Επειτα από ακριβώς έναν μήνα μηδαμινής προόδου στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας έλαβε τα ξημερώματα της προηγούμενης Πέμπτης ένα σαφές μήνυμα από την Ανγκελα Μέρκελ και τους θεσμικούς εκπροσώπους της Ενωσης: «Οι διαδικασίες πρέπει να επιταχυνθούν, οι μεταρρυθμίσεις να παρουσιαστούν το συντομότερο δυνατόν και οι αξιολογήσεις να γίνουν όπως προβλέπεται. Χωρίς αυτά, δεν υπάρχει εκταμίευση».
Οι προειδοποιήσεις προς την ελληνική κυβέρνηση ήταν ξεκάθαρες. Ο Πρωθυπουργός έγινε αποδέκτης της έντονης δυσαρέσκειας των θεσμικών εκπροσώπων της Ενωσης –και ειδικότερα από τους Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και Μάριο Ντράγκι: ο μεν πρώτος δεν έκρυψε την ενόχλησή του για την κωλυσιεργία που δημιούργησε η ελληνική πλευρά στις συζητήσεις των τεχνικών κλιμακίων, ο δε δεύτερος απάντησε, σύμφωνα με πληροφορίες, στις διαμαρτυρίες του κ. Τσίπρα ότι οι επιθέσεις και οι κατηγορίες που δέχεται η ΕΚΤ είναι ανυπόστατες, δεδομένων των ποσών που έχει δανείσει η Τράπεζα στην Ελλάδα και της ρευστότητας που έχει ως σήμερα εξασφαλίσει για τις ελληνικές τράπεζες, βάσει των κανόνων της ΟΝΕ.
Σύμφωνα δε με τις υπάρχουσες πληροφορίες, οι λίγες αναφορές και παρεμβάσεις του Πρωθυπουργού στη μίνι σύνοδο κορυφής αφορούσαν κατά βάση τη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας. Δεδομένου ότι στοιχεία δεν είχαν ως εκείνη την ημέρα δοθεί στα τεχνικά κλιμάκια που συζητούσαν στην Αθήνα, ο κ. Τσίπρας ανέφερε στους συνομιλητές του ότι τα διαθέσιμα της Ελλάδας επαρκούν ως τα μέσα Απριλίου, αναγνωρίζοντας έτσι το ασφυκτικό πλαίσιο στο οποίο η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να λάβει αποφάσεις και να καταστρώσει σχέδια σε χρόνο ρεκόρ.
«Πέμπτη αξιολόγηση ή ισοδύναμα»
Με τη συνάντηση της Πέμπτης, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με την ουσία των προκλήσεων.
Η πίεση που δέχεται είναι εντονότερη, καθώς καλείται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, περίπου μιας εβδομάδας, να παρουσιάσει το σύνολο της μεταρρυθμιστικής της πρότασης και όχι ένα μέρος της, όπως αρχικώς προβλεπόταν.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν τα ξημερώματα της Παρασκευής και με τα όσα επανέλαβε και διευκρίνισε η κυρία Μέρκελ το μεσημέρι της ίδιας ημέρας λίγο μετά το πέρας της συνόδου κορυφής, η κυβέρνηση θα πρέπει είτε να κινηθεί στο πλαίσιο της πέμπτης αξιολόγησης του (προηγούμενου) προγράμματος, που είχε αποφασιστεί να γίνει, είτε να το αντικαταστήσει με δικές της προτάσεις, «που να έχουν το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα».
Αφότου συμβεί αυτό, το επικείμενο Eurogroup θα αποφασίσει αν και υπό ποιους όρους θα αποδεσμεύσει ένα τμήμα της χρηματοδότησης προς την ελληνική οικονομία.
Κατόπιν όλων αυτών, σε ένα ελαφρώς αποφορτισμένο κλίμα αναμένεται να πραγματοποιηθεί η συνάντηση Μέρκελ – Τσίπρα αύριο Δευτέρα στο Βερολίνο. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η ατζέντα των συζητήσεων είναι μεν διμερής, αλλά ανοιχτή –αν και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται να φανεί αν ο Πρωθυπουργός θα θέσει π.χ. ζήτημα επανορθώσεων ή γερμανικών οφειλών βάσει του αναγκαστικού δανείου της Kατοχής. Την ίδια στιγμή ερώτημα αποτελεί το πώς θα τεθούν ζητήματα ιδιαίτερου γερμανικού ενδιαφέροντος, όπως π.χ. η παραχώρηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων.
Τι καλείται να ολοκληρώσει στο πιεστικό διάστημα των μερικών ημερών που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα;
Κατ’ αρχάς, να συντάξει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρυθμίσεων με στόχους, κοστολογήσεις και δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Εν συνεχεία, να το «περάσει» από τα κυβερνητικά, κοινοβουλευτικά και κομματικά όργανα και, εν τέλει, να εξασφαλίσει την έγκριση του Eurogroup και την απελευθέρωση της χρηματοδότησης.
Εν όψει όλων αυτών, κάποιες αλλαγές έχουν ήδη δρομολογηθεί. Η πρώτη από αυτές συνέπεσε με την ίδια την πραγματοποίηση της συνάντησης κορυφής. Με αυτήν, στο κάδρο των συζητήσεων τέθηκε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ο οποίος αναλαμβάνει πλέον το σύνολο του πολιτικού βάρους της διαπραγμάτευσης.
«Πάγος» μεταξύ αντιπροεδρίας και ΥΠΟΙΚ
Το δεύτερο στοιχείο τροποποίησης της κυβερνητικής δραστηριότητας έγκειται στη μεγαλύτερη, σε βαθμό καθοριστικό πλέον, εμπλοκή και συμμετοχή της αντιπροεδρίας της κυβέρνησης στη λήψη αποφάσεων.
Oπως μεταδίδεται από τον κύκλο των συνεργατών του Ι. Δραγασάκη, ο κατάλογος των μεταρρυθμίσεων πρέπει τώρα να γίνει «πιο ζουμερός».
Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι στην παρούσα συγκυρία ο ρόλος του αντιπροέδρου της κυβέρνησης θα είναι πολύ πιο ενεργός. Στην προηγούμενη φάση και ειδικώς στην περίοδο που χαρακτηρίστηκε από το e-mail Βαρουφάκη, ο κ. Δραγασάκης παρέμεινε ουσιαστικά αποστασιοποιημένος.
Ακολούθησε ένα διάστημα κατά το οποίο αναπτύχθηκε έντονη φημολογία για κρίση στις σχέσεις αντιπροεδρίας – υπουργείου Οικονομικών, με αφορμή και τη σταδιακή απομάκρυνση από το προσκήνιο του Γ. Χουλιαράκη, επικεφαλής του ΣΟΕ και απεσταλμένου της κυβέρνησης στις πρώτες μετεκλογικές συνεδριάσεις του Εuroworking Group.
Ο κ. Χουλιαράκης είναι σύμφωνα με πληροφορίες πρόσωπο της εμπιστοσύνης του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και ήταν ένας από τους λίγους που είχε βρει κώδικα και βάση συνεννόησης με τους τεχνοκράτες των Βρυξελλών, μέχρις ότου αντικατασταθεί από τους Ν. Θεοχαράκη και Ελενα Παναρίτη, προσωπικές επιλογές του Ι. Βαρουφάκη.
Στο πιεστικό διάστημα που απομένει ώσπου η κυβέρνηση να παρουσιάσει ένα πειστικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων ο ρόλος της αντιπροεδρίας θα είναι αναβαθμισμένος. Στο πλαίσιο αυτό στον φάκελο που θα σταλεί προς το Eurogroup θα περιληφθούν σχέδια που έχει επεξεργαστεί το προηγούμενο διάστημα η ομάδα του κ. Δραγασάκη και αφορούν την ενίσχυση της εισπραξιμότητας των φόρων, τον αποτελεσματικό ηλεκτρονικό και διατραπεζικό έλεγχο της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος κ.ά.
Την ίδια στιγμή το κομβικό σημείο της διαδικασίας αφορά και το τι αναμένουν από την ελληνική κυβέρνηση οι εταίροι. Oπως κατέστη σαφές στην τρίωρη και πλέον συζήτηση των Βρυξελλών αργά το βράδυ της προηγούμενης Πέμπτης, ο πρόεδρος της Γαλλίας και η καγκελάριος της Γερμανίας επέστησαν την προσοχή του έλληνα πρωθυπουργού στις μεταρρυθμίσεις που δεν έχουν ούτε πολιτικό κόστος ούτε και πολιτικό «πρόσημο».
Με τον τρόπο αυτόν οι δύο ηγέτες έδειξαν τις διαθέσεις τους και ειδικότερα επεσήμαναν στον κ. Τσίπρα ότι αφενός δεν θεωρούν μεταρρύθμιση συμβατή με το πλαίσιο συζήτησης το νομοσχέδιο για την ανθρωπιστική κρίση και αφετέρου ότι αναμένουν πολύ συγκεκριμένες και άμεσα εφαρμόσιμες προτάσεις για τη φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων, τον εντοπισμό και έλεγχο του μαύρου χρήματος κ.ά. Στο πλαίσιο αυτό η ελληνική κυβέρνηση εντείνει σύμφωνα με πληροφορίες τη συνεργασία της και με τις ελβετικές Αρχές.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



