Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η Αυστραλέζα ηθοποιός Κέιτ Μπλάνσετ τάραξε τα νερά δηλώνοντας στο περιοδικό Variety ότι έχει ζήσει σεξουαλικές εμπειρίες με γυναίκες χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποστηρίζει τις «ταμπέλες» στην σεξουαλικότητα. Ωστόσο, το γεγονός ότι εφέτος βρίσκεται στις Κάννες προκειμένου να παρουσιάσει μια ταινία της σχετική με την γυναικεία ομοφυλοφυλία, την «Κάρολ» του Τοντ Χέινς, δεν μπορούσε φυσικά να περάσει απαρατήρητο από την συνέντευξη Τύπου της ταινίας που δόθηκε το μεσημέρι της Κυριακής στο Palais du Festival.
Οταν της ζητήθηκε να σχολιάσει περισσότερο την δήλωση που έκανε σχετικά με την σεξουαλικότητά της, η Αυστραλέζα ηθοποιός είπε ότι «το σημαντικό δεν είναι αν είχα ή όχι κάποια στιγμή στην ζωή μου σχέση με γυναίκες αλλά γιατί εν έτει 2015 πρέπει να κάνουμε αυτή την ερώτηση. Γιατί σήμερα, κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει την περιέργεια;» Καταχειροκροτούμενη όπως ήταν φυσικό από το κοινό, η Μπλάνσετ συνέχισε λέγοντας ότι η «συνθετικότητα της δουλειάς του ηθοποιού δεν είναι να μιλά για την προσωπική ζωή του αλλά να προσπα΄θεί με΄σω της δουλειάς του να ανοίξει το μυαλό των ανθρώπων.»
Βλέποντας πάντως την Κέιτ Μπλάνσετ από κοντά, αυτό που κυρίως θαυμάζεις είναι η αστείρευτη γοητεία της, παρόμοια με εκείνην που πάντοτε βγάζει στην οθόνη του κινηματογράφου. Με την ειλικρινή ευγένεια (σημειώστε ότι η ερώτηση περί σεξουαλικότητας δεν φάνηκε να την ενοχλεί), την αστείρευτη κομψότητα αλλά και την διακριτική ομορφιά της, η Μπλάνσετ βγάζει κάτι σχεδόν το αέρινο, που μπορεί να οποίο την βοηθά να ξεχωρίζει.
Βασισμένη στο μυθιστόρημα της Πατρίτσια Χάισμιθ που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1952 με τίτλο «The price of salt» -Η τιμή του αλατιού (με ψευδώνυμο μάλιστα διότι ήταν πολύ τολμηρό για την εποχή του) η «Κάρολ» αναφέρεται στον ομοφυλοφιλικό έρωτα ανάμεσα σε δυο γυναίκες διαφορετικής γενιάς, οι οποίες προσπαθούν να αναπτύξουν την σχέση τους κάτω από δύσκολες συνθήκες και σε μια πποχή, στην δεκαετία του 1950, τότε που ο πουριτανισμός της αμερικανικής κοινωνίας δεν επέτρεπε τέτοιες καταστάσεις. Η Κάρολ είναι μια πλούσια παντρεμένη μητέρα, την ώρα που η Τερίς (Ρούνεϊ Μάρα) εργάζεται σε πολυκατάστημα όπου και η πρώτη την συναντά. Ο Χέινς ξεδιπλώνει την ιστορία τους με τρομερή ευαισθησία και αγάπη τόσο για τις δυο απελπισμένες ηρωίδες όσο και για την εποχή που εικονογραφείται στην εντέλεια. Η ταινία θυμίζει αρκετά την λογική του «Ο παράδεισος είναι μακριά», μιας προηγούμενης ταινίας του Χέινς, όπου η ομοφυλοφιλία ήταν θέμα του συζύγου.
«Ηταν ένα προκλητικός, αμφίσημος ρόλος» είπε η Μπλάνσετ για την Κάρολ στην συνέντευξη Τύπου. Αλλά αυτό που κυρίως της άρεσε στο σενάριο πέρα από το ότι μιλούσε για μια λεσβιακή ιστορία με happy ending, ήταν το περιβάλλον της. «Εκείνη την εποχή, στην δεκαετία του 1950, δεν υπήρχαν ταμπέλες που δήλωναν τι είσαι» είπε η Μπλάνσετ. «Ο κόσμος ήταν τόσο διαφορετικός που δεν υπήρχαν κάν οι λέξεις “λεσβία” ή “ομοφυλόφιλος”. Δεν υπήρχαν ομάδες. Υπήρχε μόνον απομόνωση.»
Η ταινία «Κάρολ» θα προβληθεί στην Ελλάδα σε διανομή ODEON



