Παρά τις μεταρρυθμίσεις της τελευταίας τετραετίας, η Ελλάδα διατηρεί το στίγμα της αθεράπευτα καθυστερημένης χώρας –διοικητικά και οικονομικά. Σε έναν τουλάχιστον τομέα ωστόσο αυτό αλλάζει. Η Ελλάδα κερδίζει τελευταία τα εύσημα του καλύτερου τροφίμου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Και αυτό την κάνει πρότυπο για κράτη που βρίσκονται στο κατώφλι των προγραμμάτων του ίδιου χρηματιστικού οργανισμού.
Οι φράσεις: «Η Ελλάδα μοντέλο για την Ουκρανία» ή «Ουκρανία, η Ελλάδα της Ανατολής» έχουν γίνει πλέον κοινός τόπος στα γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Και ο πατέρας των φράσεων δεν είναι κανείς άλλος από τον γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος μιλώντας τις προάλλες στο Πανεπιστήμιο του Ντούισμπουγκ εξήγγειλε πανηγυρικά: «Οταν έρθει η στιγμή να σταθεροποιήσουμε την Ουκρανία, τότε θα ανατρέξουμε στις εμπειρίες από την Ελλάδα».
Διάσωση ή απειλή; «Ε, όχι και απειλή!» διαμαρτύρεται εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών. «Από τα προγράμματα βοήθειας με συμμετοχή του ΔΝΤ στις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης έχουμε συγκεντρώσει πολύτιμες εμπειρίες που μπορούμε να αξιοποιήσουμε και σε χώρες όπως η Ουκρανία».
Κανείς ειδικός πάντως στη Γερμανία δεν επιχειρεί να κρύψει τι σημαίνει πραγματικά «βοήθεια από το ΔΝΤ».
«Το μοντέλο της Ελλάδας για την Ουκρανία σημαίνει τέρμα στις επιδοτήσεις, ρύθμιση των μισθών και των εισοδημάτων από το κράτος και πάει λέγοντας» λέει, για παράδειγμα, ο διευθυντής του ιδρύματος εξωτερικής πολιτικής Μπέρτολτ Μπάιτς Εβαλντ Μπέλκε. «Ουκρανία, πρόσεξε, πάμε να σε σώσουμε» τιτλοφορεί ειρωνικά η «Die Zeit». Και αυτή η ειρωνεία είναι διάχυτη σε πολλές άλλες τοποθετήσεις σχετικά με το θέμα.
Ανάποδος κόσμος: Η Ελλάδα, γράφει το «Handelsblatt», γίνεται το «διδακτικό παράδειγμα» για τη διαχείριση κρίσεων και εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και αυτό στρέφει τα μάτια των αναλυτών και πάλι πάνω της, παρ’ όλο που το ενδιαφέρον για το «ελληνικό ζήτημα» είχε τελευταία αισθητά μειωθεί.
Ενα μέρος της στροφής έχει απλή εξήγηση: τα «σοκ» που υφίστανται οι γερμανοί πολιτικοί όποτε επισκέπτονται την Ελλάδα.
«Την τελευταία φορά που την επισκέφθηκα, τον Μάιο του 2012, η χώρα ήταν βυθισμένη στην αστάθεια» λέει στο «Βήμα της Κυριακής» ο εκπρόσωπος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Χριστιανοδημοκρατών για την Ευρώπη Μίχαελ Στίπγκεν, που βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα ως μέλος της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της γερμανικής Βουλής. «Τώρα, αντίθετα, είδα σημάδια σταθεροποίησης, που ήταν αδιανόητα τότε».
Εκείνο που τον εξέπληξε όμως ακόμη περισσότερο ήταν η σύγκλιση των αντίπαλων πολιτικών στρατοπέδων, όπως αυτή εκφράστηκε κατά τη συνάντηση της γερμανικής Επιτροπής με την αντίστοιχη ελληνική στο κτίριο της Βουλής. «Ο ΣΥΡΙΖΑ που είδα τώρα δεν έχει καμιά σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ του 2012» πρόσθεσε. «Η στάση του τότε ήταν εντελώς αρνητική. Σήμερα επιδεικνύει έναν πραγματισμό που επιτρέπει τη συνεννόηση με τους αντιπάλους του».
Ο ίδιος πραγματισμός, προσθέτει, θα μπορούσε να γίνει η βάση για διαπραγματεύσεις με το Βερολίνο, σε περίπτωση που θα αναλάμβανε κάποτε ο ΣΥΡΙΖΑ τα κυβερνητικά ηνία; «Αποδεχόμαστε ως διαπραγματευτή κάθε δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση» τονίζει.
Ανεξάρτητα όμως από την όποια κυβέρνηση, οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να γίνουν εντός του υπάρχοντος μεν, αλλά τελευταία ισχυρά μετεξελιγμένου πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το οποίο επιτρέπει τώρα σε κάθε υπερχρεωμένη χώρα ποικιλία επιλογών, όπως η απαλλαγή από το Μνημόνιο μέσω της εξόδου στις αγορές, ή ένας νέος τύπος περιορισμένης βοήθειας (για τις τράπεζες) από το χρηματοπιστωτικό ταμείο ESM, σαν εκείνο που εφαρμόστηκε πρόσφατα στην Ισπανία, και το οποίο δεν συνοδεύεται από μνημονιακά μέτρα.
Λιγότερο «σοκαρισμένο» εμφανίζεται το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, το οποίο παρακολουθεί αδιάλειπτα την κατάσταση στην Ελλάδα και έχει πλήρη εικόνα για τις συντελούμενες αλλαγές. Μόνο που οι απαντήσεις τους σε τρέχοντα ερωτήματα –κάτι που υποκρύπτει τη συνεχιζόμενη βαθιά δυσπιστία –θυμίζουν λιγάκι Σφίγγα.
Δείγμα γριφώδους διαλόγου: «Είναι καλή η συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα;». «Ναι, αλλά θα πρέπει να περιμένουμε τη λεπτομερειακή έκθεση της τελευταίας». «Θεωρείτε ρεαλιστικό το σχέδιο της Αθήνας να βγει ήδη τον Απρίλιο στις αγορές;». «Βασικά χαιρετίζουμε τέτοιες σκέψεις» –καμιά κουβέντα παραπάνω.
Μόνο αναφορικά με την εκταμίευση της επόμενης δανειακής υπάρχει σχετικά σαφής απόκριση: «Ναι, περιμένουμε από τη Eurogroup να δώσει το πράσινο φως την ερχόμενη Δευτέρα» λέει εκπρόσωπος του υπουργείου.
Σαφής είναι και η πρόθεση της γερμανικής κυβέρνησης να εντατικοποιήσει τη βοήθεια της προς την Ελλάδα σε διμερές επίπεδο.
Προς τον σκοπό αυτόν πρόκειται να ανακοινωθεί εντός του Απριλίου μια δέσμη εντυπωσιακών μέτρων και δράσεων, όπως τα εγκαίνια του ταμείου ανάπτυξης με ισχυρή συμμετοχή της γερμανικής τράπεζας επενδύσεων KfW, η συγκρότηση του ελληνογερμανικού Κέντρου Νεολαίας και η έναρξη του προγράμματος επιμόρφωσης 800 ελλήνων εφοριακών από 10 επίσης έλληνες εκπαιδευτές, που έκαναν τον περασμένο Οκτώβριο σχετικά σεμινάρια στο Βερολίνο. Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, σύμφωνα με ανακοίνωσή του, προτίθεται μάλιστα, αν χρειαστεί, να κάνει και άλλα παρόμοια σεμινάρια.
Τέτοια μέτρα, βεβαιώνει ο κ. Στίπγκεν, αποβλέπουν αποκλειστικά στο καλό της χώρας, όχι των κυβερνητικών κομμάτων. Το γεγονός ότι θα κερδίσουν από αυτά, λόγω των ευρωεκλογών, η Νέα Δημοκρατία και το ΠαΣοΚ είναι παράπλευρο φαινόμενο –αλλά όχι εντελώς ανεπιθύμητο.
Τα προγράμματα λιτότητας έχουν αποτύχει
Ο Μαξ Οτε είναι καθηγητής Οικονομίας στην Ανωτάτη Σχολή του Βορμς και στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς. Το 2006 δημοσίευσε το έργο του «Το κραχ έρχεται», που προέβλεπε την τρέχουσα οικονομική κρίση και τον έκανε στη συνέχεια παγκόσμια γνωστό. Παράλληλα είναι σύμβουλος επιχειρήσεων και διευθυντής ενός hedge fund.
Ο Μαξ Οτε είναι καθηγητής Οικονομίας στην Ανωτάτη Σχολή του Βορμς και στο Πανεπιστήμιο του Γκρατς. Το 2006 δημοσίευσε το έργο του «Το κραχ έρχεται», που προέβλεπε την τρέχουσα οικονομική κρίση και τον έκανε στη συνέχεια παγκόσμια γνωστό. Παράλληλα είναι σύμβουλος επιχειρήσεων και διευθυντής ενός hedge fund.
Η Ελλάδα συστήνεται τελευταία ως υπόδειγμα για την Ουκρανία. Καλή σύσταση;
«Φριχτή. Οι δανειστές δεν βοήθησαν τον ελληνικό λαό, αλλά στην καλύτερη περίπτωση την ελληνική ολιγαρχία. Τα δάνεια επέστρεψαν στις τράπεζες και στους δανειστές. Τέτοια βοήθεια θα είναι καλή μόνο για τους ουκρανούς ολιγάρχες».
Δεν χρειάζεται ριζικές μεταρρυθμίσεις η Ελλάδα;
«Και βέβαια χρειάζεται. Οχι όμως εις βάρος του πληθυσμού. Τα προγράμματα λιτότητας έχουν αποτύχει, γι’ αυτό και αναμορφώνονται συνεχώς. Χωρίς έξοδο από το ευρώ, προσωρινή φυσικά, που θα επιτρέψει την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, και χωρίς κούρεμα και παραγωγικές επενδύσεις, δεν υπάρχει ανασυγκρότηση της οικονομίας».
Το πρωτογενές πλεόνασμα που πέτυχε η κυβέρνηση Σαμαρά δεν αποτελεί δείκτη προόδου;
«Σίγουρα. Ομως το κόστος του ήταν δυσανάλογα μεγάλο. Και αν δει κανείς τη μαζική ανεργία ή τη φοβερά άνιση διανομή του πλούτου, τότε χάνεται πολύ η αξία του πρωτογενούς πλεονάσματος».
Η Ελλάδα θέλει να βγει τον Απρίλιο πάλι στις αγορές. Είναι ρεαλιστικό εγχείρημα;
«Είναι, αν πρόκειται για μικρά ποσά. Πρόκειται για δοκιμή. Είναι σαν εκείνον που βάζει τα πόδια του σε ζεστό νερό και αν δεν ζεματιστεί μένει σε αυτό. Αλλά και να φύγει, δεν θα είναι καταστροφή».
Εσείς, ως επενδυτής, θα αγοράζατε σήμερα ελληνικά ομόλογα;
«Εξαρτάται από το ύψος των τόκων. Κατά τα άλλα, όπως λέει ο φίλος μου οικονομολόγος Στέφαν Χόμπουργκ, θα το έκανα, επειδή έχω εμπιστοσύνη στη βλακεία των κυβερνήσεων των χωρών – δανειστών που σώζουν κάθε τόσο την Ελλάδα».
Θα συνιστούσατε την αγορά άλλων ελληνικών χρεογράφων;
«Μέχρι πριν μισό χρόνο είχαμε αρκετά από αυτά, όπως για παράδειγμα από την Hellenic Telecom και τον ΟΠΑΠ, που τα πουλήσαμε όμως στη συνέχεια. Αγορές θα μπορούσαμε να κάνουμε και στο μέλλον, επειδή οι περισσότερες ελληνικές μετοχές είναι σήμερα πάμφθηνες».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



