Αν και τα τελευταία χρόνια μέσα σε περιβάλλον κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, με τηνανεργία να πλήττει χιλιάδες νοικοκυριά, διαπιστώνεται κάποια αύξηση της απασχόλησης στον γεωργικό κλάδο, η αγροτική παραγωγή, η οποία κάποτε αποτελούσε βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, έχει περιοριστεί. Εκατομμύρια στρέμματα παραμένουν ακαλλιέργητα, καθώς οι Ελληνες έχουν εγκαταλείψει τις γεωργικές ασχολίες και το επάγγελμα του αγρότη.
Ειδικά από τη δεκαετία του ’70 και μετά οι νέοι προσδοκώντας μια καλύτερη ποιότητα ζωής έφευγαν από τα χωριά και στρέφονταν σε άλλους, πιο προσοδοφόρους και, κυρίως, πιο «ξεκούραστους» τομείς, όπως τον δημόσιο τομέα που είχε ανοίξει διάπλατα τις πύλες του.
Ετσι ο αριθμός των απασχολουμένων στη γεωργία από 28% του ενεργού πληθυσμού το 1981 υποχώρησε στο 13% σήμερα και χρόνο με τον χρόνο το εμπορικό ισοζύγιο στα αγροτικά προϊόντα έγινε ελλειμματικό, καθώς εισάγουμε λεμόνια από την Αργεντινή, πατάτες από την Αίγυπτο, κρεμμύδια από την Τουρκία.
Τα τελευταία χρόνια όμως το κράτος στηρίζει ξανά τη γεωργία και με τη βοήθεια των κονδυλίων της ΕΕ κάνει στοχευόμενες παρεμβάσεις για να ασχοληθούν και πάλι οι Ελληνες με τη γη ενώ ενθαρρύνει την επιστροφή στις καλλιέργειες. Και πράγματι οι Διευθύνσεις Γεωργίας, των οποίων ο ρόλος είχε περιοριστεί στη διεκπεραίωση των επιδοτήσεων, έχουν «ξαναζωντανέψει» καθώς, κυρίως, νέοι άνθρωποι αναζητώντας διέξοδο στις αγροτικές δραστηριότητες προσέρχονται και ζητούν πληροφορίες.
Σημαντικό ρόλο σε αυτή τη στροφή διαδραμάτισε κατά τη διάρκεια της –ομολογουμένως επιτυχημένης –θητείας του στο υπουργείο Γεωργίας ο κ. Αθανάσιος Τσαυτάρης, ο οποίος στήριξε τον αγροτικό τομέα, καθώς πίστεψε ότι αν η Ελλάδα επενδύσει στη γεωργία, και η ανεργία θα μειωθεί και η οικονομία θα τα καταφέρει να οδηγηθεί πιο γρήγορα σε μια βιώσιμη ανάπτυξη. Οπως είχε άλλωστε αναφέρει σε συνέντευξή του, πλέον τα πράγματα στη γεωργία έχουν αλλάξει ριζικά εν αντιθέσει με αυτά που ίσχυαν στα δικά του χρόνια, «όπου το να μείνεις στο χωριό ήταν ένδειξη αποτυχίας», και θυμόταν ότι η μάνα του τού έλεγε: «Μάθε, παιδί μου, γράμματα, να σωθείς, να γλιτώσεις από τις λάσπες».
Για να επιτύχει όμως κανείς στον αγροτικό τομέα, τα προγράμματα δεν αρκούν. Οι επιδοτήσεις κάποτε τελειώνουν και οι επίδοξοι αγρότες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι χρειάζεται πολλή δουλειά, συνήθως κάτω από πολύ άσχημες συνθήκες, για να αποκτηθούν ικανοποιητικά εισοδήματα από γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Οι αγρότες δεν έχουν ωράριο και «αφεντικά» αλλά βρίσκονται αντιμέτωποι με το υψηλό κόστος παραγωγής (καύσιμα, μηχανήματα, σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα), τις χαμηλές τιμές διάθεσης των προϊόντων και τις καιρικές συνθήκες που πολλές φορές καταστρέφουν τις καλλιέργειες.
Η νέα ηγεσία του υπουργείου πρέπει να σταθεί δίπλα στους νέους και, πολύ περισσότερο, στους υφιστάμενους αγρότες. Να βοηθήσει στην επίλυση των προβλημάτων και παράλληλα να αναδείξει τον επιχειρηματικό και εξαγωγικό χαρακτήρα του ελληνικού αγροτικού τομέα και τις ευκαιρίες που προσφέρει.
Τα ελληνικά γεωργικά προϊόντα είναι εξαιρετικής ποιότητας, περιζήτητα στις ξένες αγορές, με μεγάλες προοπτικές. Η επένδυση στη γεωργία θα μπορούσε να είναι το νέο στοίχημα της χώρας και με την κατάλληλη στρατηγική μπορεί να γίνει ένα ισχυρό όπλο για την ανάκαμψη της οικονομίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



