Από τις πρώτες ημέρες διακυβέρνησης της χώρας από τον συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, παρουσιάστηκαν ενδείξεις που φανέρωναν ότι το χάσμα με την Ευρώπη είναι βαθύ. Λίγο αφότου η κυβέρνηση ορκίστηκε και οι υπουργοί ανέλαβαν τα χαρτοφυλάκιά τους, η πρώτη επίσημη ελληνική αποστολή βρέθηκε στις Βρυξέλλες. Αφορμή και αιτία ήταν οι διαδοχικές συνεδριάσεις του Εurogroup και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 11 και 12 Φεβρουαρίου.
Ελπίδες και «ψευδαισθήσεις»
Κάποια από τα κορυφαία στελέχη της Κομισιόν είχαν το απόγευμα της 11ης του μηνός την προσοχή τους στραμμένη όχι μόνον στο απέναντι κτίριο, όπου συνεδρίαζε εκτάκτως το Εurogroup. Γνώριζαν καλά ότι την ίδια ώρα στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας διοργανώνονταν «παλλαϊκά συλλαλητήρια κατά της λιτότητας» και παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τη ροή των σχετικών πληροφοριών από την Αθήνα.
Την επόμενη ημέρα και καθώς το Εurogroup είχε οδηγηθεί σε ναυάγιο, υψηλόβαθμα στελέχη της «γραφειοκρατίας των Βρυξελλών» δεν έκρυβαν την ανησυχία τους. «Τι στόχο έχουν αυτές οι συγκεντρώσεις και γιατί η νέα ελληνική κυβέρνηση τις υιοθετεί;» απορούσε ένα από αυτά τα στελέχη, εκδηλώνοντας μεν ανησυχία αλλά για λόγους διαφορετικούς από τους προφανείς.
«Το θέμα δεν είναι η αντίθεση με τις πολιτικές λιτότητας, αυτό είναι απολύτως κατανοητό. Το πρόβλημα είναι ότι μια μερίδα του κόσμου φαίνεται πως είναι πρόθυμη να βυθιστεί σε μια ψευδαίσθηση, να επενδύσει ελπίδες σε αυτήν και ακόμη χειρότερα, ότι η νέα κυβέρνηση καλλιεργεί αυτή την ψευδαίσθηση» ανέφερε σε κατ’ ιδίαν συνομιλία ένα από πρόσωπα που έχουν πλήρη εικόνα των όσων συζητούνται και εκτυλίσσονται στους υψηλούς ορόφους των κτιρίων των Βρυξελλών.
Η έκδηλη ανησυχία δεν εστιαζόταν στο ενδεχόμενο να ανατραπούν οι πολιτικές της Ενωσης λόγω της λαϊκής αντίδρασης, αλλά στο ακριβώς αντίθετο: στην εκτίμηση και την πεποίθηση ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα είχε αρχίσει να αποδίδει και ότι η εγκατάλειψή του με συγκατάθεση των οργάνων της ΟΝΕ δεν επρόκειτο να τεθεί ποτέ, ούτε καν προς συζήτηση.
Υπό το πρίσμα αυτό και επαναλαμβάνοντας ότι οι εναλλακτικές δυνατότητες της ελληνικής κυβέρνησης είναι περιορισμένες και το χρονικό της περιθώριο δεν υπερβαίνει την 28η Φεβρουαρίου, το ίδιο στέλεχος εξέφραζε την απορία: «όσοι πιστεύουν στην αυταπάτη, πώς θα αντιδράσουν όταν οι ελπίδες τους διαψευστούν; Θα εξακολουθήσουν να διαδηλώνουν ειρηνικά υπέρ της νέας κυβέρνησης ή θα αντιδράσουν διαφορετικά υποκινούμενοι πλέον από την απογοήτευση;».
Η άλλη οπτική
Μέσα από ένα αντεστραμμένο πρίσμα βλέπουν την εικόνα στην Αθήνα· και με βάση αυτήν φαίνεται πως ενεργεί η ελληνική κυβέρνηση –μέχρις ενός σημείου, καθώς οι σταδιακές υποχωρήσεις από την προεκλογική ρητορική είναι ήδη φανερές.
Από την πρώτη στιγμή ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας επικαλέστηκε τον κόσμο, τις «δεσμεύσεις έναντι του λαού», ενώ η κυβέρνηση με δηλώσεις στελεχών της έσπευσε να χαιρετίσει τις ομάδες λαϊκής υποστήριξης που συγκεντρώνονταν στις πλατείες όποτε συνεδρίαζε το Εurogroup ή κάποιο ευρωπαϊκό όργανο.
Ετσι, η κυβέρνηση συνομιλούσε στο Εurogroup με «κοινό» συγκεντρωμένο στις πλατείες, κάτι που όμως δεν φάνηκε να πτοεί ούτε μία στιγμή τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ή άλλα μέλη του Εurogroup.
Κατά την εκτίμηση των κορυφαίων κυβερνητικών παραγόντων, οι συγκεντρώσεις αυτές αποτελούν τη δύναμη της κυβέρνησης, ενώ η εντύπωση αυτή ενισχύθηκε όταν δημοσιοποιήθηκαν και οι πρώτες έρευνες κοινής γνώμης που εμφάνισαν ποσοστά αποδοχής της διαπραγματευτικής στάσης που άγγιξαν το 80%…
Σε αυτό το πλαίσιο, πρόσωπα που συνομίλησαν με τον Πρωθυπουργό στο διάστημα των τελευταίων ημερών μετέδιδαν μια προκαταβολική αίσθηση βεβαιότητας του κ. Τσίπρα περί της αποδοχής του αιτήματος παράτασης της δανειακής σύμβασης, που κατέθεσε η κυβέρνηση την προηγούμενη Πέμπτη.

Και, όπως σημείωναν, η αίσθηση αυτή βασιζόταν στη σιγουριά του Πρωθυπουργού ότι τα ευρωπαϊκά όργανα θα λάβουν σοβαρά υπόψη τους «τη στήριξη που έχει η κυβέρνηση από τον λαό».


Οι δεσμεύσεις πάνε πίσω
Σκληρή γραμμή αλλά και παραχωρήσεις

Παρά το γεγονός ότι η κόκκινη γραμμή της κυβέρνησης έχει ήδη μετακινηθεί, συνομιλητές του Πρωθυπουργού μεταφέρουν την εικόνα ότι ο κ. Τσίπρας «δεν πρόκειται να υποταγεί στη Μέρκελ και στον Σόιμπλε» και ότι η διάθεσή του αυτή ενισχύεται από τις εκδηλώσεις του κόσμου.
Την ίδια στιγμή στελέχη του ευρύτερου κύκλου περί τον Πρωθυπουργό εκτιμούν ότι η ως τώρα στάση της κυβέρνησης έχει ήδη μεταβάλει το κλίμα σε κοινωνικό επίπεδο. Επικαλούνται προς ενίσχυση της επιχειρηματολογίας τους μαρτυρίες που τους μεταφέρονται από διάφορους χώρους εργασίας, όπου έπειτα από μια μακρά περίοδο κατά την οποία δικαιώματα και διεκδικήσεις είχαν τεθεί σε αναστολή, τις τελευταίες ημέρες έχει διαμορφωθεί, έστω και χωρίς να έχει υπάρξει ακόμη η σχετική νομοθετική βάση, κλίμα αισιοδοξίας, προσδοκίας και ηθικής ανάτασης των εργαζομένων.
Παρά ταύτα και με την κλεψύδρα της διαπραγμάτευσης να αδειάζει βασανιστικά, η κυβέρνηση ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα έδειξε πως ακόμη και οι «αδιαπραγμάτευτες» δεσμεύσεις της για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης μπορούν τουλάχιστον να παραπεμφθούν στο μέλλον.
Μεταξύ των άλλων, η αύξηση του κατώτατου μισθού, η επιστροφή της 13ης σύνταξης, ακόμη και οι φορολογικές ρυθμίσεις φαίνεται πως ήδη τελούν υπό την αίρεση των εξελίξεων της συζήτησης με τους πιστωτές σε όλα τα επίπεδα.
Η κυβέρνηση έχει ήδη βρεθεί να ισορροπεί ανάμεσα στους πόλους μιας αντίφασης καθώς από τη μια επικαλείται τη στήριξη των πολιτών και τον αγώνα για την αξιοπρέπεια και από την άλλη έχει αναβάλει την εφαρμογή των περισσότερων δεσμεύσεών της και έχει προσπαθήσει να επιβάλει «σιωπητήριο» προκειμένου να αποφευχθούν δηλώσεις και εξαγγελίες υπουργών που θα δυναμιτίσουν τη διαπραγμάτευση.
Η τακτική που έχει επιλεγεί και οι συνεχείς, άμεσες αναφορές στο θυμικό των πολιτών συμπίπτουν με προθέσεις που έχουν ανακοινωθεί προ πολλού από σημερινά κυβερνητικά στελέχη –έστω και αν το τελευταίο διάστημα αποφεύγονται (δημοσίως) οι σχετικές αναφορές.
Με βάση αυτά και αναλόγως των εξελίξεων, στη σκέψη κυβερνητικών αξιωματούχων βρίσκεται πάντοτε η ύστατη λύση, αυτή της «προσφυγής στον λαό», προκειμένου να λάβει εκείνος τις αποφάσεις για το μέλλον του εφόσον τα πράγματα φθάσουν σε οριακό σημείο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ