Υψηλούς στόχους θέτει η κυβέρνηση έπειτα από την συνεδρίαση του eurogroup της Δευτέρας, η οποία στην ουσία άναψε το πράσινο φως για την έναρξη συζητήσεων σε τεχνικό επίπεδο επί των προτάσεων του υπουργείου Οικονομικών.

Οι υψηλοί στόχοι έγκεινται στα εξής: ότι οι συζητήσεις με τα τεχνικά κλιμάκια θα γίνονται αποκλειστικά και μόνο στις Βρυξέλλες και όχι στην Αθήνα και πως στις συζητήσεις αυτές δεν θα έρχονται σε επαφή πολιτικά στελέχη με τεχνοκράτες, εκπροσώπους των τριών θεσμών. Επιπλέον, στο ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, ανοίγει ο δρόμος για χαλάρωση της στάσης της ΕΚΤ.
Εν όψει αυτών, η κυβέρνηση δηλώνει ότι είναι έτοιμη και διατεθειμένη να παρουσιάζει συνεχώς νέες «εμπλουτισμένες και επεξεργασμένες» προτάσεις στις συζητήσεις, χωρίς πάντως αυτές να έχουν γίνει γνωστές μέχρι στιγμής.
Παρά ταύτα, φαίνεται πως όχι μόνο επί της ουσίας της συζήτησης, αλλά ακόμη και στο διαδικαστικό εξακολουθούν να υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών. Το βέβαιον πάντως είναι ότι η πίεση του χρόνου για την ελληνική κυβέρνηση θα είναι ασφυκτική.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αμέσως μετά την λήξη της συνεδρίασης του eurogroup ο επικεφαλής του, Γερούν Ντάισελμπλουμ έκανε δύο επισημάνσεις: ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αποφύγει τις μονομερείς ενέργειες (ως τέτοια αντιμετωπίζεται η κατάθεση του νομοσχεδίου για την ανθρωπιστική κρίση) και ότι είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο τεχνικών συζητήσεων και στην Αθήνα.
Υπό τις συνθήκες αυτές, οι εκκρεμότητες παραμένουν και αφορούν την ουσία: τι «πακέτο» προτάσεων θα παρουσιάσει η Αθήνα, πώς αυτό θα αξιολογηθεί και – κυρίως – ποιο θα είναι το συνολικό μεταρρυθμιστικό σχέδιο, το οποίο θα έλθει προς ψήφιση στην ελληνική Βουλή στα τέλη Απριλίου.