Από το 2009 και έπειτα, όταν η χρηματοπιστωτική κρίση που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2008 κλόνισε την ευρωζώνη στον πυρήνα της, η διαχείριση των κρίσεων έγινε η νέα κανονικότητα για την Ευρώπη. Πράγματι, η μία κρίση διαδεχόταν την άλλη, και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα. Η Ευρώπη είχε μια χρηματοπιστωτική κρίση, μια ελληνική κρίση, μια ουκρανική κρίση και από το τέλος του καλοκαιριού του 2015 και μια προσφυγική κρίση. Και τώρα, με τη Βρετανία, ένα από τα ισχυρότερα, οικονομικά και στρατιωτικά, κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης να πραγματοποιεί δημοψήφισμα στις 23 Ιουνίου για την αποχώρησή του από την ΕΕ, η Ευρώπη θα μπορούσε σύντομα να βρίσκεται αντιμέτωπη και με μια κρίση απόσχισης.
Πράγματι, μια τεράστια κρίση εμπιστοσύνης όσον αφορά την Ευρώπη και τους θεσμούς της εκδηλώθηκε στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, τροφοδοτώντας μια αναβίωση εθνικιστικών πολιτικών κομμάτων και ιδεών και πλήττοντας την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Η επανεθνικοποίηση της Ευρώτης επιταχύνεται, καθιστώντας αυτή την κρίση την πιο επικίνδυνη από όλες, δεδομένου ότι απειλείται με αποσύνθεση εκ των έσω. Οι πολιτικοί ηγέτες της ΕΕ πήραν μια μοιραία απόφαση στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Εστίασαν στη διαχείριση των κρίσεων αντί να αναπτύξουν ένα όραμα για την Ευρώπη και μια στρατηγική για την επίτευξή του.


Ανανεωμένο όραμα

Υστερα από σχεδόν έξι δεκαετίες επιτυχούς ενοποίησης, η Ευρώπη κατέληξε να αποτελεί ένα κύριο χαρακτηριστικό της καθημερινής ζωής –μια πολιτική, οικονομική, θεσμική και νομική πραγματικότητα. Αλλά η Ευρώπη εξαρτάται από τη ζωτικότητα της ιδέας στην οποία βασίζεται. Αν αυτή η ιδέα πεθαίνει μεταξύ των πολιτών και των λαών της Ευρώπης, η ΕΕ θα φτάσει σε ένα τέλος. Τα πράγματα δεν μπορούν να συνεχιστούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Διακυβεύονται –το μέλλον της ηπείρου μας σε έναν κόσμο ραγδαίων αλλαγών –πάρα πολλά. Μια πολιτική μικρών βημάτων δεν είναι πλέον αρκετή. Δίχως ένα ανανεωμένο όραμα για την Ευρώπη και μια αποτελεσματική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των κρίσεων, οι νέοι (και οι παλιοί) εθνικιστές της ηπείρου θα συνεχίσουν να ενισχύονται και να θέτουν σε κίνδυνο το σχέδιο της ειρηνικής ενοποίησης με βάση το κράτος δικαίου.
Το δημοψήφισμα για το Brexit θα δείξει τον δρόμο τόσο για το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και για την ΕΕ στο σύνολό της. Θα ακολουθήσουν είτε στεναγμοί ανακούφισης (όπως ελπίζω) ή ένας κατακλυσμός που θα συνταράξει την Ευρώπη στον πυρήνα της και θα επιφέρει την καταστροφή στη Βρετανία. Αλλά ανεξάρτητα από το τι θα αποφασίσουν οι Βρετανοί, οι πολλές κρίσεις της Ευρώπης πρέπει να αντιμετωπιστούν. Η χρηματοπιστωτική κρίση είναι κάθε άλλο παρά ξεπερασμένη. Η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιρλανδία έχουν δείξει ότι οι δημοκρατικές πλειοψηφίες δεν είναι πλέον πρόθυμες να υπομείνουν τη θεραπεία των πολιτικών λιτότητας. Και η ελληνική κρίση εντείνεται ξανά.
Μεταρρύθμιση της ευρωζώνης

Το ευρώ ενδέχεται να μην επιβιώσει. Παρά τα σημάδια μιας μέτριας οικονομικής ανάκαμψης στην ευρωζώνη, το χάσμα μεταξύ της Γερμανίας και των περισσότερων άλλων χωρών της ευρωζώνης διευρύνεται και βαθαίνει. Δεν υπάρχει πλέον καμία συζήτηση για σύγκλιση εντός της νομισματικής ένωσης. Και όμως είναι σαφές ότι αν το ευρώ αποτύχει, θα αποτύχει και ολόκληρο το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Οι ηγέτες της Ευρώπης γνωρίζουν ότι το ευρώ εξακολουθεί να είναι κάθε άλλο παρά προστατευμένο από τις κρίσεις, παρά τις τεχνικές βελτιώσεις που επιτεύχθηκαν κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κρίσης. Και αν δεν επιτευχθεί ένας νέος μεγάλος συμβιβασμός μεταξύ της Γερμανίας και των άλλων χωρών της ευρωζώνης, δεν θα είναι ποτέ προστατευμένο. Στην πράξη αυτό θα σήμαινε τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης πάνω στη βάση της βαθύτερης πολιτικής ολοκλήρωσης –προφανώς ένα κάθε άλλο παρά μικρό επίτευγμα.
Το ίδιο ισχύει και για την κοινή ασφάλεια της ΕΕ, την προστασία των εξωτερικών συνόρων της και μια μεταρρυθμισμένη ευρωπαϊκή πολιτική για τους πρόσφυγες. Εδώ, επίσης, η αποτελεσματική πολιτική ηγεσία απαιτεί ένα ανανεωμένο όραμα για μια ενωμένη Ευρώπη στον 21ο αιώνα –τι μπορεί και πρέπει να παρέχει, το πώς θα πρέπει να συσταθεί και ποια θεσμικά όργανα και εξουσίες χρειάζεται. Δεν υπάρχει κανένας λόγος η Ευρώπη να φοβάται τις κρίσεις. Θέτουν τα πράγματα σε κίνηση και παρέχουν την ευκαιρία στην ΕΕ να προχωρήσει μπροστά και να γίνει ισχυρότερη, υπό την προϋπόθεση ότι αντιμετωπίζονται δίχως τον φόβο των πολιτικών κινδύνων που τις συνοδεύουν.
Αφότου αποφανθεί η Βρετανία εφέτος τον Ιούνιο, η Ευρώπη θα πρέπει να δώσει την απάντησή της –με θάρρος και με ένα όραμα και με πραγματικές λύσεις. Ο εθνικισμός δεν είναι η απάντηση. Μόνον οι γνήσιοι Ευρωπαίοι μπορούν να εξασφαλίσουν ένα μέλλον ειρήνης και ευημερίας για την Ευρώπη.
Ο κ. Γιόσκα Φίσερ διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας την περίοδο 1998-2005

HeliosPlus