«Η οικονομία της Ουκρανίας είναι στα πρόθυρα της στάσης πληρωμών, με το νόμισμα να καταρρέει και τα διαθέσιμα σε συνάλλαγμα να στερεύουν. Λαμβάνοντας υπόψη το σημερινό αδιέξοδο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, μια κατάσταση που δεν έχει αλλάξει σημαντικά από το Πρωτόκολλο του Μινσκ τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Ουκρανία δεν μπορεί να βασίζεται σε δάνεια ή υποστήριξη από τη Ρωσία.
«Ο νέος συνασπισμός έχει την εντολή να αντιμετωπίσει την ενδημική διαφθορά που φάνηκε με το ξεπούλημα κρατικών περιουσιακών στοιχείων και πόρων.
Η σύγκρουση στα ανατολικά έχει αφήσει πίσω της χιλιάδες νεκρούς, περίπου 1 εκατομμύριο πρόσφυγες, και την απώλεια, προς το παρόν τουλάχιστον, του Ντονμπάς (σσ Ντονέτσκ και Λουχάνσκ), μία από τις πιο σημαντικές βιομηχανικές περιοχές, όπου παράγεται το 95% του άνθρακα.
«Μερικές από τις λύσεις σε αυτά τα προβλήματα βρίσκονται εκτός της χώρας. Η Ρωσία έχει γίνει ένας απρόβλεπτος και ενοχλητικός γείτονας, που επιδιώκει να εκμεταλλευτεί τα προβλήματα της Ουκρανίας για να αποδυναμώσει τη νέα κυβέρνηση και να διασφαλίσει πρώτα απ ‘όλα ότι η χώρα θα παραμείνει εκτός δυτικών δομών, όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
«Από την άλλη πλευρά, η ανατολική πορεία προς τη Μόσχα δεν θα είναι βιώσιμη επιλογή μακροπρόθεσμα: έχει φέρει λίγα οφέλη όλα αυτά τα χρόνια, και ακόμη πιο πενιχρά σήμερα. Η ηγεσία του Πούτιν έχει δείξει ελάχιστη κλίση για μετριοπάθεια απέναντι στο Κίεβο.
Τέλος, ο κυβερνών συνασπισμός εξαρτάται από μια στενή σχέση συνεργασίας ανάμεσα σε δύο πολύ διαφορετικές προσωπικότητες: τον πρόεδρο Πέτρο Ποροσένκο και τον πρωθυπουργό Αρσένι Γιάτσενιουκ. Κατέβηκαν στις βουλευτικές εκλογές στα τέλη Οκτωβρίου, με πολύ διαφορετικές στρατηγικές. Το κόμμα του προέδρου κέρδισε τις περισσότερες έδρες, και ο πρωθυπουργός το υψηλότερο ποσοστό των ψήφων.
Θα χρειαστούν περίπλοκες πολιτικές ικανότητες για να επιβιώσει η κυβέρνηση εν μέσω τόσο μεγάλων προβλημάτων. Αλλά το τίμημα της αποτυχίας θα είναι πολύ βαρύ», καταλήγει ο Μαρπλς.