Aνέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του θεατρικού χώρου Εν Αθήναις στο Γκάζι, και με την ομάδα του, Tempus Verum, θα κάνει πρεμιέρα στο τέλος του μήνα με την «Αρρώστια της νιότης» του Φέρντιναν Μπρίκνερ. Ο Δημήτρης Λάλος στα 38 του χρόνια κάνει ένα δεύτερο μεγάλο ξεκίνημα: Αφήνει, προς το παρόν, πίσω του τον ηθοποιό για να αναλάβει τον ρόλο του σκηνοθέτη και του δασκάλου. Εχοντας αποχωρήσει, εδώ και τρία χρόνια, από το Θέατρο Επί Κολωνώ της Ελένης Σκότη, όπου ήταν ιδρυτικό μέλος, επέλεξε μια αυτόνομη πορεία. Μαζί εγκαινιάζει και τη νέα θεατρική του στέγη.

«Ο χώρος προϋπήρχε και οι εργασίες που χρειάστηκε να γίνουν ήταν ελάχιστες μπροστά στην εμπειρία μου να χτίσω όλο το Επί Κολωνώ. Ημουν τότε δεκαεννέα χρόνων και ό,τι έμαθα το έμαθα πάνω στη δουλειά. Ο έρωτας με το θέατρο γενικά και με το Επί Κολωνώ ειδικά ήταν κεραυνοβόλος»
λέει ο Δημήτρης Λάλος και γυρνάει πίσω τον χρόνο. «Το πρώτο κλικ για να στραφώ στο θέατρο έγινε όταν γνώρισα έναν ηθοποιό, τον Ζαχαρία Κεφαλογιάννη. Ηταν ένα λαμπρό ταλέντο. Αποσύρθηκε όμως νωρίς». Γνωρίστηκαν τυχαία και εκείνος τον κάλεσε στην παράσταση που έπαιζε, το «Suburbia», του Ερίκ Μπογκοσιάν από την Ελένη Σκότη, στον Φούρνο. «Σπούδαζα τότε στη σχολή Ηλεκτρονικών Υπολογιστών στα ΤΕΙ Πειραιώς αλλά δεν ήταν κάτι που με ενδιέφερε. Οταν είδα το «Suburbia» τρελάθηκα. Γίναμε κολλητοί φίλοι με τον Ζαχαρία. Μαζί ρίξαμε τις πρώτες πέτρες στο Επί Κολωνώ… Μαζί παίξαμε και στην πρώτη εκδοχή της «Αγαπητής Ελένας»». Κι έτσι ρίζωσε για τα καλά στον Κολωνό.

«Οταν βγήκα στο θέατρο, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, τα πράγματα δεν ήταν όπως είναι σήμερα. Χωρίς τα social media και τα συναφή, η δουλειά μας δεν είχε να κάνει σε τίποτα με τη δημοσιότητα. Χτίζαμε το θέατρο, κάναμε τα εργαστήριά μας, μετά τις πρόβες μας. Δουλειά, δουλειά, δουλειά».
Δέκα χρόνια μετά, ο νεαρός ηθοποιός ξεχώρισε με το «Ροντβάιλερ». Και το 2012 κέρδισε το βραβείο Δημήτρης Χορν.

«Μ’ αρέσει που τα πράγματα αλλάζουν. Θέλω να βρίσκομαι μέσα στις εξελίξεις. Γιατί, όπως όλα, όπως κάθε τέχνη, έτσι και το θέατρο εξελίσσεται, αλλάζει»
. Μαζί και ο ίδιος. Δύσκολη απόφαση να διακόψει με το παρελθόν; «Δεν ήταν κάτι που συνέβη απότομα. Ετσι όπως αλλάζουν οι εποχές και έρχεται ο χειμώνας. Δεν έρχεται ξαφνικά, αλλά οργανικά. Πρώτα ήρθαν οι προτάσεις από τον γάλλο σκηνοθέτη Λουντοβίκ Λαγκάρντ και πήγαμε με το Εθνικό στο Παρίσι και μετά στην Αβινιόν με το «Βιτριόλι». Ηταν η πρώτη φορά που βγήκα έξω από τον Κολωνό. Πιστεύω ότι το θέατρο είναι ένα τοπικό πράγμα. Συμβαίνει σε συγκεκριμένο χώρο με συγκεκριμένους ανθρώπους. Ως τότε ούτε προτάσεις είχα ούτε ήμουν ανοιχτός σε προτάσεις. Ετσι έμαθα. Γι’ αυτό και τώρα βρίσκομαι κάτω από μια άλλη στέγη. Δεν μπορώ αλλιώς. Να κάθομαι και να περιμένω και να δουλεύω μια με τον έναν και μια με τον άλλον. Δεν λειτουργώ έτσι».
Η «Αρρώστια της νιότης» (1926) έρχεται μετά το «Τάβλι» και τη «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» που σκηνοθέτησε. «Εχω μεγαλώσει στη Γερμανία και αυτό το έργο είναι πολύ κλασικό και έχει άμεση σχέση με το σήμερα. Ωστόσο δεν με ενδιαφέρει το επικαιρικό θέατρο. Αυτή η παρέα των νέων ανθρώπων που σπουδάζει ιατρική και εξαντλεί τα όριά της…».

«Εχω μάθει πολλά πράγματα πάνω στη σκηνή από τη Σκότη και την τελευταία διετία από τον Σίμο Κακάλα. Τώρα ξεκινάει η σπουδή μου κάτω από τη σκηνή. Αυτό που θέλω να φτιάξω είναι ένα στούντιο ηθοποιών για τον κινηματογράφο. Στόχος και όραμά μου είναι μια σχολή».
Γι’ αυτό και θέλει να έχει πολύ χρόνο. «Οταν δουλεύεις ως ηθοποιός στο θέατρο, το θέατρο σου παίρνει όλη την ενέργεια. Τώρα χαίρομαι που μπορώ και κάνω ταινίες ως ηθοποιός ενώ ουσιαστικά σκηνοθετώ και κάνω τα μαθήματά μου εδώ στα εργαστήρια του θεάτρου. Με ενδιαφέρουν η έρευνα, το ψάξιμο, να δοκιμάζω πράγματα, να είμαι συνέχεια μέσα στον χώρο, να μη χρειάζεται να φύγω… Δεν ξέρω αν μου έλειπε αυτή η αυτονομία ή αν είναι θέμα συγκεντρωτισμού. Αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι και στο Επί Κολωνώ τα έκανα όλα. Απλώς τώρα είμαι εγώ που παίρνω και τις αποφάσεις».
Μέγας οπαδός του Στανισλάφσκι και της μεθόδου του και μέγας θαυμαστής του Μάρλον Μπράντο, ο Δημήτρης Λάλος πειραματίζεται. «Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι η ιστορία. Ας πούμε αυτό πρώτα. Πιστεύω πολύ στη δουλειά που γίνεται με ειλικρίνεια και με γνώση. Που φέρνει αξιόλογο αποτέλεσμα, κι ας μην αρέσει. Καλό είναι βέβαια να αρέσει. Φυσικά και χάρηκα όταν πήρα το βραβείο Χορν. Για να σου δώσει κάποιος την τιμή, λέει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια, πρέπει πρώτον να την έχει και εσένα να σου λείπει για να τη δεχτείς. Επομένως το κοινό έχει αυτή την τιμή και μπορεί να σου τη δώσει. Κι έτσι να ολοκληρωθεί το γεγονός που λέγεται θέατρο. Και για εμένα θέατρο είναι κάτι πολύ απλό: Πώς θα πούμε την ιστορία των προγόνων μας».
Πιστεύει ότι με το θέατρο θα αλλάξει τον κόσμο; «Ο Μπρεχτ λέει –και εγώ συμφωνώ –ότι η τέχνη δεν είναι ένας καθρέφτης που αντανακλά την πραγματικότητα, αλλά ένα σφυρί που θα διαμορφώσει την πραγματικότητα. Με αυτό το έργο θέλω να εκπέμψω στην κοινωνία. Και πιστεύω ότι η τέχνη, το θέατρο, μπορούν να έχουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία, να την ταρακουνήσουν. Προσωπικά, δεν δουλεύω για να μετακινήσω τον κόσμο τον επόμενο μήνα, αλλά τα επόμενα εκατό χρόνια, ίσως. Σκέφτομαι το πριν και το μετά και ότι όλοι μαζί φτιάχνουμε ένα οικοδόμημα» καταλήγει.

Πότε & Που

«Η αρρώστια της νιότης» του Φέρντιναντ Μπρίκνερ. Τempus Verum – Εν Αθήναις (Ιάκχου 19 Γκάζι, 210 3425.170). Πρεμιέρα: 30/9 στις 21.00 (ως 8/1/2017).Παραστάσεις: Παρασκευή & Σάββατο (21.00) – Κυριακή (19.00).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ