Επειτα από σχεδόν μία δεκαετία κρίσης, διάσωσης και μεταρρύθμισης στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), το χρηματοπιστωτικό σύστημα –τόσο σε αυτές όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο –είναι εντυπωσιακά παρόμοιο με εκείνο που είχαμε το 2006. Πολλές οικονομικές μεταρρυθμίσεις έχουν επιχειρηθεί από το 2010, αλλά τα συνολικά αποτελέσματα είναι περιορισμένα. Τόσο πριν από την παγκόσμια κρίση του 2008 όσο και σήμερα λίγο περισσότερες από μια ντουζίνα μεγάλες τράπεζες κυριαρχούν στο χρηματοπιστωτικό τοπίο του κόσμου.

Και όμως το έδαφος μετατοπίζεται κάτω από τον χρηματοπιστωτικό τομέα και οι μεγάλες τράπεζες θα μπορούσαν σύντομα να γίνουν παρελθόν.

Λίγοι αξιωματούχοι εκφράζουν ιδιωτικά την ικανοποίησή τους για την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων στον τραπεζικό τομέα. Δημοσίως οι περισσότεροι είναι πιο ευγενικοί, αλλά ο πρόεδρος της Federal Reserve Bank of Minneapolis Νιλ Κασκάρι χτύπησε μια ευαίσθητη χορδή πρόσφατα, όταν κάλεσε για μια επαναξιολόγηση του πόση πρόοδος έχει σημειωθεί στην αντιμετώπιση του προβλήματος των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που είναι «πολύ μεγάλα για να καταρρεύσουν» («too big to fail» –φαινόμενο γνωστό με τα αρχικά TBTF).

«Συνεχής κίνδυνος για την οικονομία»

Ο Κασκάρι εργάστηκε για τον Χένρι Μ. Πόλσον στο υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, αρχής γενομένης από το 2006. Δεν παρακολούθησε απλώς την εξέλιξη της οικονομικής κρίσης. Τον Οκτώβριο του 2008 έγινε ο υφυπουργός που ήταν υπεύθυνος για τη σταθεροποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Είναι ένας Ρεπουμπλικανός που έχει εργαστεί τόσο στην Goldman Sachs (μια μεγάλη τράπεζα) όσο και στην PIMCO (μια μεγάλη εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων). Ετσι ο κόσμος τον προσέχει όταν λέει: «Πιστεύω ότι οι μεγαλύτερες τράπεζες εξακολουθούν να είναι πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν και εξακολουθούν να αποτελούν έναν σημαντικό, συνεχή κίνδυνο για την οικονομία μας».

Ο Κασκάρι προτείνει τώρα τη σωστή προσέγγιση: να γίνουν ανοικτά συνέδρια και εκτεταμένες συζητήσεις για να αξιολογηθεί κατά πόσον οι μεγάλες τράπεζες θα πρέπει να σπάσουν, κατά πόσον αυτές (και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα) θα πρέπει να αναγκαστούν να αυτοχρηματοδοτηθούν με περισσότερα ίδια κεφάλαια και λιγότερο χρέος ή κατά πόσον θα πρέπει να υπάρξει ένας φόρος στο χρέος για να αποθαρρύνει την υπερβολική μόχλευση.

Η έκκληση του Κασκάρι για την αξιολόγηση του προβλήματος «TBTF» θα έχει σημαντικό αντίκτυπο για τρεις λόγους.

Πρώτον, οι απόψεις που εκφράζει είναι απολύτως λογικές με βάση τη βαθιά εμπειρία (τη δική του και άλλων) με αυτήν και με άλλες οικονομικές κρίσεις. Ο Κασκάρι παρουσιάζει από θέση κύρους ένα μήνυμα που πολλοί άλλοι σοβαροί άνθρωποι έχουν προσπαθήσει να μεταδώσουν για σχεδόν μία δεκαετία.

Εκεί όπου συγκλίνουν δεξιοί και αριστεροί

Δεύτερον, ο Κασκάρι εκφράζει ακριβώς την ίδια άποψη που παρουσιάζουν στους ψηφοφόρους οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι για την προεδρία των ΗΠΑ. Η Χίλαρι Κλίντον έχει ένα λεπτομερές και βαθύ σχέδιο για τη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα, με έμφαση στη φορολόγηση της μόχλευσης και στην αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων. Ο αριστερός Μπέρνι Σάντερς θα προτιμούσε να διαλύσει τις μεγάλες τράπεζες. Αλλά ο στόχος είναι ο ίδιος. Οταν σοβαροί Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί αρχίζουν να συγκλίνουν στην πολιτική, τότε είναι πιο πιθανόν να δούμε μια λογική αλλαγή.

Τρίτον, το χρονοδιάγραμμα του Κασκάρι συμπίπτει με την άφιξη της νέας τεχνολογίας «blockchain», η οποία καθιστά δυνατή την οργάνωση των οικονομικών συναλλαγών με έναν πιο αποκεντρωμένο τρόπο.Διάφορες εκδοχές αυτής της τεχνολογίας είναι ήδη διαθέσιμες ή υπό ανάπτυξη και υπάρχει μια πολύ ρεαλιστική προοπτική ότι αυτή θα μειώσει το κόστος των συναλλαγών στο μεγαλύτερο μέρος του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Δεν γνωρίζουμε ακόμη ποια εκδοχή θα επικρατήσει και διεξάγεται έντονη συζήτηση για το πώς θα εξασφαλιστεί ότι τα νέα πρότυπα και συστήματα θα ενισχύσουν τη σταθερότητα χωρίς δυσάρεστες απρόβλεπτες συνέπειες.

Ο Κασκάρι θα ανοίξει τον δρόμο για την επανεξέταση και ελπίζουμε για το τέλος του προβλήματος «TBTF» στις παραδοσιακές μεγάλες τράπεζες. Σε έναν κόσμο με τεχνολογία «blockchain» ο ίδιος και οι συνάδελφοί του έχουν πιθανότητες να εργαστούν σκληρά για να αποφευχθεί μια επανεμφάνιση του «TBTF» σε όποια παραλλαγή του.

Ο κ. Σάιμον Τζόνσον είναι πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ και καθηγητής στο MIT Sloan.

HeliosPlus