Επειτα από μια περίοδο διαπραγμάτευσης και αντιπαράθεσης με ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και θεσμικούς εκπροσώπους της ΕΕ και της ΟΝΕ, κατά την οποία η χώρα έφθασε στο χείλος του γκρεμού, η ελληνική κυβέρνηση πήρε την Παρασκευή το βράδυ μια βαθιά ανάσα. Αυτή θα τη φέρει κατ’ αρχάς στην πρώτη αξιολόγησή της τον Απρίλιο και εν συνεχεία στον Ιούνιο, οπότε και θα γίνει η συνολική διαπραγμάτευση για το μεσοπρόθεσμο σχέδιό της.
Παράταση και δεσμεύσεις
Η επίτευξη συμφωνίας στις Βρυξέλλες, με την οποία ουσιαστικά δίδεται μια παράταση τεσσάρων μηνών, με αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις αξιολόγησης της προόδου σε ό,τι αφορά την τήρηση εκκρεμουσών δεσμεύσεων και τη δρομολόγηση νέων, επιφέρει σημαντικές πολιτικές εξελίξεις.
Σημαντικότερη εξ αυτών είναι ότι έπειτα από μια μακρά περίοδο που προηγήθηκε των πρόσφατων εκλογών και αφότου μεσολάβησε η ένταση των πρώτων μετεκλογικών εβδομάδων, ο ΣΥΡΙΖΑ περνάει σε μια νέα διάσταση. Στο στάδιο της πραγματικής βίαιης ωρίμασης για την οποία είχε μιλήσει ο Ι. Δραγασάκης προ διετίας.
Παρά την οξύτητα με την οποία εκδηλώθηκε η αντιπαράθεση τις προηγούμενες ημέρες, διεθνείς παρατηρητές είχαν εγκαίρως εκφράσει μία εκτίμηση: ότι μέσω της ανάδειξής του στην εξουσία ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να χαράσσει και να ακολουθεί μια πορεία ανάλογη με εκείνη των Πρασίνων στη Γερμανία. Από ένα κόμμα ετερογενές και πολυμορφικό, σταδιακά μετατράπηκε σε πόλο διαμαρτυρίας κατά του μεταπολεμικού συστήματος και εν τέλει μετεξελίχθηκε σε κυβερνητικό εταίρο, με όλες τις μεταλλάξεις που αυτό συνεπαγόταν.
Διπλωματικοί παράγοντες στην Αθήνα ανέφεραν μάλιστα χαρακτηριστικά τις πρώτες μετεκλογικές ημέρες ότι η παρουσία του Αλ. Τσίπρα από τη νέα του θέση στις ευρωπαϊκές συναντήσεις θα έχει όλα τα χαρακτηριστικά της αντίστοιχης εμφάνισης του Γιόσκα Φίσερ πριν από μερικές δεκαετίες και όλες τις πιθανότητες να εξελιχθεί με αντίστοιχο τρόπο.
Στην ουσία, με τη συμφωνία της προηγούμενης Παρασκευής και με δεδομένα όλα όσα προηγήθηκαν, ένα πρώτο αποτέλεσμα είναι η ένταξη του ΣΥΡΙΖΑ στο ευρωπαϊκό σύστημα και στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Διά της εντατικής διαδικασίας και με όλα τα θεατρικά χαρακτηριστικά που είχε αυτή, το κόμμα της «διαμαρτυρίας» και «η κατ’ εξοχήν αντιευρωπαϊκή δύναμη», σύμφωνα με αντιλήψεις που κυριάρχησαν την προηγούμενη περίοδο, καθίσταται τακτικός συνομιλητής, κερδίζει κάποιες από τις διεκδικήσεις του, συμφωνεί στα μείζονα και αποδέχεται τους όρους και τους κανόνες λειτουργίας της Ενωσης, μέσω των οποίων άλλωστε επιτεύχθηκε και η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου.
Οι νέες συνθήκες έχουν ήδη κλονίσει ένα τμήμα στο εσωτερικό του κόμματος. Οι εκπρόσωποι της αριστερής του πτέρυγας έχουν εκδηλώσει τις ανησυχίες τους και τις διαφωνίες τους, είτε λόγω της επιλογής του Πρ. Παυλόπουλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας, είτε βλέποντας ότι οι προεκλογικές εξαγγελίες και δεσμεύσεις τελούν προς το παρόν υπό αίρεση ή/και αναστολή. Ανησυχίες όπως αυτές έχουν ήδη εκφραστεί σε κομματικές συνεδριάσεις και μένει να αποδειχθεί σε ποιον βαθμό θα εξαπλωθούν ή και θα γενικευθούν.
Υπό τις συνθήκες αυτές και στο πλαίσιο της συμφωνίας του Eurogroup το μεγάλο ζήτημα για τον Πρωθυπουργό, όπως μεταφέρεται από στελέχη του περιβάλλοντός του, είναι ποιες και πόσες από τις προγραμματικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ θα κατορθώσει να εντάξει στη λίστα των μεταρρυθμίσεων που θα προσκομιστεί στις Βρυξέλλες τη Δευτέρα. Οπως πάντως ήδη μεταδίδουν κυβερνητικά στελέχη, θα προταχθούν οι προτάσεις που αποτελούν κοινό έδαφος: η πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς, η ανασυγκρότηση της δημόσιας διοίκησης, η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Την ίδια στιγμή εξίσου σημαντικές αναμένεται να είναι οι παρεμβάσεις προς αποτροπή ή αναβολή εξαγγελιών εκ μέρους υπουργών των τελευταίων ημερών, όπως οι επιστροφές συντάξεων, οι επαναπροσλήψεις απολυμένων, οι ευνοϊκές φορολογικές ρυθμίσεις κ.τ.λ. Οι αντιδράσεις που ενδεχομένως θα προκληθούν θα είναι ενδεικτικές για τις ισορροπίες στο κυβερνητικό στρατόπεδο.
«Η Ελλάδα γύρισε σελίδα»
Το πρώτο σχόλιο της κυβέρνησης για τη συμφωνία ήταν ότι «η Ελλάδα σήμερα γύρισε σελίδα» και ότι «αποδεικνύεται πως διαπραγμάτευση μπορούσε να γίνει όλα αυτά τα χρόνια και η Ελλάδα ούτε απομονωμένη είναι, ούτε στα βράχια οδηγείται, ούτε συνεχίζει με μνημόνια». Σημαντικό χαρακτηρίστηκε από κυβερνητικά στελέχη το ότι «ανετράπη ο σχεδιασμός παγίδευσης της νέας ελληνικής κυβέρνησης μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου», καθώς και ότι η αίτηση για επέκταση της δανειακής σύμβασης έγινε τελικά δεκτή επί της αρχής και αποτελεί βάση περαιτέρω αποφάσεων καθώς και των επόμενων εξελίξεων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



