, ντρεπόμασταν να πούμε ότι είμαστε από την Ελευσίνα. Σήμερα οι κάτοικοι έχουν αυτοπεποίθηση, αναγνωρίστηκε επιτέλους το θετικό πρόσωπο της πόλης».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ