Ερμηνεύετε την Γκρέις στο «Dogville». Ποια είναι η ηρωίδα σας; «Μια κυνηγημένη που “εισβάλλει” σε μια μουντή κωμόπολη, φέρνοντας τη χάρη. Οι κάτοικοι της προσφέρουν καταφύγιο, με αντάλλαγμα να δουλεύει για εκείνους. Σταδιακά, της ζητούν όλο και περισσότερα. Φτάνουν στο σημείο και να τη βιάζουν. Θα πάρει τελικά εκδίκηση».
Για να επιβιώσεις πρέπει να γίνεις σκληρός; «Δεν είναι η σκληράδα και η αγριάδα τα μόνα όπλα. Φυσικά, όλοι μας έχουμε γίνει σκληροί κατά καιρούς. Αλλά, τελικά, δεν ξέρω πόσοι μπορούν να μείνουν δίπλα σε έναν πραγματικά σκληρό άνθρωπο».
Αφήνοντας πίσω την Γκρέις, ποια ηρωίδα συναντάτε; «Βρίσκομαι σε πρόβες για μια ταινία του Γιώργου Κορδέλλα, βασισμένη στο βιβλίο του Γιάννη Γιαννέλλη-Θεοδοσιάδη “Ισμαήλ και Ρόζα”. O πρωταγωνιστής, τον οποίο υποδύεται ο Γιάννης Στάνκογλου, ανακαλύπτει, με αφορμή μια έκθεση κειμηλίων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ένα ματωμένο νυφικό από εκείνη την εποχή, το οποίο ανήκει στην ηρωίδα που υποδύεται η Λήδα Πρωτοψάλτη. Υποδύομαι τη φίλη του. Είναι μια ενδιαφέρουσα ιστορία».
Και επίκαιρη, με το θέμα του Προσφυγικού. «Το τι σημαίνει προσφυγιά το γνωρίζουμε εμείς οι Ελληνες. Είναι ξεκάθαρο, νομίζω, και από το πώς αντιμετωπίζουμε αυτή την κατάσταση σε σχέση με λαούς της Ευρώπης που το βλέπουν πιο ψυχρά».
Αγαπάτε το σινεμά; «Πολύ. Αυτή τη στιγμή, μάλιστα, μια ταινία μικρού μήκους στην οποία παίζω, “Ο σπόρος”, διαγωνίζεται στο Διεθνές Μεσογειακό Φεστιβάλ του Τετουάν στο Μαρόκο. Ιδανικά θα ήθελα να κάνω δύο με τρεις ταινίες τον χρόνο, πράγμα δύσκολο. Πέρυσι ήμουν κοντά στο να το πραγματοποιήσω. Είχα κλείσει για δύο ταινίες, είχα βάλει λεφτά στην άκρη –γιατί υπάρχει και αυτό το πρακτικό κομμάτι. Τελικά, ήρθε αυτό το αναπάντεχο καλοκαίρι και ακυρώθηκαν. Οι παραγωγοί φοβήθηκαν».
Εσείς φοβηθήκατε; «Ισως μιλάω εκ του ασφαλούς, γιατί δεν υπάρχει πίσω μου μια οικογένεια να θρέψω, αλλά όταν νιώθεις ότι τα πράγματα όλο και χειροτερεύουν, η δική μου η αίσθηση είναι ότι μάλλον κάτι συγκρουσιακό πρέπει να συμβεί, μήπως αλλάξει κάτι».
Εχετε κερδίσει βραβείο «Μελίνα Μερκούρη».Η τηλεόραση υπήρξε ποτέ ταμπού; «Ξεκίνησα από την τηλεόραση. Τριτοετής στη Σχολή του Ωδείου Αθηνών έπαιξα στα “Παιδιά της Νιόβης”. Υστερα στις “Mάγισσες της Σμύρνης”, φυσικά στο “Νησί”, εφέτος στη “Χειρότερη εβδομάδα της ζωής μου”. Υπάρχουν ωραία πράγματα που μπορούν να γίνουν στην τηλεόραση. Και νομίζω ότι είμαστε λίγο άδικοι μαζί της. Εχει δώσει βέβαια πατήματα, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί μια κακή παράσταση έχει πάντα περισσότερα ελαφρυντικά από ένα κακό σίριαλ».

Μια αρνητική κριτική σε τι βαθμό σάς επηρεάζει;
«Πριν από μερικά χρόνια, με επηρέαζε πολύ. Πλέον, αντιλαμβάνομαι ότι είναι κομμάτι της δουλειάς και σίγουρα, αν είναι καλοπροαίρετη, μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για βελτίωση. Θυμάμαι στις αρχές, μια κριτικός, για μια παράσταση που δεν της άρεσε καθόλου, έγραψε ότι “η χειρότερη όλων είναι η Γιούλικα Σκαφιδά η οποία είναι σαν να παίζει” –είδατε, το θυμάμαι ακόμη απέξω –“σε σχολική παράσταση”. Eίχε ανοίξει, μάλιστα, και παρένθεση, σημειώνοντας ότι μόνο εκεί μου αρμόζει να παίζω. Το θεωρώ άδικο να εκφράζεις άποψη για την παρουσία ενός ανθρώπου εν γένει με αυτόν τον τρόπο».
Είστε ενεργή στα social media. Φοβάστε την εξάρτηση; «Πρέπει να κρατάς ισορροπία.Η ανιψιά μου βρίσκεται στην Αμερική και κόψαμε την τούρτα της μαμάς της μέσω Skype. Δεν είναι ωραίο αυτό;».

Παίζετε φυσαρμόνικα. Ποιος είναι ο αγαπημένος σας σκοπός; «Τα μουσικά θέματα από τον “Νονό” και την “Αμελί”».
Φοράτε σταυρό στον λαιμό σας. Ποια η σχέση σας με τον Θεό; «Φορούσα πάντα τον βαπτιστικό μου σταυρό. Τον έχασα και ο πατέρας μου μού έκανε δώρο αυτόν. Σε σχέση με τον Θεό, θα απαντήσω με μια φράση του Τζούλιαν Μπαρνς: “Δεν πιστεύω στον Θεό, αλλά μου λείπει”».
«Dogville»: Θέατρο Ακροπόλ (Ιπποκράτους 9-11), 29/02 και 01/03.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 29 Φεβρουαρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ