Η θέα των πραγμάτων είναι συνισταμένη των δομικών συνθηκών, είναι η σχέση του εγγενούς σε μια προβληματική στοχασμού με τα ίδια τα προβλήματα.
Λουί Αλτουσέρ
Ενα χαμόγελο μπορεί να σε πάει μακριά∙ ακόμη πιο μακριά σε πηγαίνει ένα χαμόγελο κι ένα πιστόλι.
Αλ Καπόνε
Λίγο πριν τον Μάη του 1968 ο διάσημος γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος Λουί Αλτουσέρ παρότρυνε τους αριστερούς να διαβάσουν το Κεφάλαιο «γραμμή προς γραμμή, όχι μόνο σε μετάφραση αλλά, ει δυνατόν, και στο γερμανικό πρωτότυπο». Είκοσι χρόνια μετά ομολογούσε ότι, όταν τα έγραφε αυτά, δεν γνώριζε «σχεδόν τίποτα από τον Μαρξ» και είχε απλώς διατρέξει τον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου. Δεν ξέρω αν είναι λόγοι φυσιογνωμικής ομοιότητας, αλλά στις δηλώσεις του υπουργού Πολιτισμού κ. Μπαλτά περί «δρόμου προς τον δημοκρατικό σοσιαλισμό» νομίζω πως υποφώσκει ανάλογη ανακολουθία. Η εμβρίθεια με την οποία ο υπουργός εξηγούσε τη σημερινή όδευση του κόμματός του, από τη μια, και το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ χειρίζεται την τύχη της χώρας, από την άλλη, δείχνει πως ο κ. Μπαλτάς έχει κατανοήσει τον «δημοκρατικό σοσιαλισμό» όπως ο Αλτουσέρ το Κεφάλαιο.
Ως γνωστόν, ο Αλτουσέρ κατάφερε να μεσουρανήσει ως μέγας αναλυτής των μηχανισμών με τους οποίους ο καπιταλισμός μετατρέπει τους ανθρώπους σε υποκείμενα αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας και του πώς η πάλη των τάξεων συμπίπτει με την ύπαρξή τους. Επί είκοσι χρόνια, μεταξύ 1960 και 1980, οι απόψεις και τα βιβλία του θεωρήθηκαν αιχμή της μαρξιστικής σκέψης για τα τέλη του 20ού αιώνα. Το 1980 βέβαια εκδηλώθηκε η μανιοκαταθλιπτική ψύχωση που τον βασάνιζε, στραγγάλισε τη σύζυγό του και γνώρισε ένα άδοξο τέλος σε ψυχιατρείο. Πριν το 1980, ωστόσο, στις πιο ένδοξες στιγμές του, μπορούσε άλλοτε να υποστηρίζει ότι η διαλεκτική του Χέγκελ με τη διαλεκτική του Μαρξ διαφέρουν «θεμελιωδώς» και άλλοτε ότι η μαρξιστική διαλεκτική «μιμείται από απόσταση την εγελιανή».
Κάπως ανάλογα ο κ. Μπαλτάς και ολόκληρος ο ΣΥΡΙΖΑ δηλώνουν «εκ γενετής» ταγμένοι στον δρόμο του «δημοκρατικού σοσιαλισμού», αλλά είναι έτοιμοι να ξεχάσουν πως αυτός ο σοσιαλισμός ανέχεται μεν την ιδιωτική ιδιοκτησία μέσων παραγωγής και επιχειρήσεων, απαιτεί όμως τον αυστηρό έλεγχο του κράτους επί της ελεύθερης αγοράς. Η δική τους ανοχή σε ιδιωτικοποιήσεις ή και «ξεπουλήματα», για τα επόμενα 99 χρόνια μάλιστα, μετατρέπει τον «δημοκρατικό σοσιαλισμό» σε «νεοφιλελευθερισμό με τύψεις». Με «εκ γενετής» προέλευση τον Αλ Καπόνε μάλλον παρά τις αλτουσεριανές συνδέσεις δομισμού – μαρξισμού και την ευκολία τους να συμβιβάζουν τα ασυμβίβαστα. Διότι, όπως προκύπτει, πέρα από προφάσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ εκβίασε φρενιτιωδώς για να έρθει στην εξουσία ώστε οι δικοί του άνθρωποι να ωφεληθούν από τις ευκαιρίες ιδιωτικοποιήσεων τις οποίες θα εκμεταλλεύονταν οι προηγούμενοι.
Ψηφίστε εμάς για να εφαρμόσουμε όσα θα εμποδίσουμε να εφαρμοστούν αν μείνουν οι άλλοι στην εξουσία –σε αυτό συνοψίζεται, όλο όλο, το «η ελπίδα έρχεται». Το γοητευτικό χαμόγελο του Πρωθυπουργού και το «πιστόλι» που το κρατούν οι δανειστές για λογαριασμό του αποδίδουν πολλά επ’ ωφελεία των βουλευτών, των στελεχών και των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλ Καπόνε ομολογούσε τουλάχιστον πως το να είσαι απατεώνας και να το παραδέχεσαι ενέχει κάποιο είδος εντιμότητας. Οι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν επινοήσει το «Διεκδίκηση, Διαπραγμάτευση, Προωθητικός συμβιβασμός»! Εδειξαν τη «Διεκδίκηση» και τη «Διαπραγμάτευση» στη διάρκεια του πρώτου τους εκλογικού θριάμβου και μετά τον δεύτερο έχουν επικεντρωθεί στον «Προωθητικό συμβιβασμό». «Προωθητικό» ως προς τα οφέλη των ανθρώπων τους, «συμβιβασμό» ως προς όλους τους υπολοίπους. Ακριβώς ό,τι πετύχαιναν και οι εκβιασμοί του Αλ Καπόνε.
Αυτή την αλγεινή εξέλιξη ο κ. Μπαλτάς τη χαρακτηρίζει σκαμπανεβάσματα στον «δρόμο προς τον δημοκρατικό σοσιαλισμό». Από την εποχή του «ουτοπικού σοσιαλισμού» που ήθελε να εφαρμόσει ο Ετιέν Καμπέ στη Γαλλία των μέσων του 19ου αιώνα ως τη φρικώδη «σοσιαλιστική κολεκτιβοποίηση» του Πολ Ποτ στην Καμπότζη του τέλους του 20ού αιώνα, διανοούμενοι κάθε πολιτικής απόχρωσης δοκίμασαν να συμβάλουν στην υλοποίηση της ιδανικής πολιτείας. Αλλοτε αναλαμβάνοντας οι ίδιοι την εξουσία, άλλοτε μπαίνοντας στην υπηρεσία της και άλλοτε μένοντας σταθερά απέναντί της, σε μια διαρκώς κριτική στάση. Φοβάμαι ότι μόνο αυτή η τελευταία στάση σώζει τη διανόηση. Οι διανοούμενοι πρέπει να ξέρουν να κολυμπούν ενάντια στο ρεύμα, όχι να το καβαλούν.
Κάθε ανάληψη εξουσίας από διανοουμένους και κάθε αναγόρευσή τους ως αρχιτεκτόνων της τέλειας τάξης οδήγησε σε τυραννίες. Κάθε υπηρέτηση της εξουσίας τούς ταπείνωσε. Στο πνεύμα του Αλτουσέρ, ο κ. Μπαλτάς μπορεί να διαχωρίζει, με μια «επιστημολογική τομή», τον επιστημονικό από τον ιδεολογικό μαρξισμό ώστε να διασωθεί ο πρώτος εκεί όπου κατατροπώνεται ο δεύτερος. Εχει όμως την υποχρέωση να δεχθεί πως το να υποστηρίζεις κάτι χθες και το αντίθετό του σήμερα δεν συνιστά την καλύτερη «σύνθεση», σε καμιά διαλεκτική –είτε εγελιανή είτε μαρξιστική. Στο πνεύμα του Αλτουσέρ, επίσης, τη στιγμή που ο κ. Φίλης δοκιμάζει να μετατρέψει το μάθημα θρησκευτικών σε θρησκειολογία, ο κ. Καμμένος εγγυάται τη διατήρησή του ως ομολογιακού μαθήματος. Αθεοι και θεούσες μένουν όλοι ευχαριστημένοι από την κυβέρνηση. Αλλά όταν συνδυάζεις Αλτουσέρ με Αλ Καπόνε, αλίμονο αν δεν μπορείς να γεφυρώσεις τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους με την ορθόδοξη κατήχηση στα σχολεία.
Ο κ. Πέτρος Μαρτινίδης είναι καθηγητής στο ΑΠΘ και συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ