Οι ενστάσεις συνηγόρων υπεράσπισης μονοπώλησαν το ενδιαφέρον της συνεδρίασης στη δίκη της Χρυσής Αυγής, την Πέμπτη.


Η υπεράσπιση του Γιώργου Γερμενή κατέθεσε ένσταση περί ακυρότητας του βουλεύματος αλλά και της κλήσης. «Ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να πληροφορηθεί με λεπτομέρεια την εναντίον του κατηγορία», είπε χαρακτηριστικά ο συνήγορος ως προς το κλητήριο θέσπισμα.

Ένσταση περί ακυρότητας του κατηγορητηρίου κατέθεσε η υπεράσπιση του Παναγιώτη Ηλιόπουλου, τονίζοντας πρωτίστως ότι αποδίδονται στον κατηγορούμενο σωρεία πράξεων, που είναι αορίστως αναφερόμενες, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να απαντήσει. «Δεν διευκρινίζεται ούτε ποιες εντολές για επιθέσεις δέχθηκε, ούτε ποιες επιθέσεις έκανε ο ίδιος», σημείωσε ο συνήγορος.

Ο συνήγορος του Αντώνη Γρέγου αμφισβήτησε την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης, με βασικό επιχείρημα ότι δεν πληρείται η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, η οποία και απαιτεί ακριβή προσδιορισμό του τόπου και του χρόνου της ένταξης στην εγκληματική οργάνωση.

«Η επέκταση της ποινικής δίωξης είναι απαγορευτική», εκτίμησε η υπεράσπιση του κ. Νίκου Κούζηλου, σημειώνοντας ότι
η δίωξη θα πρέπει να περιορισθεί σε αυτά που είχε αρχικώς αναφέρει η ανακρίτρια ζητώντας από τη Βουλή την άρση ασυλίας του βουλευτή. «Αν η ανακρίτρια επεκτεινόταν, μπορεί η Βουλή να μην έδινε την άδεια για την άσκηση ποινικής δίωξης», επιχειρηματολόγησε ο συνήγορος.

Ένσταση περί ακυρότητας της προδικασίας, αλλά και της άσκησης ποινικής δίωξης, κατέθεσε η υπεράσπιση του Γιάννη Λαγού. «Δεν κλητεύθηκε για παροχή εξηγήσεων», σημείωσε χαρακτηριστικά. Ο συνήγορος επεσήμανε την παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, επικαλούμενος δηλώσεις του κ. Νίκου Δένδια, τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης (μεταξύ άλλων: «Η Δημοκρατία μας έχει τα όπλα. Θα τους τσακίσουμε»), έκανε λόγο για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ άφησε σαφείς αιχμές για χρήση στοιχείων της δικογραφίας προτού καν γνωστοποιηθούν στον κατηγορούμενο.

Η υπεράσπιση του Διονύση Λιακόπουλου – ήταν κατηγορούμενος και στην υπόθεση του άτυχου Πακιστανού Σαχζάτ Λουκμάν – υπέβαλε αίτημα άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου (του κινητού τηλεφώνου του), εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι τα στοιχεία που θα προκύψουν θα συμβάλουν ώστε να αποδειχθεί όχι μόνον ότι ο Λιακόπουλος δεν είχε καμία επαφή με μέλη της Χρυσής Αυγής, αλλά ούτε και ο ίδιος διατηρούσε την ιδιότητα του μέλους.

Η άδεια παραμονής και η δήλωση Μπούκουρα

Αίσθηση στο ακροατήριο προκάλεσε η τοποθέτησης της υπεράσπισης του Θωμά Μαρία, κατηγορούμενου για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά την επίθεση σε βάρος των αιγυπτίων ψαράδων στο Πέραμα. Η συνήγορος κυρία Κ. Πούλια ζήτησε να συνταχθεί -στην παρούσα φάση- ιατροδικαστική έκθεση από την οποία να προκύπτει το είδος, η έκταση και η ένταση των χτυπημάτων που δέχθηκε ένα από τα θύματα ενώ ζήτησε να μάθει αν ο συγκεκριμένος αλιεργάτης είχε άδεια παραμονής στην Ελλάδα. «Αν αλλοδαπός έχει τη δυνατότητα να λάβει άδεια παραμονής μόνο και μόνο γιατί έχει προβεί σε μία τέτοια καταγγελία, θα ήθελα να το ξέρω», τόνισε η ίδια.

Προσωπική δήλωση επέλεξε να κάνει ο Στάθης Μπούκουρας, αρνούμενος τις κατηγορίες που του αποδίδονται. «Ουδέποτε υπέταξα τη βούλησή μου στους σκοπούς της εγκληματικής οργάνωσης. Συμμετείχα σε μία δημοκρατική διαδικασία, εξελέγην βουλευτής και ασκούσα αποκλειστικά και μόνο τα κοινοβουλευτικά μου καθήκοντα. Ουδέποτε διανοήθηκα ότι όντας στην κοινοβουλευτική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, συμμετείχα και σε εγκληματική οργάνωση. Ουδέποτε διέπραξα το οποιοδήποτε έγκλημα».

Το δεύτερο αίτημα για τήρηση πρακτικών με φωνοληψία

Στην αρχή της συνεδρίασης, η πρόεδρος κυρία Μαρία Λεπενιώτη απέρριψε το αίτημα της Πολιτικής Αγωγής περί κατάθεσης του εγγράφου του συνηγόρου (του Ι. Αγγου) κ. Γιώργου Σωτηρόπουλου, για το οποίο είχε ξεσηκωθεί θύελλα αντιδράσεων στην προηγούμενη συνεδρίαση, της Τρίτης. Ο κ. Σωτηρόπουλος είχε ισχυριστεί προφορικώς, κατά την ανάπτυξη ένστασης, ότι «μπορεί οι κατηγορούμενοι να μην είναι όλοι βουλευτές, είναι όμως μέλη του ιδίου κόμματος», είχε ωστόσο αποτραπεί ωστόσο από άλλους συνηγόρους να καταθέσει την ένσταση εγγράφως στο δικαστήριο.

Η πρόεδρος φρόντισε με προσωπική της δήλωση να καταχωρισθεί το σχετικό κείμενο στα πρακτικά.

Ο συνήγορος Πολιτικής Αγωγής, για λογαριασμό της οικογένειας Φύσσα, κ. Ανδρέας Τζέλλης ζήτησε πάντως την ανάκληση της αρχικής απόφασης (σσ: απορριπτικής) του δικαστηρίου ως προς την τήρηση πρακτικών με φωνοληψία. Στο πλευρό του τάχθηκε σύσσωμη η Πολιτική Αγωγή, επισημαίνοντας τον ιστορικό χαρακτήρα της δίκης.

«Νίκη της δημοσιότητας», χαρακτήρισε ο κ. Θανάσης Καμπαγιάννης, εκ των συνηγόρων Πολιτικής Αγωγής, το γεγονός ότι καταγράφηκε τελικά στα πρακτικά η αποστροφή που άναψε φωτιές. «Δεν είναι όμως δυνατόν να επαφίεται στον πατριωτισμό της διευθύνουσας…», υπογράμμισε ο ίδιος.

«Είμαστε οι μόνοι, από τις πολιτισμένες χώρες, που δεν υπάρχει στη νομοθεσία σχετική πρόβλεψη», τόνισε με τη σειρά του ο κ. Κώστας Παπαδάκης. «Ακόμη και στην Τουρκία υπάρχει». Ο ίδιος θύμισε ότι παρόμοιο αίτημα είχε κατατεθεί και κατά τη διάρκεια της δίκης της οργάνωσης Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, με αποτέλεσμα το δικαστήριο να απευθυνθεί στο υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο επικαλέστηκε τελικά έλλειψη κονδυλίων.

Η εισαγγελέας κυρία Αδαμαντία Οικονόμου εκτίμησε πάντως ακόμη μία φορά ότι δεν είναι απαραίτητη η φωνοληψία.